Skip to main content

Συμφωνούμε ότι διαφωνούμε

Η ανεύρεση της αλήθειας «δι’ αναζητήσεως» προϋποθέτει αποβολή κάθε εγωκεντρικού στοιχείου και προσαρμογή μας στην επίτευξη του κοινού σκοπού.
Η ασυνεννοησία είναι στο γονίδιό μας και ίσως γι’ αυτό ποτέ κανείς δεν υποστήριξε ότι είναι θέμα παιδείας. Έχει η κατάσταση και τα θετικά της, αλλά τα αρνητικά υπερτερούν. Οι προσπάθειες εθελούσιας ομαδικής εργασίας είναι κατά κανόνα ανεπιτυχείς, σε αντίθεση μ’ αυτές όπου υπάρχει κυρίαρχη θέληση που επικρατεί.

Στο χώρο της πολιτικής, κατά το έθος και κατά το Σύνταγμα, οι πολίτες συνενώνονται και συγκροτούν τα κόμματα. Ο συνδετικός ιστός που ενώνει τους πολίτες αυτούς, πρέπει θεωρητικά να είναι η κοινή ιδεολογική και πολιτική θέση, χωρίς απαραίτητα να υπάρχει ομοφωνία και στις μεθόδους και τους τρόπους που θα χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη των κοινών στόχων.

Κατά την υιοθέτηση του κοινοβουλευτικού συστήματος στη χώρα μας, ως πολιτειακού οργάνου, δεν ελήφθη υπόψη μια παράμετρος, την οποία είχε επισημάνει ο Γουστάβ Λε Μπον, πριν από 120 περίπου χρόνια. Είχε γράψει τότε ο γνωστός κοινωνιολόγος ότι «κάθε επιτυχής θεσμός μιας χώρας, που μεταφέρεται για εφαρμογή σε άλλη, πρέπει να προσαρμοστεί στις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν στη χώρα αυτή».

Αυτό που εννοούσε ήταν απλό. Στη Βρετανία φερ’ ειπείν, στο συντηρητικό κόμμα, υπάρχει λέσχη των μοναρχικών και λέσχη των αντιμοναρχικών. Όπως και των ευρωπαϊστών και ατλαντιστών. Οι βουλευτές-μέλη της κάθε λέσχης εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους, διαφωνούν με τους συναδέλφους τους της άλλης λέσχης, ποτέ όμως αυτή η διαφωνία δεν οδηγείται σε σύγκρουση, και ποτέ η έκφραση γνώμης ενός βουλευτή, αντίθετης με την επίσημη του κόμματός του, δεν είναι η αιτία -ή η αφορμή- όχι διαγραφής, αλλά και επίπληξης. Αρκεί βέβαια η αντίθετη γνώμη να προβληθεί με τη δέουσα κοσμιότητα.

Δεν χρειάζεται να περιγράψω τι συμβαίνει στα καθ’ ημάς, είναι γνωστό. Η απουσία, όμως, συνοχής στα αστικά κόμματα -πλην της υπέρμετρης προβολής του ατομικού εγώ- επιτείνεται και από το γεγονός ότι τα ίδια τα κόμματα, είτε δεν έχουν εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας, είτε δεν τηρείται. Πώς να εξηγηθεί το γεγονός, ότι στα δυο κόμματα υπήρξαν διαγραφές στελεχών, χωρίς να προηγηθεί σύγκληση των οργάνων (όπου προβλέπονται), τα οποία εκλήθησαν να εγκρίνουν μεθύστερα την απόφαση του αρχηγού; Δεν κρατήθηκε καν, ούτε το πρόσχημα.

Λόγω δε του ότι είναι πολυσυλλεκτικά, δεν μπορούν να έχουν κοινές ιδεολογικές τοποθετήσεις τα στελέχη τους. Από το κόμμα και την εκκλησία, έλεγε ο Γεώργιος Παπανδρέου (ο Γέρος), δεν διώχνεις κανέναν. Μόνον που η κοσμοθεωρία της εκκλησίας στηρίζεται σε δόγμα και το ορθόν (η αλήθεια) δίδεται «εξ αποκαλύψεως», ενώ η ανεύρεση της αλήθειας όπου αλλού, «δι’ αναζητήσεως». Κι εδώ έγκειται το πρόβλημα της ασυνεννοησίας μας. Η «αναζήτηση» προϋποθέτει αποβολή κάθε εγωκεντρικού στοιχείου και προσαρμογή μας στην επίτευξη του κοινού σκοπού.

Από όποια πλευρά κι αν το δούμε, πάλι στο ίδιο καταλήγουμε. Ότι δηλαδή, εθελούσια δεν συνεννοούμαστε (Δεν πιστεύω ότι υπάρχει διαφορά νοοτροπίας. Αυτό είναι πρόσχημα). Έτσι, για να υπάρχει συνοχή σε κομματικό φορέα, δυο είναι οι προϋποθέσεις. Η ισχυρή προσωπικότητα του αρχηγού αφενός, και το κοινό συμφέρον αφετέρου.

«Ασυμφωνία χαρακτήρων», είτε μας αρέσει είτε όχι θα υπάρχει. Και καλώς θα υπάρχει, διότι αλλιώς θα ήμασταν ρομπότ. Για να μη καταστεί όμως η ασυμφωνία συγκρουσιακή, σε περίπτωση που δεν υπάρχει αρχηγός με ισχυρή προσωπικότητα, ώστε να μη αμφισβητείται, να λειτουργεί ένας δημοκρατικός εσωτερικός κανονισμός, και τα όργανα του κόμματος να μη αποτελούν διακοσμητικό στοιχείο, κάτι που προσβάλλει κατάφωρα τα μέλη που τα απαρτίζουν, αλλά κάνουν πως δεν το αντιλαμβάνονται.


Ο Μακεδών