Skip to main content

Το αμοιβαίο συμφέρον διατηρεί τις «καλές σχέσεις» Ρωσίας - Τουρκίας

Ούτε ο Πούτιν ούτε ο Ερντογάν επιθυμούν την διάρρηξη των σχέσεών τους, καθένας για τους δικούς του λόγους, που είναι αρκετά ισχυροί...

Με τον φόνο του Ρώσου πρεσβευτή στην Άγκυρα, γίναμε μάρτυρες ενός σπάνιου διπλωματικού γεγονότος, όπου το τραγικό περιστατικό όχι μόνο δεν προκάλεσε όξυνση των σχέσεων των δύο χωρών (κάποιοι μάλιστα βιάστηκαν να θυμηθούν τον φόνο του Αρχιδούκα της Αυστρουγγαρίας στο Σεράγεβο, πρόσχημα για την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου) αλλά και οι δύο το απέδωσαν σε προβοκάτσια ή σε ξένο παράγοντα.

Είναι προφανές πως, κατ’ αυτό το χρονικό διάστημα, ούτε ο Πούτιν ούτε ο Ερντογάν επιθυμούν την διάρρηξη των σχέσεών τους, καθένας για τους δικούς του λόγους, που είναι αρκετά ισχυροί ώστε να παραβλέψουν σειρά γεγονότων που θα μπορούσαν τα πράγματα να είχαν άλλη τροπή. Πέραν των οικονομικών λόγων, ο Ερντογάν, έχει μόνον την Ρωσία υποστηρικτή σε μια σειρά ενεργειών του, ενώ ο Πούτιν δεν θα ήθελε με κανένα τρόπο να προσθέσει στους αντιπάλους του και τους Τούρκους, την ώρα που το ΝΑΤΟ γεμίζει με στρατεύματα τις γειτονικές του χώρες και την Μαύρη Θάλασσα με πολεμικά.

Ο Ααρόν Στάιν, ειδικός για την Τουρκία στο Atlantic Council, υποστηρίζει πως «Η Τουρκία έχει ανάγκη τη Ρωσία για να προωθήσει τα πολεμικά της συμφέροντα. Η Ρωσία έχει ανάγκη την Τουρκία για να νικήσει -όπως τουλάχιστον ορίζει εκείνη τη νίκη- στη Συρία. Και οι δύο χώρες έχουν λόγους να χειριστούν αυτή την κατάσταση σαν ενήλικες».

Βεβαίως, οι δύο χώρες έχουν και σε ένα βαθμό αντίθετα συμφέροντα στον πόλεμο της Συρίας. Η Τουρκία αντιτίθεται στον πρόεδρο Ασαντ και έχει στηρίξει τις αντάρτικες οργανώσεις. Η Ρωσία υποστηρίζει τον Ασαντ και μπήκε στον πόλεμο το φθινόπωρο του 2015 για να τον στηρίξει. Λίγο μετά την παρέμβαση της Ρωσίας, τα αεροπλάνα της άρχισαν να βομβαρδίζουν τους υποστηριζόμενους από την Τουρκία αντάρτες, πετώντας κατά μήκος των τουρκοσυριακών συνόρων – τα οποία η τουρκική πλευρά υποστηρίζει ότι παραβιάστηκαν επανειλημμένα.

Όπως έγραψε ο Μαξ Φίσερ, αρθρογράφος των New York Times, η Τουρκία υιοθέτησε μια λιγότερο φιλόδοξη στρατηγική, με στόχο να εμποδιστούν οι κουρδικές οργανώσεις της Συρίας να αποκτήσουν μεγάλη ισχύ στα σύνορά της. Η αλλαγή αυτή έφερε πιο κοντά την Τουρκία με τη Ρωσία. Η Τουρκία φοβάται ότι ο έλεγχος των συνόρων από τους Κούρδους θα ενίσχυε τις αυτονομιστικές τους τάσεις στο εσωτερικό της.

Η εμπλοκή της Ρωσίας στον πόλεμο άλλαξε και γενικότερα τους υπολογισμούς της Άγκυρας, που διαπίστωσε ξαφνικά ότι η εκστρατεία κατά του Ασαντ θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να επιτύχει. Η Ρωσία, από την πλευρά της, αρχικά προσπάθησε να κερδίσει έδαφος έναντι των Σύρων ανταρτών, μερικοί από τους οποίους υποστηρίζονταν από την Τουρκία. Η Μόσχα φαίνεται να έφτασε στο συμπέρασμα ότι είναι καλύτερα να συνεργαστεί με την Άγκυρα παρά να την έχει απέναντί της.

Οι δύο χώρες έφτασαν έτσι σε μια ανεπίσημη συμφωνία: η Τουρκία θα έπαυε να υποστηρίζει ορισμένους αντάρτες που απειλούν τα ρωσικά συμφέροντα στη Συρία και η Ρωσία θα έπαυε να υποστηρίζει τις κουρδικές οργανώσεις της Συρίας. Η Ρωσία επέτρεψε επίσης σε Τούρκους στρατιώτες και συμμάχους τους να καταλάβουν μεθοριακά εδάφη που ελέγχονταν μέχρι τότε από Κούρδους και το Ισλαμικό Κράτος. Ο Στάιν αποκαλεί αυτή τη συμφωνία "Χαλέπι έναντι Αλ Μπαμπ": η Ρωσία και ο Ασαντ πήραν το Χαλέπι και η Τουρκία με τους συμμάχους της ανέλαβαν τον έλεγχο της στρατηγικής πόλης Αλ Μπαμπ. Καθώς οι δύο πόλεις βρίσκονται η μία κοντά στην άλλη, οι στόχοι των δύο χωρών είναι κοινοί.

Ισχυρά όμως είναι και τα αμοιβαία οικονομικά συμφέροντα. Είχε ανακοινωθεί προσφάτως ότι η Ρωσία αναλαμβάνει, με τρεις ρωσικές εταιρείες, την κατασκευή τεσσάρων μεγάλων κέντρων παραγωγής ενέργειας. Επίσης, η Ρωσία θα κατασκευάσει στην Τουρκία μεγάλο Ενεργειακό Κέντρο, στην Προύσσα, συσσώρευσης φυσικού αερίου και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, με δυνατότητα 900 megavat. Βεβαίως, υπάρχει και το πυρηνικό έργο του Άκκογιού που ανέλαβαν οι Ρώσοι, όπως και ο πολυσυζητημένος αγωγός Turkish Stream.

Όλα αυτά, δεν τα σκιάζει ο φόνος του Ρώσου πρεσβευτή, που σε άλλες εποχές, ίσως και να ήταν αιτία συγκρούσεων. Ενδεχομενως, από το τελευταίο γεγονός ο μεγαλύτερος χαμένος μπορεί να είναι η Ουάσιγκτον.