Skip to main content

Τρεις οικολογικές παρεμβάσεις για τα ρέματα της Θεσσαλονίκης

Τι προτείνουν για τα ρέματα και τους χειμάρρους του πολεοδομικού συγκροτήματος τα στελέχη της Οικολογικής Κίνησης Θεσσαλονίκης.

Η Θεσσαλονίκη αριθμεί την απώλεια πολλών ρεμάτων και χειμάρρων, που ιστορικά διέτρεχαν το πολεοδομικό συγκρότημα. Τα μπαζώματα και οι καταστροφές από ανθρωπογενείς παρεμβάσεις και κυρίως από την ανεξέλεγκτη δόμηση, είχαν ως αποτέλεσμα στην πρόοδο του χρόνου να εκδηλώνονται διαρκώς πλημμύρες ακόμη και στις πλέον κεντρικές περιοχές της πόλης.

Τα τελευταία χρόνια, ο τρόπος διαχείρισης των χειμάρρων στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις αλλάζει προς την κατεύθυνση της προστασίας τους ως φυσικών οικοσυστημάτων. Η εργασία των στελεχών της Οικολογικής Κίνησης Θεσσαλονίκης, Γιώργου Μπλιώνη και Μιχάλη Τρεμόπουλου, που θα παρουσιαστεί στο 6ο Περιβαλλοντικό Συνέδριο Μακεδονίας, προτείνει πολύ συγκεκριμένα μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση και για τη Θεσσαλονίκη.

Στην εργασία τους, η οποία αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου έργου που έχει πάρει τη μορφή βιβλίου υπό έκδοση, οι κ.κ. Μπλιώνης και Τρεμόπουλος κάνουν μια απόπειρα να ανιχνεύσουν, όπως σημειώνουν, τι απέγιναν οι χείμαρροι και τα ρέματα της Θεσσαλονίκης, γιατί εξαφανίστηκαν και αναφέρονται στη διαχείριση των χειμάρρων του πολεοδομικού συγκροτήματος κατά τον 20ο αιώνα, αφήνοντας να διαφανούν αναλογίες και αποκλίσεις μεταξύ διαφορετικών ιστορικών περιόδων. «Καθώς οι τρόποι διαχείρισης των χειμάρρων αλλάζουν ραγδαία τα τελευταία χρόνια, καταλήγουμε με την ανίχνευση εκείνων των τρόπων που αντιμετωπίζουν τους χειμάρρους ως οικοσυστήματα που χρειάζονται προστασία και ανάδειξη», υπογραμμίζουν.

«Κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990, κορυφώθηκε η κριτική στην πρακτική του μπαζώματος των χειμάρρων από την τεχνική και επιστημονική κοινότητα, αλλά και από οικολογικές οργανώσεις, οδηγώντας σε προστατευτικές αποφάσεις του ΣτΕ, όπως η κομβική απόφαση 4654/1996. Από τότε έγιναν προσπάθειες διατήρησης της ανοιχτής κοίτης ορισμένων χειμάρρων, χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία του εγκιβωτισμού με συρματοκιβώτια (σαρζανέτια). Ωστόσο, ασκήθηκε κριτική και στη νέα μεθοδολογία, κυρίως γιατί:

α) καταστρέφει επίσης τη μορφολογία και τη βλάστηση της κοίτης, μετατρέποντάς την από ένα ζωντανό οικοσύστημα σε μια ανοιχτή τάφρο απορροής, και παρέχοντας τη μέγιστη δυνατότητα για οικοδομική δραστηριότητα,

β) ενισχύει αντί να μειώνει την ταχύτητα διέλευσης των πλημμυρικών παροχών και

γ) με την πάροδο των ετών αυξάνεται ο κίνδυνος διάβρωσης των συρμάτων και παράσυρσης των χαλικιών», αναφέρουν οι εισηγητές στην εργασία τους.

Ανοιχτά ρέματα

Η ανάγκη καλύτερων περιβαλλοντικών προδιαγραφών στη διαχείριση πλημμυρικών κινδύνων έχει αναγνωριστεί από τη Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία δέχεται ότι ο ρόλος της φυσικής διαχείρισης των πλημμυρών και των πράσινων υποδομών πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω. Η διαχείριση των πλημμυρικών κινδύνων θα πρέπει να γίνεται σε συνεργασία με τη φύση και όχι εναντίον της, τονίζουν οι κ.κ. Μπλιώνης και Τρεμόπουλος.

«Τα μέτρα φυσικής συγκράτησης των υδάτων (NWRM) είναι πολυ-λειτουργικά μέτρα, που αποσκοπούν στην προστασία και διαχείριση των υδάτινων πόρων, αποκαθιστώντας ή διατηρώντας τα οικοσυστήματα, χρησιμοποιώντας φυσικά μέσα και διαδικασίες. Παρέχουν πολλαπλά οφέλη, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του κινδύνου των πλημμυρών και της ξηρασίας, της βελτίωσης της ποιότητας του νερού, της επαναπλήρωσης των υπόγειων υδάτων και της βελτίωσης των ενδιαιτημάτων. Παραδείγματα μέτρων που μπορούν να ενταχθούν στον αστικό σχεδιασμό περιλαμβάνουν «πράσινες στέγες», συστήματα συλλογής βρόχινου νερού, διαπερατές πλακοστρώσεις, τάφρους διήθησης, κήπους βροχής, λεκάνες ή λίμνες εκτόνωσης πλημμυρών, αποκατάσταση αστικών καναλιών. Αυτά τα μέτρα υποστηρίζουν μια νέα προσέγγιση ανάδειξης, ανοίγματος, απελευθέρωσης και αποκατάστασης των φυσικών χαρακτηριστικών των ποταμιών και των λιμνών που βρίσκονται μέσα στις πόλεις, η οποία αναπτύσσεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, τουλάχιστον σε 17 ευρωπαϊκές πόλεις έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια παρεμβάσεις για την ανάδειξη των υδάτινων διαδρομών, σε μια ριζικά διαφορετική κατεύθυνση από τις προηγούμενες δεκαετίες», εξηγούν τα στελέχη της Οικολογικής Κίνησης Θεσσαλονίκης.

Προτάσεις για τη Θεσσαλονίκη

Οι κ.κ. Μπλιώνης και Τρεμόπουλος καταθέτουν τρεις παρεμβάσεις για τη Θεσσαλονίκη, με βάση και τις ευρωπαϊκές πρακτικές, τις οποίες αντλούν, όπως σημειώνουν, από μια σειρά αντίστοιχων ιδεών, που εξετάσουν εδώ και δυο δεκαετίες:

1. Πιλοτικό, διαδημοτικό πρόγραμμα προστασίας και οικολογικής αναβάθμισης του Ξηροπόταμου ή χειμάρρου του Ασβεστοχωρίου, ο οποίος αποτελεί παραπόταμο του Δενδροπόταμου. Πρόκειται για χείμαρρο που παραμένει σε καλή φυσική κατάσταση, η οποία θα μπορούσε να διατηρηθεί χωρίς ευθυγραμμίσεις και συρματοκιβώτια. Η περιοχή των βυζαντινών νερόμυλων της Πολίχνης θα μπορούσε να ενωθεί με την έκταση του πρώην στρατοπέδου Καρατάσου και να δημιουργηθεί ένας μεγάλος χώρος περιβαλλοντικής προστασίας και πολιτισμού, αναδεικνύοντας και αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα τον χείμαρρο.

2. Ανάπλαση του πρώην στρατοπέδου Π. Μελά, με ανάδειξη της πρώην κοίτης του Λοξού Λάκκου, σε κατευθύνσεις ήδη κατατεθειμένης πρότασης ομάδας εργασίας του πρώην Δήμου Σταυρούπολης. Οι πράσινοι χώροι που διασώθηκαν από την πρώην κοίτη του χειμάρρου στην περιοχή της Πολίχνης θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μια συνολικότερη αστική ανασυγκρότηση που θα αποκαταστήσει χαρακτηριστικά του προηγούμενου οικοσυστήματος.

3. Ανάπλαση της περιοχής της περιφερειακής τάφρου και μετατροπή σε ένα εκτεταμένο ημι-φυσικό οικοσύστημα και ζώνη ήπιας αναψυχής. Αντίστοιχη πρόταση είχε τύχει αρκετά προχωρημένης επεξεργασίας από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης, όπως αυτή παρουσιάστηκε το 2010, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουμε την τύχη της.

«Αυτές οι ενδεικτικές προτάσεις, βέβαια, είναι απαραίτητο να ενταχθούν σε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κατευθύνσεων. Γι' αυτό κρίνουμε απαραίτητη την κατάρτιση ενός νέου 'Γενικού Ρυθμιστικού Σχεδίου αντιπλημμυρικής προστασίας και αποχέτευσης ομβρίων Ν. Θεσσαλονίκης (Master Plan)', το οποίο θα διαπνέεται από τη νέα οικολογική προσέγγιση. Πολλές από τις παρεμβάσεις που θα περιλάβει αναπόφευκτα θα έχουν έναν πιλοτικό και καινοτομικό χαρακτήρα, δίνοντας τη δυνατότητα να αντλήσουν ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις από αντίστοιχα προγράμματα», επισημαίνουν οι εισηγητές.