Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Η εγκατάσταση τεχνολογικών κολοσσών case study για άλλες εταιρείες

Τα συμπεράσματα του round table που διοργάνωσε η δικηγορική εταιρεία Nexus με θέμα «Η Θεσσαλονίκη στην εποχή της meta-κανονικότητας: διαπιστώσεις, προκλήσεις, ευκαιρίες»

Τις προκλήσεις αλλά και τις ευκαιρίες που αναδεικνύονται για τη Θεσσαλονίκη σε ένα περιβάλλον meta-κανονικότητας, όπως αυτό διαμορφώθηκε από την πανδημία και τις κρίσεις που την ακολούθησαν, είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν διακεκριμένοι επιχειρηματίες της πόλης και εκπρόσωποι πολυεθνικών εταιρειών και οργανισμών, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στρογγυλής τραπέζης που διοργάνωσε η δικηγορική εταιρεία Nexus.

Μετά το τέλος της πανδημίας οι συνθήκες της νέας κανονικότητας διαμορφώνονται από τις εξελίξεις της τεχνολογίας, που αλλάζουν άρδην το τοπίο στην αγορά εργασίας και την επιχειρηματικότητα, αλλά και από τις διαδοχικές κρίσεις (πόλεμος, ενεργειακή και πληθωριστική κρίση), τόνισε στην εισαγωγική του τοποθέτηση ο Θάνος Χαριστός, εταίρος της δικηγορικής εταιρείας Nexus. Όπως είπε, ο στόχος της συνάντησης ήταν να δημιουργηθεί ένα πεδίο γόνιμου προβληματισμού για το ρόλο της Θεσσαλονίκης στο νέο κόσμο που έχει αναδυθεί μετά την πανδημία, καθώς μέχρι σήμερα απουσιάζει ο δημόσιος διάλογος με σκοπό τη διαμόρφωση μιας κοινής ατζέντας για τα ζητήματα αυτά.

Κάποια από τα βασικά συμπεράσματα που προέκυψαν από τη συζήτηση είναι τα ακόλουθα:

  • Πλέον ο Νο1 παράγοντας για την επιλογή μιας πόλης από μια εταιρεία είναι η «δεξαμενή ταλέντου» στον τεχνολογικό τομέα. Οι πόλεις διεθνώς επιδίδονται σε μια εκστρατεία προβολής των συγκριτικών τους πλεονεκτημάτων σε παγκόσμιες εταιρείες real estate που συμβουλεύουν εταιρείες για το πού να εγκατασταθούν. Ταυτόχρονα ανταγωνίζονται και μεταξύ τους για να προσελκύσουν εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.
  • Το μοντέλο του remote working που υιοθετήθηκε την περίοδο της πανδημίας, ήρθε για να μείνει. Το περιβάλλον και η ποιότητα ζωής που προσφέρει η Θεσσαλονίκη μπορεί να λειτουργήσουν ως «μαγνήτης» για την προσέλκυση «ταλέντου» στον τεχνολογικό τομέα, κάτι που με τη σειρά του μπορεί να προκαλέσει ένα κύμα ιδιωτικών επενδύσεων σε όλους τους τομείς. Σε αυτό το πλαίσιο, πέρα από τα ζητήματα της γραφειοκρατίας και των υποδομών διασύνδεσης που πρέπει να αντιμετωπιστούν, κρίσιμα θεωρούνται και τα ζητήματα της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας της πόλης.
  • Η εγκατάσταση μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών στη Θεσσαλονίκη λειτουργεί ως case study για άλλες εταιρείες που βολιδοσκοπούν την πόλη. Ήδη η Θεσσαλονίκη έχει ήδη προσελκύσει ξένες εταιρείες που εξειδικεύονται στην παροχή υπηρεσιών εξ αποστάσεως αλλά και ψηφιακούς νομάδες. Ωστόσο, το οικοσύστημα της πόλης εξακολουθεί να θεωρείται ανώριμο.
  • Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης: η Θεσσαλονίκη διαθέτει περί τους 20.000 software developers και οι ξένες άμεσες επενδύσεις στον τομέα της τεχνολογίας την τελευταία πενταετία ήταν στα 74 εκ $. Αντίστοιχα η Σόφια έχει γύρω στους 50.000 software developers και οι ξένες επενδύσεις στον τομέα της τεχνολογίας ήταν δεκαπλάσιες.
  • Οι συνομιλητές διαπίστωσαν την ανάγκη re-skilling και up-skilling του ανθρώπινου δυναμικού, με βάση τις ανάγκες της βιομηχανίας, των εξειδικευμένων τεχνολογικών εταιρειών που εγκαθίστανται στην πόλη αλλά και νέων τομέων δραστηριότητας που αναπτύσσονται, όπως είναι οι κινηματογραφικές παραγωγές, και τόνισαν τη σημασία ενός διαφοροποιημένου και όχι μονοδιάστατου μοντέλου ανάπτυξης.
  • Επεσήμαναν ότι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Θεσσαλονίκη είναι η αδυναμία χάραξης μιας μακροχρόνιας στρατηγικής, ως αποτέλεσμα της μεγαλύτερης ταχύτητας με την οποία αλλάζουν οι συνθήκες διεθνώς και των αργών αντανακλαστικών της πόλης.
  • Κοινή διαπίστωση για τους συμμετέχοντες ήταν ότι στη Θεσσαλονίκη τα θέματα προχωρούν πολύ πιο αργά, σε σχέση με την ταχύτητα που αλλάζουν οι συνθήκες διεθνώς. Με δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια οι οικονομικοί κύκλοι είναι πολύ πιο σύντομοι, και οι εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον ραγδαίες, ο χρόνος απόκρισης της πόλης στις νέες συνθήκες είναι έναν από τους πιο κρίσιμους παράγοντες για την επιτυχία της.
  • Ταυτόχρονα, όλοι συμφώνησαν ότι η πόλη πρέπει να σπάσει το φαύλο κύκλο της μιζέριας και να ανακτήσει την αυτοπεποίθησή της, γιατί έχει μια δυναμική ανάπτυξης που ενισχύεται από τη γεωγραφική της θέση και το καταρτισμένο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό της.

Στη συζήτηση συμμετείχαν οι Δημήτρης Βλαχόπουλος, head of Portfolio & Location Strategy EMEA της Cushman & Wakefield, Ήβη Λέων, head of T-Digital & managing director της Deutsche Telekom Cloud Services, Λάζαρος Τσιορακλίδης, general manager της Altair, Πασχάλης Αραμπατζής, BDR East Europe της Altair, Λίνα Λιάκου, global director for network engagement για το παγκόσμιο «Δίκτυο Ανθεκτικών Πόλεων» και περιφερειακή διευθύντρια για την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, Νίκος Ευθυμιάδης, επιχειρηματίας και πρόεδρος του ThessINTEC, Πάρις Κοκορότσικος, διευθύνων σύμβουλος της Ευρωσύμβουλοι ΑΕ, Γιάννα Τζίκα, CEO της KONBA AEΒE, Σάκης Λέων, CEO της CALON, Θάλεια Ρίζου, διευθύντρια του Οργανισμού Κοινωνικής Καινοτομίας Among, Σταύρος Τζίμας, δημοσιογράφος, Θάνος Τζιρίτης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ISOMAT, Χρήστος Χέλμης, chief strategist & creative director της Colibri, Άννα Κωνσταντίνου, strategy, public affairs and communication consultant, Αλκίνοος Κωνής, εταίρος της δικηγορικής εταιρείας Nexus και Θάνος Χαριστός, διαχειριστής, εταίρος της δικηγορικής εταιρείας Nexus.