Skip to main content

Στο ΣτΕ προσέφυγε η ΟΤΟΕ - Ζητεί ακύρωση του νόμου Κατρούγκαλου

Η ΟΤΟΕ επισημαίνει πως με τον νόμο Κατρούγκαλου «ισοπεδώνονται κυριολεκτικά τα ασφαλιστικά δικαιώματα των τραπεζοϋπαλλήλων».

Στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την ακύρωση του νόμου Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό προχώρησε η ΟΤΟΕ και οι ενώσεις των συνταξιούχων τραπεζικών υπαλλήλων.

Η ΟΤΟΕ στα πλαίσια των αποφάσεων του Γενικού της Συμβουλίου πήρε την πρωτοβουλία να αντιδράσει αποφασιστικά απέναντι στο νόμο Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016), με τον οποίο, όπως επισημαίνει «ισοπεδώνονται κυριολεκτικά τα ασφαλιστικά δικαιώματα των τραπεζοϋπαλλήλων».

Στην κατεύθυνση αυτή η ΟΤΟΕ μαζί με την Ομοσπονδία των Συνταξιούχων (ΟΣΤΟΕ) και μεγάλο αριθμό Πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών Οργανώσεων-Μελών της ΟΤΟΕ και των Συνταξιούχων, σύσσωμος ο τραπεζικός κλάδος προσέφυγε την Παρασκευή 21/10/16 στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με στόχο την ακύρωση του Νόμου Κατρούγκαλου 4387/2016 και των Υπουργικών Αποφάσεων, που τον εξειδικεύουν και αφορούν τόσο στις κύριες, όσο και στις επικουρικές συντάξεις των Τραπεζοϋπαλλήλων.

Οι αιτήσεις, με τις οποίες ζητείται από το ΣτΕ να ακυρωθούν οι Υπουργικές Αποφάσεις, που αφορούν στον αντιασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου,  επικαλούνται 11 λόγους ακυρώσεως, μεταξύ των οποίων:

- την έλλειψη ειδικής, εμπεριστατωμένης και επιστημονικά τεκμηριωμένης μελέτης,
- την παραβίαση της συνταγματικής υποχρέωσης του κράτους να εγγυάται την επικουρική κοινωνική ασφάλιση,
- την παραβίαση της αρχής της ανταποδοτικότητας ως παραμέτρου του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση,
- την παραβίαση του δεδικασμένου που απορρέει από τις πρόσφατες αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές των συντάξεων (2287-2290/2015),
- την παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,
- τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 102 και τον Ευρωπαϊκό Κώδικα Κοινωνικής Ασφάλειας.

Σε ανακοίνωσή της η ΟΤΟΕ σημειώνει ότι στις αιτήσεις του νομικού επιτελείου διαπιστώνεται ότι «είναι αυθαίρετη είναι η σύνδεση ως προς τη μείωση των επικουρικών συντάξεων ενός τυχαίου κριτηρίου, δηλαδή του ύψους της. Η παρέμβαση του νομοθέτη στο ύψος και τον τρόπο της χρηματοδότησης των επικουρικών συντάξεων υπακούει αποκλειστικά σε δημοσιονομικές σκοπιμότητες, αμφιλεγόμενης μάλιστα αποτελεσματικότητας, και δεν λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές ανάγκες και το συμφέρον των ασφαλισμένων.

Συνεπώς, δεν ικανοποιεί το δημόσιο συμφέρον, αλλά συρρικνώνεται με απαράδεκτο τρόπο στην εξυπηρέτηση του ταμειακού/δημοσιονομικού συμφέροντος του Δημοσίου, το οποίο έχει παγίως κριθεί ότι δεν αποτελεί νόμιμο λόγο περιορισμού των δικαιωμάτων, όπως εν προκειμένω του κοινωνικοασφαλιστικού».