Skip to main content

Το πάθημα...μάθημα, λένε οι ευρωπαϊκές τράπεζες

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι υπέρ της λήψης όλων των απαραίτητων μέτρων για την ενίσχυση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
«Τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα διδάχθηκαν από την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση. Επιθυμούν να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ενίσχυση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και να ανταποκριθούν πλήρως στο ρόλο τους ως φορέων χρηματοδότησης της οικονομίας».

Αυτή είναι η πρώτη επισήμανση σε ανακοίνωση, που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ομοσπονδία (η ΕΤΟ), μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού της Συμβουλίου στη Μαδρίτη, στην οποία την Ελληνική Ένωση Τραπεζών εκπροσώπησαν ο πρόεδρός της Βασίλης Ράπανος, και ο γενικός της γραμματέας Χρήστος Γκόρτσος.

Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρεται σε ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ομοσπονδίας, τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα επιβεβαιώνουν την υποστήριξή τους στις αποφάσεις που έλαβε τα δύο τελευταία χρόνια το G-20 και, ιδίως, εκείνες που αφορούν στην περαιτέρω ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων τους, όπως αυτές εξειδικεύονται με τις προτάσεις της Επιτροπής της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία.

Η ΕΤΟ υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι οι επιπτώσεις στην οικονομία, τις κεφαλαιαγορές και τις δομές των πιστωτικών ιδρυμάτων που θα επέλθουν από την υλοποίηση των εν λόγω αποφάσεων απαιτούν ενδελεχή περαιτέρω ανάλυση, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να δοθεί επαρκής χρόνος για την αξιολόγηση των σωρευτικών επιπτώσεών τους. Τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα εκτιμούν ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό το σύνολο των υπό υιοθέτηση μέτρων να υποβληθεί, για περαιτέρω διαβούλευση και αξιολόγηση επιπτώσεων, πριν από την οριστικοποίησή τους.

Η ΕΤΟ τονίζει, επίσης, ότι όλες οι προτεινόμενες τροποποιήσεις του ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή σταδιακά και ταυτόχρονα σε διεθνές επίπεδο, ώστε προηγουμένως να έχει διασφαλιστεί η σταθερή ανάκαμψη των ευρωπαϊκών οικονομιών, να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού και να αποφευχθούν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και τα επιχειρηματικά υποδείγματα των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Το προσεκτικό αυτό χρονοδιάγραμμα θα πρέπει, επίσης, να εφαρμοστεί και σε ό,τι αφορά στις συναφείς πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την τροποποίηση της κοινοτικής Οδηγίας, η οποία είναι γνωστή ως «Capital Requirements Directive» και ενσωματώνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο τους κανόνες της Επιτροπής της Βασιλείας.

Με την έμφαση που αποδίδουν στην ανάγκη ανάλυσης των επιπτώσεων των επικείμενων τροποποιήσεων του ρυθμιστικού πλαισίου, τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα εκφράζουν τον προβληματισμό τους, κυρίως, σε σχέση με τη συνοχή των προτεινόμενων μέτρων. Η ΕΤΟ έχει ήδη δρομολογήσει μελέτη της μακρο-οικονομικής αξιολόγησης των επιπτώσεων των υπό υιοθέτηση μέτρων σε διεθνές επίπεδο, τα πρώτα πορίσματα της οποίας ενισχύουν τον προβληματισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων: αν τα προτεινόμενα μέτρα εφαρμοστούν ως έχουν, η αρνητική επίπτωσή τους στην ευρωπαϊκή οικονομία θα είναι σημαντική τόσο σε όρους ανάπτυξης όσο και σε όρους διεθνούς εμπορίου.

Σε αυτή την περίπτωση, δήλωσε ο κ. Alessandro Profumo, Πρόεδρος της ΕΤΟ και Διευθύνων Σύμβουλος της Unicredit Group, «πολλά πιστωτικά ιδρύματα - αν μη τι άλλο τα μικρού και μεσαίου μεγέθους - απλώς δεν θα είναι σε θέση να αντλήσουν επαρκή κεφάλαια για τη χρηματοδότηση της χορηγητικής τους δραστηριότητας και θα πρέπει, συνεπώς, να την περιορίσουν».

Ομοίως, οι προτάσεις της Επιτροπής της Βασιλείας για τη διαχείριση της ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων εκτιμάται ότι θα έχουν ως αποτέλεσμα ότι αυτά δεν θα είναι πλέον σε θέση να ανταποκρίνονται επαρκώς στο ρόλο τους ως φορέων μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης της οικονομίας. Στο τέλος, πρόσθεσε ο κ. Profumo, «οι νέοι κανόνες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε περιορισμό της ικανότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων να δανείζουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις».

Τα μέλη του ΔΣ της ΕΤΟ ισχυρίζονται, επίσης, ότι, εφόσον διασφαλιστεί η κατάλληλη εποπτεία του τραπεζικού συστήματος και η καθιέρωση επαρκών κανόνων κεφαλαιακής επάρκειας, οι τροποποιήσεις του ρυθμιστικού πλαισίου δεν θα πρέπει να επιβάλουν επιπρόσθετους νομικούς περιορισμούς στα υφιστάμενα επιχειρηματικά υποδείγματα των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα επιβεβαιώνουν ότι όσα από αυτά ευεργετήθηκαν από κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει σταδιακά να τις επιστρέψουν, με στόχο τη διατήρηση συνθηκών ανταγωνιστικής ισότητας. Επιπλέον, δεν επικροτούν την καθιέρωση νέων σε βάρος τους φορολογικών μέτρων, όπως έχει προταθεί, τα οποία θα έχουν ως αποτέλεσμα την επικάλυψη με τις τροποποιήσεις που πρόκειται να επέλθουν με την υιοθέτηση των κανόνων που προτείνει η Επιτροπή της Βασιλείας, θα μειώσουν περαιτέρω την κεφαλαιακή βάση των πιστωτικών ιδρυμάτων, και συνεπώς τη χορηγητική τους ικανότητα, και σε καμία περίπτωση δεν θα ενισχύσουν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα εκτιμούν ότι πρέπει να υπάρξει περαιτέρω επεξεργασία των προτάσεων που έχουν υποβληθεί αναφορικά με τη διαχείριση κρίσεων και τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλισή της, περιλαμβανομένης της χρηματοδότησης των σχετικών μηχανισμών. Όπως επισημαίνει ο κ. Profumo «ο βαθμός συντονισμού των μέτρων στην ΕΕ θα πρέπει να είναι σημαντικός, ώστε αυτά να λειτουργήσουν αποτελεσματικά, ενώ είναι απαραίτητο να καθιερωθούν και διεθνώς αναγνωρισμένες αρχές. Ωστόσο, είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας, διαρκώς, ότι η επιβολή αυστηρότερων κανόνων στα πιστωτικά ιδρύματα θα έχει αρνητική επίπτωση στην οικονομία».

Καταληκτικά, ο πρόεδρος της ΕΤΟ θεωρεί ότι ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος αποτελεί βασικό παράγοντα για την επίλυση του προβλήματος: «Τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους ότι θα συνεχίσουν να συνεργάζονται με τις ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές προκειμένου να επιτευχθεί μια ισχυρή και αποτελεσματική χρηματοπιστωτική αρχιτεκτονική και να διασφαλιστεί η σταθερότητα στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα».