Skip to main content

ΣΕΒ: Να τολμήσουμε ταχύτερη άρση των capital controls

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, οι αγορές έχουν αρχίσει να προσβλέπουν στην ταχεία ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης και τη συμφωνία εφαρμογής μέτρων για το χρέος.

Οι ισχυρές αβεβαιότητες της αγοράς ως προς τις προοπτικές ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, δεδομένης και της προδιαγεγραμμένης μεγάλης αύξησης του φορολογικού βάρους και της ανάγκης για περαιτέρω μείωση των ελλειμμάτων του ασφαλιστικού συστήματα, θα μπορούσαν να καμφθούν αν η κυβέρνηση παρουσίαζε έναν οδικό χάρτη  αξιόπιστης μετάβασης σε μια προδιαγεγραμμένη μείωση φόρων και άρση των capital controls, καθώς και πρόσβασης του ελληνικού δημοσίου στις κεφαλαιαγορές σε σχετικώς χαμηλά επιτόκια εκτιμά ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο του δελτίο.

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, οι αγορές έχουν αρχίσει να προσβλέπουν στην ταχεία ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης και τη συμφωνία για άμεση εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους.

Μία τέτοια εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει σε επιβεβαίωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ότι η χώρα έχει εισέλθει σε ένα νέο κύκλο προσαρμογής και ανάκαμψης που εξυπηρετεί τον μεσο/μακροπρόθεσμο στόχο βιωσιμότητας του χρέους. Έτσι, θα δοθεί το σήμα που αναμένουν οι αγορές για ανάκαμψη των χρηματοδοτικών ροών και των επενδύσεων χαρτοφυλακίου που αφορούν στις προοπτικές των ελληνικών επιχειρήσεων και των τραπεζών, και, σε εύλογο χρονικό διάστημα, του ελληνικού δημοσίου, με τις αγορές να προεξοφλούν την αποκατάσταση συνθηκών εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, επισημαίνει ο ΣΕΒ.

Αναλυτικά:

•    Παρά τις αβεβαιότητες που παραμένουν όσον αφορά στη διαμόρφωση μεσοπρόθεσμων συνθηκών βιώσιμης ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας χωρίς δανεικά, οι αγορές έχουν αρχίσει να προσβλέπουν στην ταχεία ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης και τη συμφωνία για άμεση εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους. Μία τέτοια εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει σε επιβεβαίωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ότι η χώρα έχει εισέλθει σε ένα νέο κύκλο προσαρμογής και ανάκαμψης που εξυπηρετεί τον μεσο/μακροπρόθεσμο στόχο βιωσιμότητας του χρέους. Έτσι, θα δοθεί το σήμα που αναμένουν οι αγορές για ανάκαμψη των χρηματοδοτικών ροών και των επενδύσεων χαρτοφυλακίου που αφορούν στις προοπτικές των ελληνικών επιχειρήσεων και των τραπεζών, και, σε εύλογο χρονικό διάστημα, του ελληνικού δημοσίου, με τις αγορές να προεξοφλούν την αποκατάσταση συνθηκών εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών για τη διατηρήσιμη πρόσβαση του ελληνικού δημοσίου στις αγορές, όσο συντομότερα είναι αυτό εφικτό, πρέπει να αποτελέσει στόχο υψηλής προτεραιότητας, καθώς αποτελεί την κορωνίδα της επιστροφής της χώρας στην κανονικότητα. Η εδραίωση μιας τέτοιας κατάστασης μπορεί σε δεύτερη φάση, και αν δεν ανατραπεί από αρνητικές πολιτικές ή οικονομικές εξελίξεις, να δημιουργήσει κύμα άμεσων ξένων επενδύσεων και, έτσι, να επιτευχθεί ευκολότερα η ανάκαμψη της οικονομίας, η δημοσιονομική προσαρμογή, και η έξοδος από την κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, μία τέτοια πορεία μπορεί να ενισχυθεί πολλαπλώς με την ταχύτερη της αναμενόμενης άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και ελάφρυνση των επιχειρήσεων από τα υπερβολικά φορολογικά βάρη, με την κυβέρνηση να προεξοφλεί πειστικά με αυτό τον τρόπο, την πλήρη εφαρμογή και επιτυχία του προγράμματος προσαρμογής. Επιπροσθέτως, η δημιουργία ενός λειτουργικού θεσμικού πλαισίου για την αποτελεσματική μείωση των κόκκινων δανείων και την αναδιάρθρωση υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων, θα μπορούσε να δώσει περαιτέρω ώθηση στην προσπάθεια ταχύτερης εξόδου από την κρίση. Αυτό παραμένει ζητούμενο υψηλής προτεραιότητας, που όσο δεν αντιμετωπίζεται θα εξακολουθεί να δυσχεραίνει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, λόγω της έλλειψης επαρκούς ρευστότητας σε ανταγωνιστικούς όρους.

•    Η εδραίωση πλέον της δυναμικής των εξαγωγών εκτός καυσίμων συνεχίζει να πλαισιώνει τις επιπτώσεις μια πετυχημένης σε αφίξεις, αλλά όχι σε έσοδα, τουριστικής περιόδου, η οποία όμως είχε θετικό αποτύπωμα στην εποχική απασχόληση. Η εικόνα αυτή σταθεροποίησης με τάσεις ανάκαμψης καταγράφεται και σε άλλους δείκτες, όπως του κύκλου εργασιών σε βιομηχανία και χονδρικό εμπόριο.

•     Η κατάρρευση του κατασκευαστικού κλάδου κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας ύφεσης έχει λάβει τέτοια έκταση ώστε να μην είναι ρεαλιστική μια εκτίμηση ανάκαμψης της οικονομίας χωρίς ένα στοχευμένο πακέτο μέτρων προς την αγορά και κατασκευή ακινήτων. Το πρόβλημα συνδέεται άμεσα και με την εξυγίανση των κόκκινων τραπεζικών δανειών, καθώς τα ακίνητα που έχουν εγγραφεί ως εγγυήσεις στα περισσότερα από αυτά δεν μπορούν να αξιοποιηθούν λόγω της παγωμένης αγοράς αγοραπωλησιών και κατασκευών. Μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση περιλαμβάνουν:

α) τη μείωση των συνολικών εσόδων από ΕΝΦΙΑ σε ποσοστό του ΑΕΠ σε εύλογο επίπεδο για μια χώρα της ΕΕ, με μείωση των υπερβολών του συμπληρωματικού φόρου και διασφάλιση ότι η επιβάρυνση για τη μεσαία τάξη παραμένει σε εύλογα επίπεδα,

β) τη διερεύνηση εφαρμογής χαμηλότερων  συντελεστών ΕΝΦΙΑ στις νεοκατασκευασθείσες κατοικίες, μέσω εκπτώσεων που απομειώνονται σταθερά μέχρι μηδενισμού τους στην διάρκεια ενός καθορισμένου χρονικού διαστήματος

γ) τη δραστική μείωση του ΕΝΦΙΑ για ακίνητα που απασχολούνται παραγωγικά από επιχειρήσεις,

δ) τη δραστική απλοποίηση και συγκράτηση του κόστους των μεταβιβάσεων, ώστε η αύξηση του αριθμού των μεταβιβάσεων να καλύψει εν μέρει την απώλεια δημοσίων εσόδων από μείωση του ΕΝΦΙΑ,

ε) τη θέσπιση κινήτρων για όλους για ενεργειακή αναβάθμιση για οικίες και επιχειρήσεις, με στόχο την άμεση εκκίνηση της σχετικής δραστηριότητας με τρόπο που θα συνδέει την ύπαρξη παραστατικών (δηλαδή, άμεση καταβολή φόρου) με τους όποιους όρους στήριξης και εγγυήσεων και, οπωσδήποτε,

στ) τη μαζική υλοποίηση όλων των ιδιωτικοποιήσεων, που θα δώσουν ώθηση σε έργα αναβάθμισης και βελτίωσης των υποδομών, παράλληλα με τη μαζική αξιοποίηση των συμπράξεων ιδιωτικού και δημοσίου τομέα σε όλες τις κλίμακες και σε όλες τις διαστάσεις. Τα παραπάνω θα συνεισφέρουν στην ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, και του κατασκευαστικού κλάδου γενικότερα, συνεισφέροντας έτσι κρίσιμα και στην ταχύτερη εξυγίανση των NPL και κατά προέκταση βελτίωση των όρων χρηματοδότησης του παραγωγικού ιδιωτικού τομέα.

Οι αγορές προεξοφλούν την έξοδο από την κρίση παρά τις ασθενείς ακόμη ενδείξεις ανάκαμψης

Μεσούσης της 2ης αξιολόγησης, που η κυβέρνηση επιθυμεί να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το Eurogroup της 5/12, και με πολλά θέματα να παραμένουν ακόμα ανοικτά, η ανακοίνωση θετικού και σχετικά, υψηλού ποσοστού ανάπτυξης +1,5% για το γ’ τρίμηνο του 2016, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, συνιστά ενθαρρυντική εξέλιξη. Αν και δεν φαίνεται να έχουν ακόμη εδραιωθεί συνθήκες στέρεης ανάκαμψης, και το ΑΕΠ το δ’ τρίμηνο του 2016 αναμένεται μάλλον να διαμορφωθεί σε αρνητικό πεδίο μεταβολών (κυρίως λόγω σύγκρισης με ένα καλό τρίμηνο πέρυσι), παρόλα αυτά υπάρχουν, αν και ακόμη ασαφείς, ενδείξεις βελτίωσης των οικονομικών μεγεθών. Ο όγκος λιανικών πωλήσεων (που δεν περιλαμβάνει υπηρεσίες) πλην καυσίμων, μετά την αύξηση κατά +9,6% τον Ιούλιο (λόγω κυρίως της σύγκρισης με πέρυσι όταν είχαν επιβληθεί οι περιορισμοί στη κίνηση κεφαλαίων) επανήλθε σε αρνητικό πρόσημο (-1,7%) τον Αύγουστο, έναντι υψηλότερων αρνητικών αποτελεσμάτων -2,4% και -2% το α’ και β’ τρίμηνο του 2016 αντιστοίχως (βλ. εβδομαδιαίο δελτίο 03/11/2016 και μηνιαίο δελτίο 14/11/2016). Ομοίως, ο όγκος των ταξιδιωτικών εισπράξεων, μετά από μειώσεις -6,3% τον Ιούλιο και -10,5% τον Αύγουστο, και μείωση -12,2% το β’ τρίμηνο του 2016 μετά από μικρή αύξηση +1,8% το α’ τρίμηνο του 2016, το Σεπτέμβριο αυξήθηκε κατά +1,1% (βλ. παρακάτω, εξελίξεις, ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών) αποτέλεσμα που ενδεχομένως προοιωνίζεται ευνοϊκότερη εξέλιξη και για τον όγκο λιανικών πωλήσεων το Σεπτέμβριο, που θα ανακοινωθεί την επόμενη εβδομάδα. Στο πλαίσιο αυτό, μία σημαντική αποκλιμάκωση των αρνητικών ρυθμών μεταβολής κυρίως του όγκου των λιανικών πωλήσεων το τελευταίο τρίμηνο του έτους, θα πιστοποιήσει, σε συνδυασμό με μία καλή επίδοση της μεταποιητικής παραγωγής πλην καυσίμων και του όγκου των εξαγωγών αγαθών, ότι οι τάσεις ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία αποκτούν μονιμότερο χαρακτήρα.

Οι ισχυρές αβεβαιότητες της αγοράς ως προς τις προοπτικές ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, δεδομένης και της προδιαγεγραμμένης μεγάλης αύξησης του φορολογικού βάρους και της ανάγκης για περαιτέρω μείωση των ελλειμμάτων του ασφαλιστικού συστήματα, θα μπορούσαν να καμφθούν αν η κυβέρνηση παρουσίαζε έναν οδικό χάρτη  αξιόπιστης μετάβασης σε μια προδιαγεγραμμένη μείωση φόρων και άρση των capital controls, καθώς και πρόσβασης του ελληνικού δημοσίου στις κεφαλαιαγορές σε σχετικώς χαμηλά επιτόκια.  Αυτό θα αποτελούσε ένα εποικοδομητικό σενάριο εξελίξεων που μπορεί να οδηγήσει σταδιακά τη χώρα προς την κανονικότητα. Τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται μία σταθερή μείωση των περιθωρίων των ελληνικών ομολόγων έναντι των γερμανικών ομολόγων, αν και μέρος της συμπίεσης προέρχεται και από την αύξηση των αποδόσεων των γερμανικών ομολόγων καθώς οι αγορές αντιδρούν στην προοπτική υψηλότερου πληθωρισμού διεθνώς λόγω της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ. Η βελτίωση αυτή των περιθωρίων στα ομόλογα ελληνικού δημοσίου συνοδεύεται και από μία άνοδο στον χρηματιστηριακό δείκτη της Αθήνας, που σηματοδοτούν την απαρχή ευνοϊκών εξελίξεων και στην οικονομία, καθώς οι κεφαλαιαγορές δρουν τις περισσότερες φορές ως πρόδρομοι δείκτες.

Αρκεί, βεβαίως, να επιτευχθούν όλοι οι ενδιάμεσοι στόχοι, όπως είναι κυρίως η αποκατάσταση ορατότητας για τη μεσοπρόθεσμή εξέλιξη του χρέους με την ενσωμάτωση μέτρων ελάφρυνσής του, και η συνακόλουθη θετική αξιολόγηση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο της επάρκειας των δημοσιονομικών μέτρων προσαρμογής ως συμβατών με τη δυνατότητα κανονικής εξυπηρέτησής του. Αν και από την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους δεν προκύπτει κάποιο σημαντικό δημοσιονομικό περιθώριο για τα αμέσως επόμενα χρόνια ώστε να μετριασθεί η επίπτωση των μέτρων λιτότητας που εφαρμόζονται στο βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού, η επίτευξη συμφωνίας για το χρέος στο Eurogroup της 5/12/2016 θεωρείται η απαρχή θετικών εξελίξεων για την αποκατάστασης του κλίματος εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ταχύτερη ανάκαμψη των εισοδημάτων και της απασχόλησης, ιδίως εάν αυτό επιβεβαιωθεί και από την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τις εταιρείες αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας. Ήδη, στις 22/11/2016 η Moody’s αναβάθμισε τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών από "αρνητικές" σε "σταθερές". Οι εξελίξεις αυτές θα συντελέσουν και στην αποδοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επισφραγίζοντας τη βελτίωση των προοπτικών. Η οικονομία, βεβαίως, παραμένει επιφυλακτική, όπως δείχνει και η εξέλιξη του δείκτη οικονομικού κλίματος, δεδομένης της καταιγίδας φόρων και επιβαρύνσεων που συμφωνήθηκαν και υλοποιούνται αυτή την περίοδο. Σε κάθε περίπτωση, οι παράγοντες της αγοράς θα εκπλαγούν ευχάριστα εάν όντως η 2η αξιολόγηση ολοκληρωθεί εντός των στενών χρονικών ορίων που έχουν φιλόδοξα τεθεί υπό την κυβέρνηση, παρόλο που δεν υπάρχουν πιεστικές χρηματοδοτικές ανάγκες το α’ εξάμηνο του 2017.

Όλα αυτά, βεβαίως, δεν θα είναι παρά ασκήσεις επί χάρτου αν διαταραχθεί η πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως έχει συμφωνηθεί. Αν μη τι άλλο, η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής θα πρέπει να ενισχυθεί. Όχι μόνο δεν θα πρέπει να χαλαρώσει η προσπάθεια των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά η όλη διαδικασία θα πρέπει να επιταχυνθεί. Στο πλαίσιο αυτό, και προεξοφλώντας δυναμικά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής, η κυβέρνηση θα μπορούσε άμεσα να προχωρήσει μέχρι και σε πλήρη άρση των περιορισμών στη κίνηση κεφαλαίων και μείωση κάποιων εμβληματικών φορολογικών συντελεστών. Μία τέτοια κίνηση θα μπορούσε να γίνει απαρχή καταιγιστικών εξελίξεων, καθώς θα δημιουργούσε τη βεβαιότητα που λείπει σήμερα, ότι δηλαδή η κυβέρνηση επιδιώκει ενεργητικά και με αποφασιστικότητα την υλοποίηση του προγράμματος, την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, την πάταξη της φοροδιαφυγής, όχι θεωρητικά και αόριστα αλλά με πρακτικά μέσα (π.χ. ηλεκτρονικές συναλλαγές) και με σχεδιασμό, και είναι σίγουρη ότι τα μέτρα που λαμβάνονται θα αποδώσουν τα αναμενόμενα, και οι στόχοι του προγράμματος θα επιτευχθούν.

Η αυξανόμενη υπερφορολόγηση της οικονομίας έχει ήδη προσεγγίσει την επικίνδυνη ζώνη. Ένα διογκούμενο κύμα πολιτών και επιχειρήσεων, μπορεί ανά πάσα στιγμή, ιδίως το 2017, να αντιμετωπίσουν αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους, με δυσάρεστες επιπτώσεις για τη σταθερότητα και τη συνοχή της κοινωνίας. Η διάρθρωση της φορολογίας πρέπει να αναθεωρηθεί με το φορολογικό βάρος να κατανέμεται σε περισσότερους ώμους, παίρνοντας λίγα από πολλούς και όχι πολλά από λίγους. Προς αυτή την κατεύθυνση, επιβάλλεται η μείωση του αφορολόγητου, των φορολογικών συντελεστών στον φόρο νομικών προσώπων και του μη μισθολογικού κόστους, ώστε να δοθεί ώθηση στη δημιουργία εισοδημάτων και θέσεων εργασίας και να ανατραπεί η μη ισόρροπη κατανομή βαρών που δρα ανασταλτικά στην υγιή αύξηση των φορολογικών εσόδων.

Σήμερα, επίσης, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, όχι μόνο εμποδίζουν το εμπόριο και τις επενδύσεις, αλλά δημιουργούν και εφησυχασμό περί του επείγοντος της προσαρμογής και των μεταρρυθμίσεων. Αυτό συμβαίνει διότι τυχόν αρνητικές εξελίξεις στο πεδίο άσκησης οικονομικής πολιτικής, δεν προκαλούν εκροή καταθέσεων εκτός τραπεζικού συστήματος και/η στο εξωτερικό, όπως στο πρόσφατο παρελθόν. Από την άλλη πλευρά, η σταδιακή τους άρση μέχρι σήμερα δεν έχει αποφέρει αποτέλεσμα όσον αφορά στην επανάκαμψη καταθέσεων στις τράπεζες. Μία όμως εναλλακτική προσέγγιση άμεσης άρσης των περιορισμών στη κίνηση κεφαλαίων διατρανώνει πέραν πάσης αμφιβολίας τη δέσμευση και την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να πράξει τα απαραίτητα, για να βγάλει τη χώρα μία ώρα αρχύτερα από την κρίση και την ύφεση.

Για να ξεκινήσει άμεσα και πειστικά η αντίστροφη μέτρηση προς την κανονικότητα, πρέπει, τέλος, να υπάρξει τραπεζική χρηματοδότηση. Τα προβληματικά δάνεια αποτελούν σήμερα έναν βρόγχο στην οικονομική δραστηριότητα καθώς η μη αντιμετώπισή τους δεν επιτρέπει στις τράπεζες να διοχετεύσουν ρευστότητα στην αγορά. Όσο υπάρχει στήριξη του τραπεζικού συστήματος από τη ρευστότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε συνδυασμό με τους περιορισμούς στη κίνηση κεφαλαίων, και όσο η επάρκεια τραπεζικών κεφαλαίων και προβλέψεων παραμένει ικανοποιητική, οι τράπεζες προσβλέπουν στην ανάκαμψη της οικονομίας, ως τον καταλύτη που θα επιταχύνει την αντιμετώπιση των προβληματικών δανείων. Αυτό θα συμβεί στο βαθμό που θα βελτιωθούν οι συνθήκες εξυπηρέτησης των προβληματικών επιχειρηματικών δανείων και, έτσι, δεν θα απαιτηθεί να καταφύγουν σε μεγάλης έκτασης πωλήσεις δανείων (πολλές φορές αντί πινακίου φακής) σε εξειδικευμένες εταιρείες διαχείρισης προβληματικών δανείων, και έτσι, να οδηγήσουν, με αντιπαραγωγικό τρόπο, σε ρευστοποιήσεις/αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων, που κατά βάση είναι βιώσιμες υπό κανονικές συνθήκες ανάπτυξης της οικονομίας. Η προσέγγιση αυτή ενισχύεται και από την ευρέως αποδεκτή παραδοχή ότι το θεσμικό πλαίσιο σε όλο το φάσμα μετάβασης μιας επιχείρησης από τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών στο προπτωχευτικό και πτωχευτικό στάδιο, και, τέλος, την αναδιάρθρωση ή την ρευστοποίηση της, είναι λειτουργικά ατελές. Πέραν αυτού, το θεσμικό πλαίσιο στερείται της οικονομικής λογικής που επιτάσσει την ταχεία επανένταξη του εν πολλοίς αργούντος παραγωγικού δυναμικού μιας προβληματικής επιχείρησης στην παραγωγική διαδικασία ώστε να συνεχίσει να δημιουργεί εισοδήματα και θέσεις εργασίας, και όχι να απαξιώνεται, καθώς προκαλούνται τεράστιες νομικές καθυστερήσεις, που κατ’ ουσία στερούν τον πτωχεύσαντα οφειλέτη μιας δεύτερης ευκαιρίας. Ταυτόχρονα, δίνει τη δυνατότητα χειραγώγησης της διαδικασίας σε στρατηγικούς κακοπληρωτές και εμποδίζει τα εμπλεκόμενα στελέχη στις τράπεζες και τις επιχειρήσεις να ολοκληρώσουν γρήγορα τη διαδικασία λόγω έλλειψης νομικής κάλυψης και προστασίας έναντι τρίτων. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να εξετασθεί η παροχή κινήτρων στις τράπεζες, υπό τη μορφή αναβαλλόμενης φορολογίας για τις τυχόν ζημιές που θα προκύψουν από την ταχεία μείωση των προβληματικών δανείων στο χαρτοφυλάκιό τους, καθώς και τους προμηθευτές προβληματικών επιχειρήσεων, υπό τη μορφή συμψηφισμού με φόρους εισοδήματος που έχουν ήδη καταβληθεί σε κέρδη που υπολογίστηκαν με βάση τις προ διαγραφής απαιτήσεις. Η ταχεία διαμόρφωση ενός λειτουργικού θεσμικού πλαισίου με τα κατάλληλα φορολογικά κίνητρα και την άρση των αντικινήτρων με την παροχή νομικής κάλυψης στα στελέχη ευθύνης των τραπεζών και των επιχειρήσεων είναι συνεπώς, εκ των ων ουκ άνευ για την επαναφορά της κανονικότητας στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Ήδη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε στις 22/11/2016 σχετική πρόταση οδηγίας για την εφαρμογή ενός πλαισίου προληπτικής αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων, παροχής δεύτερης ευκαιρίας σε όσους επιχειρηματίες πτωχεύουν και αποτελεσματικότερης πτωχευτικής διαδικασίας.

Οι προτάσεις αυτές επιτάχυνσης της εξόδου από την κρίση, εάν εφαρμοσθούν από την κυβέρνηση θα δώσουν το μήνυμα σε αγορές και επενδυτές πως κάνει ό,τι απαιτείται για να το πετύχει, αποκαθιστώντας ταχύτερα την εμπιστοσύνη στις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας μας.