Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Διαμαρτυρία από νοσηλευτές του Θεαγενείου

Το Σωματείο Εργαζομένων του νοσοκομείου είχε ανακοινώσει ότι από τις 23 Ιανουαρίου οι νοσηλευτές θα αποσυρθούν από τη διάλυση των χημειοθεραπευτικών.

Παράσταση στην 4η Υγειονομική Περιφέρεια (ΥΠΕ) θα πραγματοποιήσουν σήμερα στις 14.00 οι νοσηλευτές του Θεαγενείου, οι οποίοι με εντολή της διοίκησης του νοσοκομείου καλούνται να συνεχίσουν να εκτελούν τη διάλυση των κυτταροστατικών που χρησιμοποιούνται για τις χημειοθεραπείες, παρά την αντίθεση αυτών, μέχρι να γνωμοδοτήσει το ΚΕΣΥ και να αποφανθεί ο υπουργός Υγείας επί της γνωμοδότησης αυτής.

Η διοίκηση του νοσοκομείου επισημαίνει ότι «τυχόν άρνηση οποιουδήποτε νοσηλευτή να εκτελεί τη συγκεκριμένη εντολή η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα τη δυσλειτουργία τμημάτων του νοσοκομείου και την έκθεση ασθενών σε κίνδυνο θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα».

Να σημειωθεί ότι το Σωματείο Εργαζομένων του Θεαγενείου είχε ανακοινώσει ότι από τις 23 Ιανουαρίου οι νοσηλευτές θα αποσυρθούν από τη διάλυση των χημειοθεραπευτικών, η οποία όπως υποστηρίζουν τους έχει ανατεθεί παράνομα από τη διοίκηση του νοσοκομείου.

Σε ανακοίνωση του το σωματείο κατηγορεί τη διοίκηση του Θεαγενείου για αυταρχισμό και μεταξύ άλλων αναφέρει: «το Δ.Σ. του νοσοκομείου συνεχίζει την παράνομη ανάθεση εξειδικευμένης εργασίας σε μη εξειδικευμένο προσωπικό και τη μη ίδρυση Κεντρικής Μονάδας Διάλυσης Φαρμάκων στην ευθύνη του νοσοκομειακού φαρμακείου με συνέπεια την υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους ασθενείς, την έκθεση του προσωπικού σε φάρμακα υψηλής τοξικότητας τα οποία δύνανται να έχουν μεταλλαξιογόνες και καρκινογόνες επιδράσεις σε υγιείς οργανισμούς εάν έρθουν σε επαφή με το δέρμα ή προκαλέσουν μόλυνση μέσω του αναπνευστικού συστήματος και την κατασπατάληση πόρων αφού για παράδειγμα μόνο μέσα στο 2016 και χωρίς την ύπαρξη κεντρικής μονάδας από την περίσσειες των φαρμάκων εξοικονομήθηκαν πάνω από 500.000 ευρώ. Η παραπάνω στάση, ιδιαίτερα σε έναν ευαίσθητο τομέα όπως αυτός της αντιμετώπισης του καρκίνου, δείχνει για άλλη μια φορά την πολιτική βούληση υποβάθμισης, εμπορευματοποίησης και απαξίωσης του δημοσίου συστήματος υγείας».