Skip to main content

Πότε θα περάσουν οι ΗΠΑ από τα λόγια στα έργα για την Ελλάδα;

Δεν αρκούν τα λόγια περί ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος στην Ελλάδα, αλλά είναι καιρός να υπάρξει και κάποια αμερικανική παραγωγική επένδυση

Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε -μετά τις διευκρινίσεις για τον τρόπο πληρωμής- την αναβάθμιση των F-16, και ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, συνεχάρη τον Πάνο Καμμένο για την ομόφωνη έγκριση του προγράμματος.

Ομολογώ, ότι αδυνατώ να κατανοήσω την έννοια των συγχαρητηρίων, λόγω του ότι ευχαριστήρια ανέμενα εκ μέρους του Πρέσβεως, λόγω της προτιμήσεως ενισχύσεως της αμερικανικής οικονομίας εκ μέρους μας, αντί της γαλλικής, όπου μεγάλο μέρος των Μιράζ που διαθέτουμε, μένουν καθηλωμένα, ενώ μπορούσαν να καταστούν αξιόμαχα, με πολύ μικρό κόστος.

Ο Πρέσβης, σημείωσε ότι η αναβάθμιση των αεροπλάνων μας «ενισχύει περαιτέρω τις σχέσεις Ελλάδας - ΗΠΑ, μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στον Λευκό Οίκο τον Οκτώβριο». Επομένως, αν επιδιώκουμε περαιτέρω ενίσχυση των σχέσεών μας, θα την επιτύχουμε αγοράζοντας από τις ΗΠΑ και άλλα οπλικά συστήματα. Αντιλαμβανόμαστε επομένως, ότι ο βαθμός θερμότητας των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, εξαρτάται από το τι αγοράζουμε, και τι προσφέρουμε λόγω της γεωστρατηγικής μας θέσεως.

Όμως, κάθε καλόπιστος θα υποστηρίξει πως οι σχέσεις των κρατών μεταξύ τους, πρέπει να διακρίνονται από αμοιβαιότητα. Και εκείνο που γνωρίζω πολύ καλά -και εξ αμέσου παρατηρήσεως, αλλά και μελέτης- είναι τι δίνουμε, αλλά αγνοώ τι παίρνουμε. Να υποθέσω, ότι παίρνουν μόνον οι πολιτικοί που συναλλάσσονται, ώστε να ισοσκελίζεται το δούναι και λαβείν; Επειδή, είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν παίρνει τίποτε.

Άκουσα κάποτε Έλληνα πολιτικό, να εκφράζει ευγνωμοσύνη προς τις ΗΠΑ, επειδή μας προστάτευσαν μετά το πόλεμο, και δεν πέσαμε στα νύχια του Στάλιν. Αυτό το επιχείρημα είναι αφελές -για να μη το χαρακτηρίσω αλλιώς- επειδή είναι προφανές πως η οιαδήποτε βοήθεια δεν είχε φιλανθρωπικό, ούτε φιλελληνικό κίνητρο, αλλά εξυπηρετούσε πλήρως τα αμερικανικά συμφέροντα.

Αλίμονο στις ΗΠΑ, αν η Ελλάδα εντασσόταν στο Σύμφωνο Βαρσοβίας. Δεν θα υπήρχε τότε «ισορροπία τρόμου» μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, αλλά πλήρης κυριαρχία της Σοβιετικής Ενώσεως. Προφανώς και υπήρξε παράπλευρο όφελος της Ελλάδας, το οποίο προήλθεόμως από την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Δύσης.

Έκτοτε, προσπαθώ να βρω γεγονότα, στα οποία οι ΗΠΑ να έδειξαν εύνοια προς την Ελλάδα, αλλά δυσκολεύομαι. Ακόμη και κατά τις περιπτώσεις επίδειξης ουδετερότητας, αυτή ευνοούσε πάντα την Τουρκία. Για να μη αναφέρω το 1974, ούτε τα Ίμια, ούτε τον τρόπο εκπαραθύρωσης της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό, ότι αυτά τα γράφω εγώ, που στα φοιτητικά μου χρόνια συγκρουόμουν με τους κομμουνιστές συμφοιτητές μου, υποστηρίζοντας τις ΗΠΑ. Και βεβαίως, «ανήκω κι εγώ στην Δύση», αφού άλλωστε και να ήθελα δεν θα μπορούσα να ανήκω αλλού. Το αποτόλμησε η Σερβία, και ο κατακερματισμός της δεν εννοεί να σταματήσει.

Όταν, λοιπόν, ρώτησα έναν φίλο Ελληνοαμερικανό στρατηγό, γιατί δεν ενοχλούνται που αυξάνεται ο αντιαμερικανισμός στα αστικά πλέον στρώματα της Ελλάδας, μου απάντησε ειλικρινώς, αλλά και κυνικώς, ότι αυτό δεν ενοχλεί καθόλου την αμερικανική πολιτική, αφού εκείνος που συγκρατεί τις αδύναμες χώρες στο άρμα των ισχυρών, είναι ο φόβος. Δεν πρωτοτύπησε ο καλός φίλος στην διαπίστωση, επειδή αυτή ακριβώς είναι η συμβουλή του Μακιαβέλι στον Ηγεμόνα.

Αν χρειαστεί ο Ηγεμών να επιλέξει μεταξύ του να τον αγαπούν οι υπήκοοί του ή να τον φοβούνται, να επιλέξει τον φόβο, επειδή η αγάπη είναι ένας συναισθηματικός δεσμός που εύκολα κόβεται. Έτσι είναι, αλλά του αντέτεινα, ότι το ίδιο εφάρμοσαν οι Αθηναίοι, με την ψευδώνυμη «Αθηναϊκή Συμμαχία», συγκρατώντας με τον φόβο τους δήθεν συμμάχους, αλλά κατ’ ουσίαν υποτελείς, έως ότου αυτοί συσπειρώθηκαν εξ ανάγκης γύρω από την λησμονημένη Σπάρτη, που της είχε μείνει μόνον το ένδοξο παρελθόν, η αίγλη όμως του οποίου ήταν αρκετή για την δημιουργία σπαρτιατικής συμμαχίας, που κατετρόπωσε την Αθήνα. Και η οποία, επί 2.500 χρόνια ήταν ένα χωριουδάκι, με χοιροτροφεία πάνω στην Ακρόπολη, και ανέκαμψε μόνον όταν μεταφέρθηκε εκεί η πρωτεύουσα του ιδρυθέντος κράτους.

Πιστεύω λοιπόν, ότι από την στιγμή -και για χρόνια ακόμη- η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή, καλό είναι ο οιοσδήποτε Πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, να σκεφθεί ότι δεν αρκούν τα λόγια περί ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος στην Ελλάδα, αλλά είναι καιρός να υπάρξει και κάποια αμερικανική παραγωγική επένδυση, που αποτελεί στην χώρα μας είδος εν ανεπαρκεία.