Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Η σήμανση για το πλαστικό χρήμα προκαλεί σοκ στην αγορά

Οι άνθρωποι της αγοράς οφείλουν να αντιληφθούν ότι είναι θετική κάθε πρωτοβουλία προς τον εξορθολογισμό και τη νομιμότητα.

Η υποχρέωση ανάρτησης πινακίδας στη βιτρίνα και στο ταμείο των καταστημάτων για το αν δέχονται ή δεν δέχονται πληρωμή με πλαστικό χρήμα, καθώς και διευκρίνιση στην πρώτη εκδοχή ποιες ακριβώς κάρτες δέχονται (χρεωστικές, πιστωτικές κ.λπ.) είναι πραγματικό σοκ για ένα μεγάλο μέρος της αγοράς της Θεσσαλονίκης.

Γι’ αυτό και την πρώτη ημέρα υποχρεωτικής συμμόρφωσης υπήρξε αμηχανία, αλλά και σχετική βεβαιότητα ότι το πρόστιμο των 1000  ευρώ που προβλέπεται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης δεν θα επιβάλλεται από τις πρώτες δύο – τρεις ημέρες.

Το σοκ για τους εμπόρους, τους επαγγελματίες και τους καταστηματάρχες προέρχεται κυρίως από τη δυνατότητα επιλογής που τους δίνει ο νόμος σε αυτή τη φάση. Κάτι που σημαίνει ότι η επιχείρηση –δηλαδή ο επιχειρηματίας όσο μικρομεσαίο κι αν θεωρεί τον εαυτό του- θα πρέπει να αποφασίσει, δηλαδή να πάρει την ευθύνη. Ή θα δέχεται πλαστικό χρήμα και άρα θα κόβει όλα τα νόμιμα παραστατικά και θα φροντίσει τα χρέη του στο δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες ή δεν θα δέχεται και επομένως αφενός θα μείνει πίσω στον ανταγωνισμό και αφετέρου θα στείλει το μήνυμα ότι με την επιχείρησή του κάτι δεν πηγαίνει καλά. Διότι τα υπόλοιπα περί κόστους αγορά και συντήρησης του POS  και προμηθειών των τραπεζών είναι ζητήματα που μπορούν να διευθετηθούν και χρησιμοποιούνται απλώς ως δικαιολογίες για να καλύψουν αδυναμίες άλλου επιπέδου. Είτε μεθόδους φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής και φοροκλοπής, είτε χρέη προς το δημόσιο, τις τράπεζες ή τους ιδιώτες.

Μέχρι τώρα συνήθως το κράτος έπαιρνε μια απόφαση, ψήφιζε τον σχετικό νόμο και απαιτούσε άμεσα την εφαρμογή του. Όλοι ήταν υποχρεωμένοι να υπακούσουν και εξίσου ελεύθεροι να διαμαρτυρηθούν και να γκρινιάξουν για το ανάλγητο κράτος που στην ουσία «αποφασίζει και διατάζει». Ανεξάρτητα από τις πραγματικές συνέπειες ενός νόμου του κράτους ο ψυχολογικός και πρακτικός χειρισμός του ήταν εύκολος, υπό την έννοια ότι συνιστούσε υποχρεωτική απόφαση, την οποία όλοι οφείλουν να εφαρμόσουν.

Στην Ελλάδα –και ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη, όπως απέδειξαν πρόσφατα έλεγχοι που πραγματοποίησε η Υπηρεσία Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ)- η μικρή φοροδιαφυγή του λιανεμπορίου και των ελεύθερων επαγγελματιών είναι εξαιρετικά εκτεταμένη. Όσο κι αν οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων προσπαθούν να προβάλουν στην πρώτη γραμμή τα μεγάλα προβλήματα της αγοράς, λόγω της μείωσης στην κατανάλωση, η πληγή στα δημόσια οικονομικά δεν κρύβεται. Ούτε αυτοί που τη δημιουργούν, τη συντηρούν και τη βαθαίνουν. Η επιβολή των συναλλαγών με πλαστικό χρήμα λύνει σε σημαντικό βαθμό ένα πρόβλημα, που για την σημερινή Ελλάδα είναι ζωτικής σημασίας.

Η χώρα ισορροπεί μεταξύ οικονομικής ζωής και θανάτου εξαιτίας του δημοσίου –κυρίως εξαιτίας των μειωμένων του εσόδων από αυτούς που μπορούν να πληρώσουν, αλλά δε γουστάρουν να πληρώσουν. Χθες 1η Φεβρουαρίου 2017, πρώτη ημέρα  για την υποχρεωτική αναγραφή στις βιτρίνες των καταστημάτων εάν η επιχείρηση δέχεται ή δεν δέχεται πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες, η εικόνα στο ιστορικό εμπορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης (Τσιμισκή, Εγνατία, Μητροπόλεως, Αγίας Σοφίας, Βενιζέλου κ.λπ.) ήταν μικτή.

Επειδή αντιλαμβάνονται ότι τις πρώτες ημέρες εφαρμογής μιας τέτοιας διάταξης δεν επιβάλλονται πρόστιμα, αλλά γίνονται συστάσεις, κάποιοι απέφυγαν ή αμέλησαν να τοποθετήσουν τη σήμανση. Προφανώς θα συμμορφωθούν τις επόμενες ημέρες, διότι γνωρίζουν ότι για κάτι που είναι στο φως υπάρχουν πάντα οι καλοθελητές που θα τους καρφώσουν.

Το σοβαρότερο, όμως, είναι άλλο: οι άνθρωποι της αγοράς οφείλουν να αντιληφθούν ότι κάθε πρωτοβουλία προς τον εξορθολογισμό και τη νομιμότητα είναι θετική για όσους έχουν αποφασίσει να μη μετέρχονται μεθόδους αθέμιτου ανταγωνισμού, αλλά πιστεύουν στη δύναμη της ελεύθερης οικονομίας και του εμπορίου. Επιπροσθέτως, για την Ελλάδα των Μνημονίων η υποχρεωτική χρήση του πλαστικού χρήματος σε όλες τις συναλλαγές συνιστά λύση. Έστω «μια κάποια λύσις», όπως θα υπογράμμιζε ο ποιητής…