Skip to main content

Τα πολλά περίεργα στις ελληνοσκοπιανές διαπραγματεύσεις

Η επίσπευση των διαπραγματεύσεων, το πλεονέκτημα της Ελλάδας που το έκανε μειονέκτημα και η ελληνική τακτική που τα κάνει όλα ανάποδα.

Η ταχύτητα με την οποία αποδέχθηκε η Ελλάδα να επιλυθεί δήθεν το σκοπιανό ζήτημα, εκπλήσσει. Σε μια υπόθεση, όπου το ενδιαφέρον για την πρόοδο των συνομιλιών και επίσπευση εύρεσης λύση βρίσκεται στην πλευρά των Σκοπίων, εμείς τι λόγο έχουμε να επισπεύδουμε;

Κατ’ αρχάς, όχι μόνον ο ελληνικός λαός αλλά και οι υποτιθέμενοι γνώστες του ζητήματος, είναι ανενημέρωτοι, και αντιμετωπίζουν επιφανειακά το πρόβλημα. Εκπλήσσει, ότι γίνεται αναφορά στο "μακεδονικό ζήτημα", αναγνωρίζοντας εμμέσως μακεδονική υφή στους Σκοπιανούς. Το ζήτημα δεν είναι μακεδονικό, δεν είναι δικό μας δηλαδή, επειδή δεν υπάρχει άλλη Μακεδονία, αλλά σκοπιανό.

Λογικά, δεν έπρεπε καν να συζητούμε. Κι εδώ είναι το τεράστιο λάθος -πολιτικό έγκλημα, δηλαδή- που ξεκινήσαμε και δυστυχώς συνεχίζουμε συζητήσεις για ένα πρόβλημα που δεν είναι δικό μας, αλλά Σκοπιανό. Εμείς ένα πράγμα είχαμε μόνο να πούμε, μετά την ανάμιξη του ΟΗΕ. «Όσο αποκαλείστε Μακεδονία, δεν θα ενταχθείτε ούτε στο ΝΑΤΟ, ούτε στην ΕΕ». Τελεία και παύλα. Καμιά άλλη συζήτηση.

Και είναι παιδιάστικο το επιχείρημα κάποιων, ότι τους αναγνώρισαν ως Μακεδονία 140 περίπου χώρες, άρα χάνεται το παιχνίδι. Όλες οι χώρες του ΟΗΕ να τους αναγνωρίσουν, το κλειδί για ν’ ανοίξουν οι πόρτες γι’ αυτούς στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. το κρατά η Ελλάδα. Η απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας ισχύει εσαεί. Τι έχει να χάσει η Ελλάδα με την διαιώνιση του προβλήματος, όπως έγραψα προχθές; Οι επενδύσεις Ελλήνων γίνονται χωρίς κανένα πρόβλημα, η επικοινωνία των λαών επίσης, το ίδιο και με τα διασυνοριακά κοινά ευρωπαϊκά προγράμματα. Τι επί πλέον θα κερδίσει η Ελλάδα με μια συμφωνία, με βέβαιη την εκ νέου βλαβερή υποχώρηση;

Προχθές, είχε δημοσιευθεί εδώ σημείωμα με τίτλο "Μήπως και οι Σκοπιανοί δεν θέλουν ολοκλήρωση των συζητήσεων;" Στήριξα την απορία μου στο ότι συγκροτούνται επιτροπές εξ εμπειρογνωμόνων των δύο χωρών για να συζητήσουν τα μύρια όσα προβλήματα -που θεωρούνται δευτερεύοντα της ονομασίας, αλλά είναι εξίσου σημαντικά-, κι αυτό δείχνει ότι η ιστορία πάει σε μάκρος, και είναι αδύνατον να επιλυθεί εντός του εξαμήνου του τρέχοντος έτους, όπως έχει τεθεί ο στόχος.

Η συγκρότηση επιτροπών γίνεται όταν δεν θέλουν οι πολιτικοί να πάρουν επάνω τους το βάρος λήψης μιας απόφασης. Η επιτροπή, ώσπου να συγκροτηθεί, ώσπου να ενημερωθεί και να ενστερνισθεί το νόημα των επιδιώξεων κάθε χώρας, οδηγεί σε μακρόχρονη αναβολή λύσης του προβλήματος.

Την επομένη, μάλλον το επιβεβαίωσε ο Σκοπιανός ΥΠΕΞ, Νικολά Ντιμιτρόφ, μιλώντας στην ιστοσελίδα "Balkan Insight", όπου κάνει βέβαια λόγο για ιστορική ευκαιρία, τονίζοντας ότι τόσο τα Σκόπια όσο και η Αθήνα έχουν καθήκον να κάνουν το καλύτερο δυνατό και να εκμεταλλευτούν την τρέχουσα δυναμική, σημειώνει ωστόσο ότι, παρά την αισιοδοξία, «πρέπει να αποδεχθούμε την πιθανότητα ότι μπορεί να μην καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τις διαφορές μας αυτή τη στιγμή, αλλά είμαστε διατεθειμένοι να συνεχίσουμε, μέχρι αυτό να γίνει».  

Τι συνέβη, άραγε; Διαπίστωσαν οι Σκοπιανοί ότι η ελληνική πλευρά δεν έχει σκοπό να ικανοποιήσει όλα τα αιτήματά τους; Δεν έχουν ενδείξεις ότι σε τυχόν δημοψήφισμα στη χώρα τους, ο λαός δεν θα συμφωνήσει; Απαιτούν και οι Αλβανοί συμπερίληψη στο όνομα και της δικής τους παρουσίας στο κράτος; Θεώρησαν ότι οι πιέσεις ΗΠΑ και ΕΕ προς εμάς, δεν είναι τόσο ισχυρές ώστε να υποκύψουμε, ή πίστεψαν ότι μπορούν να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ με το συνταγματικό τους όνομα;

Αυτό το τελευταίο όμως τους το αρνήθηκε ο Γ.Γ. του ΝΑΤΟ, και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι οι επιφυλάξεις του Ντιμιτρόφ διατυπώθηκαν αμέσως μετά από αυτήν την επίσκεψη στα Σκόπια.

Ο Ντιμιτρόφ, υποστήριξε αυτό ακριβώς που είχα υποστηρίξει για τις συνομιλίες στη Γενεύη για το Κυπριακό και την επίσκεψη Ερντογάν. Ότι μου έκανε εντύπωση η αποδοχή της συμμετοχής μας στην Γενεύη, ενώ δεν είχαν ικανοποιηθεί από την Τουρκία τα δύο αιτήματά μας. Ότι θα συζητήσουμε για όλα, αφού πρώτα συμφωνήσουμε στις εγγυήσεις/ασφάλεια, επειδή δεν έχει νόημα να συμφωνήσουμε σε όλα, ενώ ένα από τα καίρια ζητήματα είναι ακριβώς η εγκατάλειψη των εγγυήσεων και η απόσυρση του κατοχικού στρατού. Κι ενώ η Τουρκία απέκρουσε τα αιτήματά μας, εμείς πήγαμε στην Γενεύη ενώ οι τεχνοκράτες συζητούσαν τα άλλα θέματα.

Τόνιζα δε, κατά την επίσκεψη του Ερντογάν, ότι οι αρχηγοί κρατών, αλλά και υπουργοί, συζητούν αφού πρώτα οι τεχνοκράτες λειάνουν το έδαφος, και καταλήξουν κάπου, ώστε οι πολιτικοί να μη διαφωνήσουν και περιπλεχθούν τα πράγματα. Δεν συνέβη αυτό, επέδειξε η Ελλάδα ασυνήθιστη και ασύμφορη σπουδή, και συνέβησαν όσα συνέβησαν.

Είπε τώρα ο Ντιμιτρόφ: «Έχουμε ενθαρρύνει τον Νίμιτς και περιμένω ότι την Τετάρτη θα ρίξει τις ιδέες και τις προτάσεις του στο τραπέζι -ένα αρχικό πλαίσιο για να επιτραπεί η σημαντική πρόοδος και οι διαπραγματεύσεις. Έπειτα από αυτό, θα εμπλακούμε πιο ευθέως και οι δύο υπουργοί Εξωτερικών θα είμαστε επικεφαλής των διαπραγματευτικών ομάδων των δύο χωρών». Αναγνώρισε όμως, ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο ρίσκο, «γιατί συνήθως οι υπουργοί και πρωθυπουργοί εμπλέκονται, όταν το αποτέλεσμα φαίνεται βέβαιο. Σε αυτή την περίπτωση δεν ισχύει, αλλά πιστεύω ότι αξίζει το ρίσκο», είπε.

Πώς συμβαίνει κι εμείς τα κάνουμε όλα ανάποδα;