Skip to main content

Για να μη μείνουν μισά τα συνθήματα και τα αιτήματα για τα Τέμπη

Η ανάγκη να διορθωθούν τα πράγματα, αλλά και η πιστοποίηση ότι κανείς δεν είναι ανέλεγκτος και πολύ περισσότερο υπεράνω του νόμου, είναι επιτακτική

Οι τελευταίες ημέρες απέδειξαν ότι στην Ελλάδα δεν θέλουμε να ξεχάσουμε την τραγωδία των Τεμπών. Και πολύ καλά κάνουμε. Είτε ως δυστύχημα είτε ως έγκλημα η σύγκρουση των τρένων στην «κοιλάδα του θανάτου» αποτελεί σοκαριστικό γεγονός και μάλιστα σε περισσότερα από ένα επίπεδα. Φυσικά, ο άδικος χαμός, η πραγματική θυσία 57 ψυχών, είναι το μείζον. Οι άνθρωποι αυτοί θα λείπουν πάντα πρωτίστως από τους δικούς τους, τους συγγενείς τους, τους φίλους τους, αλλά και την κοινωνία ολόκληρη. Η μνήμη τους πρέπει να δικαιωθεί με την αποκάλυψη της αλήθειας που οδήγησε στο δικό τους τέλος και οι υπεύθυνοι να αποκτήσουν ονοματεπώνυμο και να λογοδοτήσουν. Πρόκειται για αίτημα το οποίο επίσης «καίει» εξίσου όσους βρίσκονταν στο μοιραίο τρένο και σώθηκαν, έστω κι αν τραυματίστηκαν.
Από εκεί και πέρα υπάρχουν τουλάχιστον δύο ακόμη πολύ σοβαρά επίπεδα προσέγγισης της τραγωδίας των Τεμπών.

Το ένα αφορά το τι γίνεται σήμερα -και από εδώ και πέρα- στους ελληνικούς σιδηροδρόμους. Άλλαξε κάτι μετά την τραγωδία της 28ης Φεβρουαρίου ή τα ελληνικά τρένα εξακολουθούν να κυκλοφορούν όπως πριν, σα να μην έγινε τίποτα; Προχώρησαν και σε ποιον βαθμό όσα δεν είχαν γίνει στον ελληνικό σιδηρόδρομο δεκαετίες τώρα; Τελικά έναν χρόνο μετά τα ελληνικά τρένα είναι ασφαλή ή εξακολουθούν να ταξιδεύουν με ρίσκο το δυστύχημα και τις ζωές των επιβατών; Το «Ποτέ ξανά» έχει νόημα ή είναι ένα σύνθημα «πουκάμισο αδειανό»;

Το δεύτερο επίπεδο είναι η διερεύνηση των συνθηκών ενός τόσο μεγάλου και δραματικού γεγονότος, αφού -όπως φάνηκε- πρωτόκολλα και διαδικασίες δεν υπήρχαν. Ή αν υπήρχαν έμειναν στα χαρτιά και δεν εφαρμόστηκαν στην πράξη. Για να υποχρεωθεί η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου να εκδώσει οδηγία προς τις δικαστικές αρχές να απαντήσουν σε όλα τα ερωτήματα των συγγενών των θυμάτων, που απολύτως φυσικά «κυνηγούν» το θέμα, σημαίνει ότι υπήρξε έλλειμμα.

Και τα δύο αυτά επίπεδα αφορούν μεν το μετά από ένα συμβάν, αλλά -κυρίως- αφορούν άμεσα πολύ περισσότερους από τα 57 αθώα θύματα. Αφορούν την καθεμία και τον καθένα που ζει και κινείται σε αυτή τη χώρα. Ολόκληρη την κοινωνία. Ο λαός λέει «το πάθημα να γίνεται μάθημα», κάτι σκληρό για όσους έπαθαν -στην προκειμένη περίπτωση όσους έχασαν δικούς τους ανθρώπους-, αλλά απολύτως απαραίτητο για να μην υπάρξουν άλλοι που θα… πάθουν. Διότι στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια οι ανθρώπινες τραγωδίες είναι πολλές. Από τους περισσότερους 70 νεκρούς στις πυρκαγιές του 2007 στην Πελοπόννησο και τον «στρατηγό άνεμο» του Πολύδωρα, του πάνω από 25 πνιγμένους στις πλημμύρες της Μάδρας και τους 102 καμένους στο Μάτι, μέχρι τους 57 των Τεμπών, για έναν εκ των οποίων δεν βρέθηκε ούτε καν μια τρίχα από τα μαλλιά του. Όλοι αυτοί είναι πιθανό να ζούσαν ακόμη εάν υπήρχε τήρηση της νομοθεσίας, επάρκεια και υπευθυνότητα των αρμοδίων και γενικότερα μια αίσθηση οργάνωσης. Επίσης όλοι αυτοί -ή έστω πολλοί από αυτούς- θα μπορούσαν ακόμη να χαμογελούν εάν όταν συνέβαινε κάτι άσχημο κινούνταν άμεσα οι απαραίτητες διαδικασίες, ώστε αφενός να εντοπιστούν και να καλυφθούν τυχόν κενά και προβλήματα του συστήματος και αφετέρου να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι. Ο έλεγχος ακόμη και κατόπιν εορτής είναι χρήσιμος επειδή παράγει αποτελέσματα και για το μέλλον. Η απουσία ελέγχου -είτε πριν είτε μετά- οδηγεί στη χαλαρότητα, που επιτείνεται από την ατιμωρησία.

Στις εκδηλώσεις των τελευταίων δύο ημερών για τον έναν χρόνο από το δυστύχημα στα Τέμπη η θεματολογία και τα συνθήματα ήταν φορτισμένα συναισθηματικά και κατά κόρον ζητούσαν τη δικαίωση των θυμάτων και την τιμωρία όσων με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους οδήγησαν στην τραγωδία. Κάτι αναμενόμενο αφού οι έρευνες δεν έχουν ολοκληρωθεί, οι καταγγελίες για πλημμελή και πρόχειρη προσέγγιση πληθαίνουν, προφυλακισμένοι είναι μόλις δύο από τους εμπλεκόμενους, ενώ η δίκη αναμένεται το καλοκαίρι και μόνο ένας Θεός ξέρει πόσο θα τραβήξει. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι το Μάτι έγινε τον Ιούλιο του 2018 και η δίκη ακόμη συνεχίζεται, κάτι που σημαίνει ότι θα ολοκληρωθεί περίπου έξι χρόνια από τα γεγονότα.

Παρ’ όλα αυτά η ανάγκη να διορθωθούν τα πράγματα, αλλά και η πιστοποίηση ότι κανείς δεν είναι ανέλεγκτος και πολύ περισσότερο υπεράνω του νόμου είναι εξίσου επιτακτική. Η τραγωδία των Τεμπών έχει τόση δυναμική που μπορεί να υπερβεί το απόλυτα συναισθηματικό και να προβάλλει πειστικά θεσμικά αιτήματα, η ικανοποίηση των οποίων θα αποτρέψει ενδεχομένως άλλες τραγωδίες. Διότι -κακά τα ψέματα- πέρα από τις πολιτικές και ποινικές ευθύνες, που υπάρχουν και είναι σαφείς, το ξεχαρβάλωμα των δομών στη χώρα συνιστά μεγάλο πρόβλημα. Διότι η νοοτροπία πίσω από το μπάζωμα των ρεμάτων, τον αποκλεισμό των παραλιών, την αυθαίρετη δόμηση, το ανέμελο άναμμα της φωτιάς και όλα όσα την κρίσιμη ώρα δημιουργούν συνθήκες ανθρωποθυσιών είναι ακριβώς ίδια με τη νοοτροπία ενός υπουργού που δεν ελέγχει, αλλά διαβεβαιώνει για την ασφάλεια των συστημάτων, ενός σταθμάρχη που κάθεται μπροστά από την κονσόλα του χωρίς να ξέρει τι του γίνεται, ενός προϊσταμένου που επιλέγει τις βάρδιες με βάση το εορταστικό τριήμερο κι ενός γιατρού που δίνει αναρρωτική άδεια σε κάποιον γνωστό φίλου του χωρίς καν να τον έχει δει ποτέ στη ζωή του.