Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Πάνω από 15.000 βιοτεχνίες έκλεισαν στα χρόνια της κρίσης

O επανεκλεγείς πρόεδρος του ΒΕΘ Π. Παπαδόπουλος δεσμεύεται για στήριξη των βιοτεχνών που δεν κατάφεραν να επιβιώσουν. Οι στόχοι της νέας διοίκησης.

Περιορίσθηκαν τα λουκέτα σε βιοτεχνίες της Θεσσαλονίκης, κατά το 2017, αλλά όχι επειδή βελτιώθηκε η κατάσταση για τη μικρομεσαία παραγωγική επιχείρηση, αλλά γιατί πλέον «έχουμε πιάσει πάτο», καθώς στα χρόνια της κρίσης έκλεισαν πάνω από 15.000 βιοτεχνικές επιχειρήσεις και χάθηκαν περισσότερες από 50.000 θέσεις εργασίας σε εταιρείες που έκλεισαν μα και άλλες που λειτουργούν ακόμη αλλά με μειωμένο προσωπικό.

Τα παραπάνω τόνισε ο πρόσφατα επανεκλεγείς πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης κ. Παναγιώτης Παπαδόπουλος, στην πρώτη του ανοικτή συνέντευξη μετά τις Επιμελητηριακές Εκλογές, στην οποία και παρουσίασε τα νέα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής, η οποία, όπως άλλωστε και το Διοικητικό Συμβούλιο, έχει ριζικά ανανεωθεί. 

Η κατάσταση για τον παραγωγικό κόσμο της μικρομεσαίας επιχείρησης, είναι κακή, ασχέτως αν τα νούμερα του 2017, σε σύγκριση με εκείνα του 2016, δημιουργούν την εντύπωση ότι υπάρχει καλυτέρευση.

Έτσι, στη χρονιά που μας αφήνει σε λίγες ημέρες, έκλεισαν 554 βιοτεχνίες, έναντι 729 επιχειρήσεων το 2016 (μείωση 24%). Από την άλλη πλευρά, οι εγγραφές νέων μελών στο Μητρώο του ΒΕΘ ήταν αυξημένες (+ 16% ) αφού φέτος ανήλθαν σε 382, έναντι 329 πέρυσι. Σημειώνεται ότι παρά τα συνεχιζόμενα λουκέτα στις ατομικές επιχειρήσεις, οι νεόκοποι στον επιχειρηματικό στίβο, κατά την πλειονότητα τους, επιλέγουν τις εν λόγω επιχειρήσεις (246 επί συνόλου 382 εγγραφών). Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά το συγκεκριμένο διάστημα ρολά κατέβασαν 410 ατομικές επιχειρήσεις, ενώ ένα χρόνο πριν ο αριθμός τους άγγιζε τις 555.

Σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο, το μεγαλύτερο πλήγμα έχουν δεχθεί οι επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργίας - ένδυσης, υπόδησης και του κλάδου επίπλου, ενώ δείχνουν να ανθούν οι επιχειρήσεις τροφίμων και αυτές των υπηρεσιών. 


 


Ασύμφορες 387 επιχειρήσεις 

Ασύμφορες κρίθηκαν 387 επιχειρήσεις, ενώ μία οδηγήθηκε σε πτώχευση κατά το 2017. Ένα χρόνο νωρίτερα ο αριθμός των ασύμφορων ήταν 504 και οι πτωχεύσεις επτά. 

Όπως τόνισε ο κ. Παπαδόπουλος, «η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης με την ανελέητη φορολαίλαπα και την ανυπαρξία σχεδιασμού για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, καταστρέφει την επιχειρηματικότητα, έχει αρνητικές επιπτώσεις σε κάθε εργαζόμενο, προκαλεί στρέβλωση στη λειτουργία της αγοράς και οδηγεί σε αδιέξοδο και τις υγιείς επιχειρήσεις. Δυστυχώς και το 2018 θα βρεθούμε ενώπιον νέων μέτρων. Η λύση για να κινηθεί η αγορά δεν είναι η παροχή κοινωνικών μερισμάτων και επιδομάτων στους νέους. Η Ελλάδα θα μπορέσει να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά μόνο με στοχευμένες παρεμβάσεις και όχι με ‘φιλοδωρήματα’ και υποσχέσεις που δεν τηρούνται και φόρους».

Το ΒΕΘ όμως, με τη νέα του διοίκηση – μόνο δύο παλαιά μέλη στη νέα Διοικητική Επιτροπή – έχει συγκεκριμένους προγραμματικούς στόχους για να στηρίξει τον επιχειρηματία βιοτέχνη.

«Στην τετραετία αυτή είμαστε αποφασισμένοι να λάβουμε μέτρα για τους βιοτέχνες των οποίων οι επιχειρήσεις δεν κατάφεραν να επιβιώσουν, αλλά που αυτοί ενδιαφέρονται να επανακάμψουν στην αγορά. Θα επιδιώξουμε, μέσω την μικροπιστώσεων που παρέχει η ΕΤΕπ, να ενισχυθούν οικονομικά ώστε να τους δοθεί μία νέα επιχειρηματική ευκαιρία, αλλά επίσης θα τους παρέχουμε και ψυχολογική υποστήριξη», εξήγησε ο κ. Παπαδόπουλος.

Ο πρόεδρος του ΒΕΘ πρόσθεσε ότι στους πρωταρχικούς στόχους του Επιμελητηρίου είναι η δημιουργία Θερμοκοιτίδας νεοφυών επιχειρήσεων, η δημιουργία γεφυρών μεταξύ εκπαίδευσης και παραγωγής, όπως και η ανάληψη, από το ΒΕΘ, της πιστοποίησης των τεχνικών επαγγελμάτων.

Τον λόγο πήρε στη συνέχεια ο βουλευτής Β’Θεσσαλονίκης Άρης Φωκάς, που ήταν υποψήφιος με το συνδυασμό Βιοτεχνική Συμμαχία και εκλεγμένος πλέον και στο Δ.Σ. του ΒΕΘ, για να υποσχεθεί δυναμική δραστηριοποίηση για την υποστήριξη του παραγωγικού κόσμου, ενώ ο Α’ Αντιπρόεδρος κ. Δημήτριος Βαργιάμης, αντιπρόεδρος και της ΓΣΕΒΕΕ, μίλησε για την ανάγκη να δοθεί περιεχόμενο στην πολιτική και ουσιαστική υποστήριξη στη μικρομεσαία επιχείρηση.