Skip to main content

Πώς φθάσαμε οι δανειστές να ζητούν εκποίηση της κρατικής περιουσίας

Αντί να απαιτήσουμε να εξαφανιστούν από την πολιτική σκηνή όλοι όσοι διατελούν ή διετέλεσαν δημόσιο αξίωμα, εκτονωνόμαστε βρίζοντας τους δανειστές.

Διαχρονικό φάρμακο για απενοχοποίηση του εαυτού μας είναι η μεταφορά των ευθυνών μας αλλού. Στους κακούς που μας επιβουλεύονται, στην κακιά μάγισσα του χωριού ή στον «καμπούρη» παλαιότερα, στον τράγο τον αποδιοπομπαίο, στο κακό μάτι, ακόμη και στα κακά πνεύματα.

Αυτό όμως μπορεί να μας ελαφρύνει, αλλά δεν μαθαίνουμε από τα παθήματα. Δύσκολο πράγμα η αυτογνωσία, που προσκρούει στον εγωισμό, γι’ αυτό και κάποιοι πρέπει να μας λένε αλήθειες, για να υποχρεωθούμε να αντιληφθούμε το πρόβλημα, αφού μόνοι μας δεν θέλουμε. Μόνο που ο λαϊκισμός στους πολιτικούς μας περισσεύει.

Δεν θυμώνω με τους δανειστές, παρόλο που είναι ο ευκολότερος στόχος. Είμαι όμως εξοργισμένος με όλες εκείνες τις αθλιότητες -και στρεφόμενες στην ουσία εναντίον του λαού- πολιτικών και συνδικαλιστών, που ενώ από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 υπήρξε μια προσπάθεια να μπει φρένο στον αλόγιστο δανεισμό και στην ακατάσχετη παροχολογία, στάθηκαν εμπόδιο προβάλλοντας μόνον το προσωπικό τους συμφέρον.

Τότε ξεκίνησε μια προσπάθεια για την εξυγίανση του ασφαλιστικού, για αποκρατικοποίηση εταιριών του δημοσίου, και γενικά μια απόπειρα συμμόρφωσης του κρατικού μηχανισμού στα σύγχρονα δεδομένα. Δεν άφησαν να συμβεί αυτό ούτε οι πολιτικοί ούτε οι συνδικαλιστές, επειδή τους έβλαπτε προσωπικά. Και τώρα, αντί να γυρίσουμε τις μνήμες πίσω και να δούμε τους πραγματικούς ενόχους -τους λαϊκιστές εκπροσώπους μας, αλλά κι εμάς, που κάναμε πως δεν καταλαβαίναμε- στρεφόμαστε κατά των δανειστών.

Ποιοι είναι αυτοί; Αυτοί στους οποίους προσέφυγαν οι πολιτικοί για να εξαγοράσουν την ψήφο μας, την οποία πωλούσαμε σε όποιον έδινε τα περισσότερα. (Λησμονούνται οι πλειοδοτήσεις στη σύνταξη του ΟΓΑ, ή στον κατώτερο μισθό, με τον ΣΥΝ να ζητάει 1.100 ευρώ και το ΚΚΕ να απαντά με 1.200, γνωρίζοντας ότι αυτά τα χρήματα δεν υπάρχουν;). Αυτοί λοιπόν οι δανειστές, δεν μας πίεσαν για να μας δανείσουν. Εμείς προσφύγαμε σ’ αυτούς. Και φυσικά, μας τσάκισαν (με 17,5% επιτόκιο πληρώνουμε δάνεια της δεκαετίας του ’80), και όχι μόνον αυτό, αλλά μας έριξαν σε παγίδα, δανείζοντάς μας συνεχώς, ενώ γνώριζαν ότι δεν γίνεται να αποπληρωθεί το υπέρογκο χρέος.

Εμείς, πολιτικοί, συνδικαλιστές και λαός, είδαμε το τυρί αλλά δεν είδαμε την φάκα. Την εξυπνάδα μας την έχουμε για βαθυστόχαστες αναλύσεις στα καφενεία και εύκολα σχόλια σε θέματα που αγνοούμε σε βάθος, επειδή είμαστε ξερόλες. Όταν χρειάστηκε να αποδείξουμε ότι είμαστε έξυπνοι, ήμασταν αλλού.

Αυτό που ήθελαν οι δανειστές το πέτυχαν, επειδή όμως τους το προσφέραμε, χωρίς να το απαιτήσουν. Και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, μας οδήγησαν ως εδώ που είμαστε τώρα, απαιτώντας -όπως πολλές φορές έχω εξηγήσει- όχι την αποπληρωμή των χρεών, που είναι παντελώς αδύνατο να συμβεί, αλλά την εξουσία. Και πράττουν αυτό που πράττει το χρηματοπιστωτικό σύστημα απ’ αρχής της οργανωμένης εμφάνισής του: Ζητούν εγγυήσεις. Και οι πιο σταθερές είναι τα ακίνητα.

Τώρα που έγινε σαφές, τώρα διαμαρτυρόμαστε. Πού ήταν η εξυπνάδα μας να μη το επιτρέψουμε να συμβεί; Μήπως δεν υπήρχαν προηγούμενα, ώστε να υποθέσουμε τα μελλούμενα; Πού ήταν οι βαθύνοες οικονομολόγοι και εργατολόγοι, διάσημοι ως μαϊντανοί στα τηλεπαράθυρα, να συγκρατήσουν την χώρα από τον κατήφορο; Όχι μόνον δεν το έπραξαν αλλά θυμάμαι την ηρωοποίηση ενός συνδικαλιστή του ΣΥΝ που ξεγύμνωσε δημόσια ιδιοκτήτη αστικού λεωφορείου, επειδή ήθελε να μείνουν κρατικές οι συγκοινωνίες. Πόσοι κρατικοδίαιτοι θέλουν να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα; Χαζοί είναι να το θέλουν; Ίδιες είναι οι συνθήκες;

Και σήμερα εκπλησσόμαστε, επειδή οι δανειστές απαιτούν να ξεπουλήσουμε δημόσια περιουσία. Επειδή περί ξεπουλήματος πρόκειται. Ακριβώς όπως συμβαίνει με το ακίνητο που βάλαμε για υποθήκη παίρνοντας το δάνειο, που δεν μπορούμε να αποπληρώσουμε. Και αντί να απαιτήσουμε να εξαφανιστούν από την πολιτική σκηνή όλοι -μα όλοι- όσοι διατελούν ή διετέλεσαν δημόσιο αξίωμα, ως υπόλογοι της σημερινής κατάντιας, εκτονωνόμαστε βρίζοντας τους δανειστές και χειροκροτούμε τους πραγματικούς υπαίτιους της συμφοράς, απενοχοποιώντας και τους εαυτούς μας.
Τίποτε δεν καταλάβαμε. Πόσα άλλα πρέπει να πάθουμε για να μας γίνουν μάθημα;

Ο Μακεδών