Skip to main content

Στα αζήτητα η ποιότητα υπηρεσιών Υγείας στην Ελλάδα

Η Ελλάδα είναι η χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την χαμηλότερη ικανοποίηση του πληθυσμού από το Σύστημα Υγείας.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), ποιότητα αποτελεί η παροχή διαγνωστικών και θεραπευτικών πράξεων ικανών να διασφαλίσουν το καλύτερο αποτέλεσμα στον τομέα της υγείας, μέσα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης, η οποία πρέπει να στοχεύει στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα με τον ελάχιστο ιατρογενή κίνδυνο, καθώς και στη μέγιστη δυνατή ικανοποίηση του ασθενούς από πλευράς διαδικασιών αποτελεσμάτων και ανθρώπινης επαφής. 

 

Από τις αρχές του 20ου αιώνα αναζητήθηκαν διεθνώς διαδικασίες και πρότυπα μέτρησής της και σήμερα σχεδόν όλες οι προηγμένες χώρες έχουν επισημοποιήσει συγκεκριμένους ορισμούς και κριτήρια ποιότητας (πρόσβαση, ισότητα, κάλυψη προσδοκιών, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, κλπ.).


Δυστυχώς, η Ελλάδα υστερεί εμφανώς στο συγκεκριμένο τομέα. Ειδικότερα στο ΕΣΥ λίγες προσπάθειες έχουν καταγραφεί (με ατομική πρωτοβουλία συγκεκριμένων επαγγελματιών), σε επιμέρους τμήματα δημοσίων νοσοκομείων.

 

Ο Ν.2889/2001αναφερόταν στην δημιουργία τμημάτων ποιοτικού ελέγχου στανοσοκομεία, στις ΔΥ.ΠΕ. και στις υπηρεσίες υγείας γενικότερα. Επίσης έχει εξαγγελθεί προ ετών η ψήφιση σχεδίου νόμου για την ποιότητα και ασφάλεια των υπηρεσιών, το οποίο ωστόσο δεν έχει ακόμα κατατεθεί στη Βουλή.

 

Επισημαίνεται ότι η Ελλάδα είναι η πληθυσμιακά μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης χωρίς επίσημο πρόγραμμα πιστοποίησης των νοσοκομείων.


Κατ’ αποτέλεσμα, στο πεδίο της ποιότητας υφίστανται πολλές και σοβαρές
υστερήσεις
, μεταξύ των οποίων, και οι εξής:


• Ανυπαρξία αξιολόγησης της ποιότητας των νοσοκομειακών υπηρεσιών υγείας και των λειτουργών Υγείας.


• Χαμηλή ποιότητα παροχών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας.


• Περιφερειακές ανισότητες στην προσφορά υπηρεσιών υγείας.


• Απουσία άσκησης κλινικής οικογενειακής ιατρικής.


• Έντονες ανισότητες στις παροχές μεταξύ ασφαλιστικών ταμείων.


Η εξασφάλιση ποιοτικών υπηρεσιών υγείας προϋποθέτει, ουσιαστικά, την
πολιτική απόφαση επανασχεδιασμού του ελληνικού υγειονομικού συστήματος, με ασθενοκεντρική προσέγγιση.


Η εφαρμογή ποιοτικών προτύπων αποσκοπεί στην ύπαρξη μετρήσιμων δεικτών της ποιότητας στην παροχή υπηρεσιών υγείας, διασφαλίζεται μέσω διαδικασιών πιστοποίησης και μπορεί, σε ένα βαθμό, να κατευθύνει ορθολογικότερα την κατανομή των πόρων.


Επιπλέον, η Ελλάδα είναι η χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την χαμηλότερη ικανοποίηση του πληθυσμού από το Σύστημα Υγείας.

 

Ενώ σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η αύξηση του κόστους των υπηρεσιών υγείας είναι αποτέλεσμα των εφαρμογών της συνεχούς εξέλιξης της τεχνολογίας και της βελτίωσης των υπηρεσιών, στην Ελλάδα το κόστος αυξάνεται χωρίς να βελτιώνονται ούτε ποιοτικά, ούτε ποσοτικά οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας στον Έλληνα πολίτη. 

 

Γι’ αυτό και η Ελλάδα είναι η χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την χαμηλότερη ικανοποίηση  του πληθυσμού από το σύστημα υγείας.


Σήμερα το ΕΣΥ οριοθετείται από ένα μωσαϊκό νομοθετικών ρυθμίσεων, που όχι μόνο δεν λύνουν αλλά επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο τα συσσωρευμένα προβλήματα στο χώρο της Υγείας.

 

Η κατάσταση είναι γνωστή:


• Τα νοσοκομεία, έρμαια της κακοδιαχείρισης, βουλιάζουν και πάλι στα ελλείμματα, οφείλουν ήδη περισσότερα από 5 δις  στους προμηθευτές τους.


• Οι πολίτες ταλαιπωρούνται σαν κάτοικοι τριτοκοσμικής χώρας στα εξωτερικά ιατρεία στις πρωινές ώρες και στις ημέρες εφημερίας για το ευρύ κοινό. Στα ίδια όμως νοσοκομεία, τις απογευματινές ώρες λειτουργούν προσωπικά ιατρεία ορισμένων γιατρών, τα οποία οι ασθενείς ακριβοπληρώνουν.


• Οι τεράστιες ουρές κι οι λίστες αναμονής που δημιουργούνται στα νοσοκομεία, αναγκάζουν τους ασθενείς να καταφεύγουν σε κάθε τρόπο για να εξυπηρετηθούν, ορθόδοξο ή ανορθόδοξο (το γνωστό «φακελάκι»).


• Αρκετά νοσοκομεία – ιδίως σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη – είναι    γερασμένα. Σε όλη τη χώρα, οι ελλείψεις στις υποδομές είναι μεγάλες. Χρησιμοποιούνται ακόμη μηχανήματα εικοσαετίας, ενώ και τα πιο πρόσφατα δεν συντηρούνται ικανοποιητικά. Η τεχνολογία δεν χρησιμοποιείται αποδοτικά, από την αγορά ως τη συντήρηση της.


• Πολλά νοσοκομεία της περιφέρειας είναι απολύτως ανεπαρκή να αντιμετωπίσουν περιπτώσεις ασθενών με σοβαρά προβλήματα, με αποτέλεσμα οι ασθενείς αυτοί να πρέπει να διακομισθούν σε μεγάλα κεντρικά νοσοκομεία. Η Αθήνα δέχεται σήμερα ασθενείς από άλλες περιοχές σε ποσοστό πάνω από 38% και η Θεσσαλονίκη σε ποσοστό 47%. Τα ποσοστά αυτά είναι μεγαλύτερα και από τα αντίστοιχα του 1980.


• Επιπλέον όμως, είναι γνωστό ότι το σύστημα διακομιδής ασθενών του ΕΚΑΒ αντιμετωπίζει πολλά και σημαντικά προβλήματα(ανάγκες προσωπικού- οχημάτων κλπ), με αποτέλεσμα να υπάρχει κόστος ακόμα και σε ανθρώπινες ζωές.


• Τα παράπονα των πολιτών από τα δημόσια νοσοκομεία είναι πολύ μεγάλα. Όπως προκύπτει από την έρευνα της Ε.Σ.Δ.Υ., οι αρνητικές γνώμες για τις υπηρεσίες τους είναι 47,6% στο επίπεδο της αξιοπρέπειας, 46% στο θέμα της έγκαιρης προσοχής και 63,5% στην αξιολόγηση του περιβάλλοντος. Υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό. Όπως υπολογίζουν οι ομοσπονδίες των εργαζομένων, αλλά και τα ίδια τα νοσοκομεία, υπάρχουν πάνω από 25.000 κενές θέσεις. 


• Οι πολίτες συναντούν μια απαράδεκτη κατάσταση στην Πρωτοβάθμια Περίθαλψη.


Το ΙΚΑ –για παράδειγμα-  χαρακτηρίζεται από ταλαιπωρία, μεγάλες λίστες αναμονής, έλλειψη βασικών ειδικοτήτων.  Οι υπηρεσίες υγείας του ΙΚΑ, και δευτερευόντως άλλων ταμείων, έχουν απαξιωθεί στη συνείδηση των ασφαλισμένων με αποτέλεσμα τη μεγάλη διαρροή του οικογενειακού εισοδήματος προς την ιδιωτική αγορά.


Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ο κάθε ασφαλιστικός οργανισμός επιλέγει και εφαρμόζει ένα δικό του, αναποτελεσματικό και γραφειοκρατικό, σύστημα πρωτοβάθμιας περίθαλψης, με αποτέλεσμα τα σπασμένα να τα πληρώνουν οι ασφαλισμένοι.

 

Είναι μοναδικό, σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το ελληνικό φαινόμενο της παραγωγής υπηρεσιών υγείας από τα ίδια τα ασφαλιστικά ταμεία.


Η πρωτοβάθμια περίθαλψη είναι η μεγαλύτερη πληγή του ΕΣΥ.


 

Μπουμπάρης  Κων/νος Αντιπρόεδρος Νοσηλευτών Ελλάδος