Skip to main content

Τα «παιχνίδια» που παραπλανούν τον λαό, στρέφονται εναντίον του

Η αδυναμία της κυβέρνησης να εφαρμόσει υγιή πολιτική, τα ερασιτεχνικά τεχνάσματα και οι εκβιαστικές μέθοδοι του Αλέξη Τσίπρα.

Εκθειάστηκε προχθές η δήλωση του Προέδρου της Κύπρου, που ευχαρίστησε τα κόμματα της αντιπολίτευσης για την από κοινού αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων και την έξοδο από το Μνημόνιο της χώρας. Ανάλογη στάση διαπιστώθηκε και στις άλλες χώρες -Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ισλανδία- όπου δεν προτιμήθηκε ο λαϊκίστικος δρόμος από τις κυβερνήσεις, αλλ’ ούτε και ο παλαιοκομματικός αντιπολιτευτικός λόγος.

Συναισθάνθηκαν οι πολιτικοί την σοβαρότητα της κατάστασης, και έδειξαν στον λαό -που συμπεριφέρθηκε εν πολλοίς αναλόγως- ότι οι θυσίες του θα πιάσουν τόπο. Και πιάνουν.

Η επιθυμία του ελληνικού λαού να παραμερίσουν τα προσωπικά κίνητρα οι πολιτικοί μας, και να ενδιαφερθούν -έστω και μια φορά- για το συμφέρον του λαού και να τον βγάλουν από την απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκεται, δεν βρήκε ανταπόκριση. Και παρά το ότι ήμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο με τόσο παρατεταμένη οικονομική κρίση, δεν υπάρχει ούτε ένα σημάδι που να δείχνει ότι θα παραμεριστεί το πολιτικό/προσωπικό συμφέρον αυτών που έχουν την μοίρα μας στα χέρια τους.

Αυτό σημαίνει ότι θα περάσουν πολλά χρόνια ακόμη ώσπου να υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες για αντιστροφή του κλίματος. Οι αισιόδοξες διαβεβαιώσεις του κ. Τσίπρα και των επιτελών της κυβέρνησης ότι μετά την αξιολόγηση θα αρχίσει η ανάκαμψη, αν δεν έγιναν χάριν αστεϊσμού, εντάσσονται κι αυτές στον άκρως λαϊκίστικο λόγο, ο οποίος μάλλον αποτελεί βίωμα στους κυβερνώντες και δεν είναι επίκτητο χαρακτηριστικό.

Η αδυναμία της κυβέρνησης να εφαρμόσει υγιή πολιτική, με την μείωση των δαπανών και όχι με φοροεισπρακτική πολιτική -που δεν μπορεί να έχει απόδοση, ελλείψει δυνατοτήτων των Ελλήνων να ανταποκριθούν-, με την χώρα σε θέση αξιοπιστίας ώστε να την εμπιστευθούν οι ξένοι επενδυτές, και όχι να καθίσταται συνεχώς περιθωριακός συνομιλητής, που ως και οι Σλοβένοι την αποστρέφονται, και ιδίως η αποφυγή εθελούσιας επιβάρυνσης με το προσφυγικό, που προσθέτει ακόμη μία μαύρη πινελιά στην εικόνα της Ελλάδας, επιχειρεί με παλαιομοδίτικες μεθόδους να μετατρέψει πάλι το οικονομικό πρόβλημα σε πολιτικό, και το ελληνικό σε ευρωπαϊκό.

Φεύγει ο κ. Τσίπρας στο Παρίσι, για συνάντηση με τον κ. Ολάντ, τον οποίον χρησιμοποιεί η κα. Μέρκελ για να της ανοίγει την πόρτα, για να βρει συμμάχους. Και πιστεύει πως η σύνδεση της αξιολόγησης και των ψηφισθέντων από τον ίδιο μέτρων που δεν εφαρμόζει, με το προσφυγικό ζήτημα, θα πείσουν τους δανειστές να είναι ελαστικοί. Μόνον που, ακόμη και εάν του το υποσχέθηκε η κα. Μέρκελ, το ΔΝΤ -οι ΗΠΑ, δηλαδή- δεν αντιμετωπίζουν το θέμα με πολιτικό κριτήριο, αλλά με οικονομικό.

Χρησιμοποιεί ο κ. Τσίπρας πάλι εκβιαστικές μεθόδους. Μπορεί εντός της Ελλάδας, ο δήθεν προοδευτικός λόγος που εκφερόταν από τον ΣΥΡΙΖΑ, εκφοβιστικός και εκβιαστικός προς τους αστούς που εκάμφθησαν και ανέχθηκαν τις αμπελοφιλοσοφίες τους επί δεκαετίες, θα μπορούσε να έχει την ίδια επιτυχία και με τους δανειστές. Αφέλεια. Που στην περίπτωση της πρόσφατης «πάλης» του με το ΔΝΤ, είναι πολύ επικίνδυνη.

Επειδή μπορεί κάποιοι να παρομοιάζουν τον κ. Τσίπρα με τον Δον Κιχώτη που πάλευε με τους ανεμόμυλους, υπάρχουν όμως και πολλοί που ενοχλούνται με όλα αυτά τα καμώματα.

Το έγραψα και προχθές, ότι λίγη σημασία έχει αν πράγματι η ΕΥΠ κατέγραψε τις συνομιλίες των στελεχών του ΔΝΤ, τους οποίους οι ογκόλιθοι της οικονομίας και πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ αποκαλούν περιφρονητικά «οι υπάλληλοι». Σημασία έχει ότι αυτό πιστεύουν στην αλλοδαπή, διακρίνοντες κάποιον ερασιτεχνισμό στην αντιμετώπιση του ζητήματος, με τα τόσο γρήγορα αντανακλαστικά του Μαξίμου, λες και προετοιμαζόταν από καιρό, όπου εκδόθηκαν ανακοινώσεις, έγιναν έκτακτες συσκέψεις του πρωθυπουργού με υπουργούς, ζητήθηκε η συμπαράσταση των πολιτικών αρχηγών και η κατάληξη ήταν μία επιστολή στην κα. Κριστίν Λαγκάρντ, με την οποία ζητούσε ο κ. Τσίπρας να φύγει το Κουαρτέτο και ιδίως ο κ. Τόμσεν.

Πώς αντιμετώπισε η κα. Λαγκάρνττο αίτημα; Πήρε μαζί της τον κ. Τόμσεν, ο οποίος και παρέστη στη συνάντησή της με την κα. Μέρκελ (όπου δόθηκε η ψευδής εντύπωση, πως η συνάντηση έγινε για τις υποκλοπές, ενώ ήταν προγραμματισμένη από καιρό). Ο κ. Τόμσεν όχι μόνον δεν φεύγει, αλλά καθίσταται ισχυρότερος, και ο κ. Τσίπρας έπαψε να επαναφέρει το θέμα, απεναντίας δε συνεχίστηκαν οι διαβουλεύσεις στην πορεία που χάραξε το ΔΝΤ.

Κι αφού απέτυχε η προσπάθεια να καταστεί το θέμα ως διένεξη Ευρώπης- ΔΝΤ, ήρθε και το ράπισμα από την Ευρώπη, με ρητές δηλώσεις όλων -και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας- ότι το ΔΝΤ δεν φεύγει.

Άραγε, με όλα αυτά τα ερασιτεχνικά τεχνάσματα -ζημιογόνα για τον τόπο- έπεισαν τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, και προς τους οποίους απευθύνονταν;