Skip to main content

Το τέλος διανυκτέρευσης Μπουτάρη και το κάρο μπροστά από το άλογο

Τα δίκια του δημάρχου για καθιέρωση τέλους διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία και οι ευθύνες για την έλλειψη τουριστικής ταυτότητας της Θεσσαλονίκης.

Η πρόταση του Γιάννη Μπουτάρη για την καθιέρωση τέλους διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκη της τάξεως του μισού ευρώ ανά άτομο και ανά διανυκτέρευση, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η προβολή της πόλης έχει μια λογική. Αυτό που είπε ο δήμαρχος απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση στο περιθώριο της φετεινής Philoxenia ισχύει σε πολλά μέρη στην Ευρώπη.

Για παράδειγμα στη Μπρυζ του Βελγίου είναι δύο ευρώ και στη Βαρκελώνη πέντε ευρώ το άτομο ανά διανυκτέρευση. Η πρακτική αυτή βασίζεται στην πραγματικότητα ότι τα ξενοδοχεία είναι οι επιχειρήσεις που ωφελούνται σίγουρα από την τουριστική αύξηση και την άνοδο της επισκεψιμότητας. Επίσης, καλύπτει την ανάγκη για διαφήμιση της πόλης στο διεθνές πεδίο, καθώς ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος και προέρχεται από παντού. Και μπορεί εμείς να γνωρίζουμε τις ομορφιές, τις ιδιαιτερότητες, την ιστορία και τα μνημεία της Θεσσαλονίκης, αλλά εκτός των συνόρων πρόκειται για μια πόλη με ελάχιστη αναγνωρισιμότητα.

Κάπου εδώ τελειώνουν τα δίκια του δημάρχου και αρχίζουν οι ευθύνες. Όχι μόνο οι δικές του, αλλά και των υπολοίπων παραγόντων και εκπροσώπων της Θεσσαλονίκης. Κατ’ αρχήν βασική αρχή του μάρκετινγκ είναι ότι για να προβάλεις, για να διαφημίσεις κάτι πρέπει πρώτα να το έχεις. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει ακόμη διαμορφωμένη τουριστική φυσιογνωμία, στην οποία να συνυπάρχουν η ιστορία, η γεωγραφία, ο τρόπος ζωής, το φυσικό τοπίο, οι άνθρωποι, οι αγορές. Της λείπει δηλαδή η τουριστική ταυτότητα. Επομένως, η όποια προβολή της πόλης είναι αποσπασματική και γι’ αυτό ερασιτεχνική. Είναι εκπληκτικό το φαινόμενο οι αρμόδιοι –από την αυτοδιοίκηση και την πολιτεία, μέχρι τους ιδιώτες της πιάτσας- να μην αντιλαμβάνονται την έλλειψη.  Ή αν καταλαβαίνουν τι γίνεται να μη φροντίζουν πρώτα απ’ όλα και πριν απ’ οτιδήποτε άλλο να καλύψουν το κενό που υπάρχει.

Ο σημερινός δήμαρχος Θεσσαλονίκης –το έχουμε ξαναπεί και το έχουμε ξαναγράψει- πιστώνεται την εξωστρέφεια της πόλης των τελευταίων χρόνων. Με την προσωπικότητα και τις πρωτοβουλίες του άλλαξε το μουντό και εν πολλοίς αφιλόξενο κλίμα του παρελθόντος. Χάρη σ’ αυτόν οι επισκέπτες της πόλης είναι περισσότεροι σε σχέση με το παρελθόν. Όμως, αν η αρχή που έκανε δεν έχει συνέχεια θα εξαντλήσει σύντομα τα όρια της. Εκείνο που χρειάζεται είναι συστηματική, επαγγελματική δουλειά, κάτι που είναι βέβαιο ότι ο Μπουτάρης με το επιχειρηματικό του παρελθόν αντιλαμβάνεται πλήρως. Τώρα, το  γιατί δεν οργανώνει σωστά τα πράγματα είναι κάτι που μόνο ο ίδιος γνωρίζει.

Η Θεσσαλονίκη έχει την ατυχία να διατηρεί Οργανισμό Τουριστικής Προώθησης και Μάρκετινγκ. Αυτόν τον οργανισμό θέλει άλλωστε να χρηματοδοτήσει με το τέλος διανυκτέρευσης ο δήμαρχος. Ένα οργανισμό – φάντασμα, που όσες φορές προσπάθησε να κάνει κάτι «χάθηκε» στη γραφειοκρατία και τα συστήματα του δημοσίου. Τους τελευταίους μήνες η αντιπεριφερειάρχης Βούλα Πατουλίδου ανέλαβε να τον θέσει σε κίνηση, πλην όμως επί ματαίω. Μέχρι στιγμής τίποτα δεν γίνεται. Η ίδια σε πρόσφατες δηλώσεις της περιγράφει την κατάσταση διάλυσης που βρήκε και εξηγεί την προσπάθεια της να κλείσει τις πληγές του παρελθόντος. Μόνο που ο χρόνος τρέχει και η εκ νέου υπηρεσιακή αντιμετώπιση του θέματος δεν αρκεί. Προφανώς η συμπαθής Ολυμπιονίκης οφείλει να συμμαζέψει το μαγαζί, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να προχωρήσει σε εμπροσθοβαρείς δράσεις, διότι ο χρόνος περνάει. Η προετοιμασία για να βγει με αξιώσεις η Θεσσαλονίκη στην διεθνή τουριστική αγορά απαιτεί χρόνο, χρήμα και εξειδικευμένη δουλειά. Κάθε μέρα που περνάει είναι απλώς ακόμη μια χαμένη μέρα.   

ΥΓ. Οι ξενοδόχοι διαφωνούν με την πρόταση Μπουτάρη για την καθιέρωση τέλους διανυκτέρευσης, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι εδώ και χρόνια χρεώνονται με τέλος παρεπιδημούντων, χωρίς ανταπόδοση. Έχουν δίκιο. Το βέβαιο είναι ότι κάθε γκρίνια θα σταματήσει εάν η τουριστική κίνηση στη Θεσσαλονίκη αυξηθεί συστηματικά και η πόλη μπει –έστω αχνά στην αρχή- στο διεθνή τουριστικό χάρτη. Όταν ολόκληρη η οικονομία θα κερδίζει, δεν θα υπάρχει χώρος –και χρόνος- για γκρίνια.