Skip to main content

Σενάρια επιβολής «πράσινου φόρου» στα πετρελαιοκίνητα

Τα σενάρια για την επιβολή φόρου στα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα πυροδότησε συνέντευξη του αναπληρωτή υπουργού Γ.Τσιρώνη. Διαψεύδει το υπουργείο.

Αναστάτωση προκάλεσαν τα σενάρια για την επιβολή φόρων στα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα, που πυροδότησε συνέντευξη του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος Γιάννη Τσιρώνη στο Enikonomia. Ο κ.Τσιρώνης δήλωσε «πολέμιος» της πετρελαιοκίνησης αλλά και γενικότερα των ρυπογόνων οχημάτων και προανήγγειλε μέτρα για την καταπολέμησή τους, κάτι που ερμηνεύτηκε ως προαναγγελία επιβολής «πράσινου» φόρου.

Οι δηλώσεις Τσιρώνη προκάλεσαν σφοδρές αντιδράσεις με αποτέλεσμα να εκδώσει ανακοίνωση το υπουργείο διαψεύδοντας τα σενάρια περι επιβολής φόρου.

«Την απόσυρση παλαιών αυτοκινήτων δεν την έχω μελετήσει εκτεταμένα αλλά θεωρώ πως από την στιγμή που φεύγει από την κυκλοφορία ένα παλιό ρυπογόνο αυτοκίνητο το οποίο αντικαθίσταται με ένα νέο που ρυπαίνει λιγότερο σίγουρα το μέτρο είναι θετικό» ανέφερε στο Enikonomia σχετικά με το μέτρο της απόσυρσης παλαιών αυτοκινήτων.

Σε ερώτηση αν επιδέχεται αλλαγές το μέτρο της απόσυρσης οχημάτων ο κ. Τσιρώνης επισήμανε πως το συγκεκριμένο μέτρο αφορά κυρίως το υπουργείο Οικονομικών αλλά εκείνος προσωπικά εκτιμά πως θα μπορούσε να επεκταθεί και στα εγχώρια μεταχειρισμένα αυτοκίνητα που πληρούν τις ίδιες οδηγίες ρύπων με τα αντίστοιχα καινούρια ΙΧ καθώς οι καταναλωτές θα είχαν το δικαίωμα της επιλογής ενός φθηνότερου και καθαρότερου αυτοκινήτου  ενώ παράλληλα δεν θα «έφευγαν» τα χρήματα στο εξωτερικό για επιπλέον εισαγωγές αυτοκινήτων».

Δίκαια τα Τέλη με βάση τις εκπομπές CO2

Όσον αφορά στα Τέλη Κυκλοφορίας «δύο ταχυτήτων» που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα ο κ. Τσιρώνης εκτιμά πως ο τρόπος υπολογισμού των Ετήσιων Τελών με βάση τις εκπομπές CO2 είναι δίκαιος, αλλά θεωρεί πως τα πετρελαιοκίνητα οχήματα (αυτοκίνητα, ταξί, φορτηγά και γενικότερα τα μεταφορικά μέσα) είναι τα πιο επικίνδυνα και τα πλέον ρυπογόνα.

Ειδικά για τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα ο αναπληρωτής υπουργός  εκτιμά πως σιγά-σιγά θα υπάρξουν μέτρα κατά της πετρελαιοκίνησης τα οποία δρομολογούνται το επόμενο χρονικό διάστημα.

Άλλωστε μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός, σύμφωνα με τον κ. Τσιρώνη, πως το ένα κράτος-μέλος μετά το άλλο λαμβάνουν μέτρα κατά της πετρελαιοκίνησης καθώς οι εκπομπές μικροσωματιδίων αποτελούν κίνδυνο-θάνατο για την υγεία των πολιτών.

Στην Ελλάδα, και ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα δημιουργούνται οι ιδανικές συνθήκες η συγκέντρωση μικροσωματιδίων είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τους πολίτες που ζουν εκεί.

Παράλληλα ο αναπληρωτής υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας επισημαίνει πως ένας επιπλέον λόγος που τα πετρελαιοκίνητα οχήματα ρυπαίνουν περισσότερο στην Ελλάδα έχει να κάνει με το γεγονός πως δεν συντηρούνται σωστά με αποτέλεσμα να έχουν μετατραπεί σε «ωρολογιακές βόμβες» για την Δημόσια Υγεία.

«Δεν είναι δυνατό να αντικρίζεις καθημερινά στους δρόμους της Αθήνας πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα, ταξί και φορτηγά που κατά την εκκίνηση ή την πορεία τους να δημιουργείται ένα πυκνό μαύρο σύννεφο που δεν σου επιτρέπει να δεις ούτε την πινακίδα του και να αναρωτιέσαι πως κανένας αστυνομικός, κανένα ΚΤΕΟ ή γενικότερα κανένας ελεγκτικός μηχανισμός δεν έχει κόψει από την κυκλοφορία αυτά τα οχήματα» τόνισε με έμφαση ο Υπουργός.

«Αυτό πρέπει να σταματήσει» τονίζει ο κ. Τσιρώνης επικαλούμενος την ενεργοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών.

Ωστόσο ο Υπουργός δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει πως το ανθρώπινο δυναμικό του Υπουργείου  που αφορούν στους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος, Ενέργειας, Δόμησης και Μεταλλείων ανέρχεται σε μόλις 106 άτομα για όλη την Ελλάδα ενώ ειδικά για τον Βόρειο Τομέα ο αριθμός των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος είναι μόνο τέσσερις.

Διαψεύδει το υπουργείο Περιβάλλοντος

Σε απάντηση σημερινών δημοσιευμάτων του ηλεκτρονικού τύπου, ο υπουργός Αναπληρωτής ΠΑΠΕΝ Γιάννης Τσιρώνης τονίζει ότι ουδέποτε μίλησε για νέους φόρους ή τέλη στην πετρελαιοκίνηση και διαψεύδει κατηγορηματικά κάθε τέτοια πληροφορία.

Ο υπουργός Αναπληρωτής ΠΑΠΕΝ Γιάννης Τσιρώνης πιστεύει και ανέλυσε πολιτικά την ανάγκη για μετάβαση σε μία οικονομία με λιγότερη εξάρτηση από το πετρέλαιο, στο πλαίσιο της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, σε συνδυασμό με τις ευρωπαϊκές πολιτικές για τα επόμενα χρόνια.