Skip to main content

Θα μπουν οι ΗΠΑ του Τραμπ ανάμεσα σε Ρωσία και Κίνα;

Για να διασπάσουν αυτήν τη σχέση οι ΗΠΑ, είναι απαραίτητο να ανατρέψουν την πολιτική αντιρωσικής υστερίας του Μπαράκ Ομπάμα.

Ασχολούμενοι με τα τρέχοντα ζητήματα της εσωτερικής επικαιρότητας, και κατ’ ολίγον με τα συμβάντα της περιοχής μας, η διατάραξη των σχέσεων ΗΠΑ και Κίνας, δεν φαίνεται να μας απασχολεί, παρ’ όλο που είναι γνωστή η ρήση πως όταν μαλώνουν οι ελέφαντες την πληρώνουν τα μυρμήγκια.

Η Κίνα επιταχύνει δυναμικά την κούρσα των στρατιωτικών εξοπλισμών, ακολουθώντας τον δρόμο που χάραξε ο Ντόναλντ Τραμπ, ιδίως με την άρνησή του να συνεργαστεί με την Ρωσία στο περίφημο σύμφωνο για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων. Ο ρεπουμπλικανός πρόεδρος όχι μόνο δεν δέχεται να προβεί στη μείωση των πυρηνικών κεφαλών που διαθέτουν οι ΗΠΑ, σε αντιστοιχία με τη μείωση των υπολοίπων δυνάμεων, αλλά δήλωσε πως σκοπεύει να μεγαλώσει το πυρηνικό οπλοστάσιο των Ηνωμένων Πολιτειών, ώστε να παραμείνει πρώτη δύναμη στον κόσμο.

Και όχι μόνον αυτό, αλλά εκσυγχρονίζει το ναυτικό, ανακοινώνοντας ότι θα δώσει εντολή για την κατασκευή 12 αεροπλανοφόρων, όπως και για την ενίσχυση της αεροπορικής δύναμης, με την κατασκευή νέων Στελθ αεροσκαφών, καθώς και των νέων F35, αν μειωθεί το κατασκευαστικό κόστος τους και επιλυθούν τα πολλά προβλήματα που παρουσιάζει.

Σύμφωνα με δημοσίευμα στο «Πρώτο Θέμα», σ’ αυτήν την κούρσα εξοπλισμών, το Πεκίνο απάντησε με αύξηση του ποσοστού επί του ΑΕΠ για την άμυνά του, με την ανάπτυξη νέων οπλικών συστημάτων, με τη σύναψη στρατιωτικής συνθήκης με τη Ρωσία, με την αύξηση του αριθμού των στρατιωτών και με την επέκταση του τεχνητού νησιού στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, όπου έχει κατασκευαστεί μία τεράστια κινεζική βάση.

Σ’ αυτό το περίφημο τεχνητό νησί έχω αναφερθεί κι άλλες φορές, είναι δε βέβαιο πως θα απασχολήσει την υφήλιο, λόγω του ότι αποτελεί την αφορμή για την επίλυση των διαφορών όχι μόνον μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, αλλά και μεταξύ Κίνας - Ιαπωνίας και όλων των γειτονικών χωρών, που βλέπουν την Κίνα να αυξάνει την ΑΟΖ της εις βάρος τους. Και μπορεί οι Ηνωμένες Πολιτείες να αντιδρούν, αλλά οι Κινέζοι απαντούν: «Δεν θα μας πει κανένας τι θα κάνουμε στην επικράτειά μας», δήλωσε ο εκπρόσωπος της κινεζικής κυβέρνησης.

Η Κίνα θα προβεί στον ολικό εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της, ώστε το συντομότερο δυνατό να καταστεί η δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήδη, μετά το πρώτο αεροπλανοφόρο που προμηθεύτηκε από τους Ρώσους με επεισοδιακό τρόπο (πέρασε τα Στενά χωρίς οπλισμό, ως… κέντρο διασκέδασης, με τον οπλισμό να μεταφέρεται στην Κίνα μέσω του υπερσιβηρικού σιδηροδρόμου). Αφού συναρμολογήθηκε, τροποποιήθηκε, λειτουργεί τώρα επιτυχώς, με τους Κινέζους να αναγγέλλουν ότι προχωρούν στην κατασκευή άλλων τεσσάρων.

Όπως έγραψα σε πρόσφατο σημείωμα στην στήλη, η επιδίωξη και των δυο μεγάλων δυνάμεων είναι ο προσεταιρισμός της Ρωσίας. Όχι μόνον επειδή θα επαυξήσει την ισχύ τη χώρας με την οποία θα συμμαχήσει, αλλά και επειδή δεν θα ενδυναμώσει τον αντίπαλο αν τον προτιμούσε. Όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, και μετά την εφαρμογή της πολιτικής Ομπάμα, οι δεσμοί Ρωσίας-Κίνας ενισχύθηκαν, χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα καταστούν απολύτως φιλικές, γνωστού όντος ότι πολλές φορές (επί ΕΣΣΔ και Μάο) υπήρξαν και ένοπλες συνοριακές συγκρούσεις μεταξύ τους.

Προχθές, ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Ουάνγκ Γι, δήλωσε πως η Κίνα έχει πλήρη εμπιστοσύνη στις σχέσεις της με τη Ρωσία, οι οποίες δεν έχουν επηρεασθεί από εξωτερικούς παράγοντες, και προτίθεται να ενισχύσει την στρατηγική της συνεργασία στα διεθνή ζητήματα, δήλωσε. Και επεσήμανε ότι οι σχέσεις τους στην παρούσα φάση διανύουν την καλύτερη στιγμή στην ιστορία τους.

Αλλά και η Μόσχα, μέσω του πρεσβευτή της στο Πεκίνο, δηλώνει ότι οι σχέσεις Ρωσίας- Κίνας είναι απολύτως αποϊδεολογικοποιημένες και οικοδομούνται με βάση τα αμοιβαία συμφέροντα, σπεύδοντας να διευκρινίσει ότι «…Δεν είμαστε σύμμαχοι. Οι συμμαχικές σχέσεις είναι κάτι περισσότερο. Αν και το επίπεδο σχέσεων, το οποίο αυτή την στιγμή έχει επιτευχθεί, χαρακτηρίζεται το υψηλότερο στην ιστορία. Και αυτό δεν είναι απλά σχήμα λόγου, αλλά αντικατοπτρίζει την αντικειμενική πραγματικότητα».

Για να διασπάσουν αυτήν τη σχέση οι ΗΠΑ, είναι απαραίτητο να ανατρέψουν την πολιτική αντιρωσικής υστερίας του Ομπάμα. Και προφανώς πρέπει να ισορροπήσουν, προσφέροντας στους Ρώσους, τόσα όσα θα τους ικανοποιήσουν, χωρίς όμως και να τους ανοίξουν τον δρόμο ώστε να φτάσουν σε σημείο να αμφισβητούν την αμερικανική ηγετική θέση. Δύσκολο το εγχείρημα.