Skip to main content

Έρευνα: Υποψιασμένοι οι Θεσσαλονικείς για τα fake news

Την έρευνα διενήργησε η Δημοτική Ραδιοτηλεόραση Θεσσαλονίκης από κοινού με την ΕΣΗΕΜ-Θ και το Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ.

Ποιες κατηγορίες ειδήσεων ενδιαφέρουν περισσότερο τους Θεσσαλονικείς; Σε ποιο βαθμό δείχνουν εμπιστοσύνη στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης σε σχέση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή τον κοινωνικό και οικογενειακό τους περίγυρο; Πόσο συχνά γίνονται αποδέκτες ψευδών ειδήσεων, ποιες πηγές ευθύνονται κυρίως γι’ αυτό και με ποιο τρόπο ελέγχουν την εγκυρότητα της ενημέρωσης που «καταναλώνουν»;

Στα παραπάνω ερωτήματα και σε πολλά ακόμη, δίνει απάντηση η έρευνα κοινής γνώμης την οποία διενήργησε τον Φεβρουάριο η Δημοτική Ραδιοτηλεόραση Θεσσαλονίκης (TV100/FM100) από κοινού με την ΕΣΗΕΜ-Θ και το Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ. Τα ευρήματα της έρευνας, που διεξήγαγε στους επτά Δήμους της Α’ Εκλογικής Περιφέρειας Θεσσαλονίκης η εταιρεία δημοσκοπήσεων Palmos Analysis, παρουσιάστηκαν σε ειδική εκδήλωση η οποία έγινε σήμερα Πέμπτη 22 Μαρτίου, στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θεσσαλονίκης και μεταδόθηκε «ζωντανά» από την TV100.

Την έρευνα παρουσίασαν και σχολίασαν ο Γενικός Διευθυντής της ΔΕΠΘΕ Φίλιος Στάγκος, ο Διευθυντής της ΕΣΗΕΜ-Θ Γιάννης Κοτσιφός, ο πρόεδρος του τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ Γιώργος Τσουρβάκας, ο Επίκουρος Καθηγητής ΑΠΘ Νίκος Παναγιώτου και ο Διευθυντής Ερευνών της Palmos Analysis Πασχάλης Τεμεκενίδης. Τη συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος Βαγγέλης Πλάκας.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία δημοσκοπήσεων Palmos Analysis, κατά την περίοδο 6-13 Φεβρουαρίου 2018, σε δείγμα 802 ατόμων, κατοίκων των επτά Δήμων του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης.

Κεφάλαιο αιχμής στη φετινή έρευνα αποτέλεσαν οι ψευδείς ειδήσεις ή άλλως τα λεγόμενα fake news. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας περισσότερο ενοχοποιούνται γι’ αυτό το φαινόμενο τα κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι ανώνυμες ενημερωτικές ιστοσελίδες. Ωστόσο, σχεδόν οι μισοί «καταναλωτές» των ειδήσεων είναι πλέον υποψιασμένοι και φροντίζουν να διασταυρώνουν την εγκυρότητά τους.

Κατά τα άλλα, οι ειδήσεις οι οποίες αφορούν την πολιτική, την οικονομία και τον αθλητισμό εξακολουθούν να προσελκύουν το ενδιαφέρον των περισσοτέρων. Όσον αφορά το «βαθμό εμπιστοσύνης» ως προς την πηγή ενημέρωσης τα πρωτεία κατέχουν ο άμεσος οικογενειακός και κοινωνικός περίγυρος, το ραδιόφωνο και τα τοπικά μέσα ενημέρωσης (ενημερωτικές ιστοσελίδες, τηλεόραση).

Ειδικότερα:

- Το 82% των Θεσσαλονικέων δηλώνει ότι έχει αντιληφθεί να υπάρχουν ψευδείς ειδήσεις στην ειδησεογραφία που παρακολουθεί, ενώ «όχι» δηλώνει μόλις το 17%. Αντιμέτωποι με ψευδείς ειδήσεις δηλώνουν ότι βρέθηκαν περισσότερο οι άντρες (87%) σε σχέση με τις γυναίκες (77%).

- Παρότι συνάντησαν ψευδείς ειδήσεις δεν παραπλανήθηκαν δηλώνουν το 46% των ερωτηθέντων. Αντιθέτως θύματα των ψευδών ειδήσεων έπεσε το 37% (μερικές φορές) και το 16% (πολλές φορές). Περισσότερο επιρρεπείς στις ψευδείς ειδήσεις εμφανίζονται οι γυναίκες (56%) και ακολουθούν οι άνδρες (49%).

- Οι περισσότερες ψευδείς ειδήσεις συναντώνται σε θεματολογία που αφορά: πολιτική/διεθνείς σχέσεις (95%), οικονομία/επιχειρήσεις (85%), μεταναστευτικό/προσφυγικό (74%), μειονότητες (69%), υγεία (67%), προσωπική ζωή δημοσίων προσώπων (65%), περιβαλλοντικά ζητήματα (62%), ασφάλεια/εγκληματικότητα (59%) και αθλητισμό (46%).

- Όσον αφορά τον… βιότοπο των ψευδών ειδήσεων οι περισσότερες φύονται στα τηλεοπτικά κανάλια εθνικής εμβέλειας (49%) και ακολουθούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook, twitter κ.ά.) (16%), εναλλακτικές ή ανώνυμες ενημερωτικές ιστοσελίδες (14%), επώνυμες ενημερωτικές ιστοσελίδες (5%), τηλεοπτικά κανάλια τοπικής εμβέλειας και εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας (4%) και ραδιόφωνο (2%).

- Στο ερώτημα «πως ελέγχετε την αξιοπιστία και την εγκυρότητα μιας είδησης» οι απαντήσεις που δόθηκαν είναι μέσω της διασταύρωσης από άλλα μέσα ή άλλες πηγές (61%), από φίλους ή γνωστούς (32%), από τη διερεύνηση της πηγής προέλευσης (18%), από το όνομα και τη φήμη του δημοσιογράφου που τη μεταδίδει (14%) και από το όνομα και τη φήμη του μέσου που τη μεταδίδει (13%).

Τρεις ψευδείς ειδήσεις

Στο πλαίσιο της έρευνας τέθηκαν υπόψη των ερωτώμενων τρεις συγκεκριμένες ψευδείς ειδήσεις οι οποίες μεταδόθηκαν κατά τη διάρκεια του συλλαλητηρίου για τη «Μακεδονία» το οποίο έγινε στη Θεσσαλονίκη στις 21 Ιανουαρίου.

Τα ευρήματα είναι τα ακόλουθα:

- Το 40% των ερωτηθέντων πληροφορήθηκε για την «είδηση» ότι παρεμποδίστηκαν λεωφορεία με διαδηλωτές στα διόδια των Μαλγάρων και πιστεύει ότι αυτή ήταν αληθής και μόλις το 4% την πληροφορήθηκε αλλά τη θεώρησε ψευδή. Επιπλέον, το 28% άκουσε την «είδηση» αλλά δεν ήξερε εάν ήταν αληθής ή ψευδής, ενώ το 27% δεν την είχε ακούσει.

- Σχετικά με τη δεύτερη ψευδή είδηση ότι ο δήμος Θεσσαλονίκης αρνήθηκε τη χορήγηση ηλεκτρικού ρεύματος στους διοργανωτές του συλλαλητηρίου το 61% δήλωσε ότι δεν την είχε ακούσει, ενώ απ’ όσους δήλωσαν ότι την είχαν ακούσει το 17% δεν γνωρίζει εάν ήταν αληθής ή ψευδής, το 15% τη θεώρησε αληθή και το 5% ψευδή.

- Η τρίτη ψευδής είδηση η οποία ετέθη υπόψη των ερωτώμενων ήταν ότι «η δημοτική τηλεόραση TV100 δεν μετέδωσε το συλλαλητήριο». Το 45% την εξέλαβε ως αληθή, το 6% ως ψευδή, το 10% δεν γνώριζε εάν ήταν αληθής ή ψευδής, ενώ το 37% δεν την είχε καν ακούσει.

Τα υπόλοιπα ευρήματα

- Οι ειδήσεις οι οποίες αφορούν πολιτική/εκλογές/διεθνείς σχέσεις προσελκύουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον των Θεσσαλονικέων σε ποσοστό 65% και ακολουθούν οι ειδήσεις σχετικές με την οικονομία και τις επιχειρήσεις (43%), τον αθλητισμό (29%), τα περιβαλλοντικά θέματα (22%), θέματα δημόσιας και ατομικής υγείας (19%), ασφάλειας και εγκληματικότητας (15%), μεταναστευτικό και προσωπική ζωή δημοσίων προσώπων (από 7%) κ.ο.κ.

- Μεγαλύτερο «βαθμό εμπιστοσύνης» ως προς την πηγή ενημέρωσης δείχνουν οι ερωτώμενοι στον άμεσο οικογενειακό και κοινωνικό τους περίγυρο (βαθμός 3,4 με άριστα το 5) και ακολουθούν με βαθμό 3 το ραδιόφωνο και οι τοπικές ενημερωτικές ιστοσελίδες, με βαθμό 2,9 οι γενικές ενημερωτικές ιστοσελίδες, η τηλεόραση τοπικής εμβέλειας (2,6), οι εφημερίδες (τοπικές και πανελλαδικές) και τα μέσα κοινωνικές δικτύωσης (2,5) και η τηλεόραση εθνικής εμβέλειας (2,3).