Skip to main content

Ο «Θεσσαλονικάρχης» και ο ηγέτης που δεν έχουμε...

Ο ρόλος των τοπικών ηγεσιών είναι να καθοδηγούν κι όχι να ικανοποιούν τους πολίτες. Στη Θεσσαλονίκη, ποιοι είναι διατεθειμένοι να το κάνουν;

Ο ρόλος των τοπικών ηγεσιών είναι να καθοδηγούν κι όχι να ικανοποιούν τους πολίτες. Την εποχή κατά την οποία οδηγούμαστε νομοτελειακά προς έναν ενισχυμένο ρόλο της Αυτοδιοίκησης, δηλαδή σε ένα μοντέλο που έχει ήδη υιοθετηθεί στην Ευρώπη, στις περιφερειακές και τοπικές κυβερνήσεις, στη Θεσσαλονίκη οι τοπικοί άρχοντες προσπαθούν ακόμη να ικανοποιήσουν τις... ορέξεις και σε πολλές περιπτώσεις τη... βουλιμία των πολιτών.

Πού οδηγεί αυτό; Σε μια ακόμη στρεβλή εφαρμογή διεθνώς επιτυχημένων παραδειγμάτων. Δείτε για παράδειγμα τι γίνεται στην κεντρική πολιτική σκηνή για να καταλάβετε και τι γίνεται στο δικό μας μικρόκοσμο.

Στη Γερμανία, η Μέρκελ και η κάθε Μέρκελ δεν προσπαθεί να είναι αρεστή στους πολίτες με πρόσκαιρες παροχές, αλλά να παράγει πολιτική και τελικά να καθοδηγήσει τους πολίτες και τη χώρα προς μονοπάτια που η ίδια –ως ηγέτης- θεωρεί σωστά. Έτσι είναι οι ηγέτες, έτσι πρέπει να είναι οι πολιτικοί. Όχι σαν την κ. Μέρκελ (δεν είμαι δα και οπαδός της), αλλά τέτοιας λογικής. Γι' αυτό και τελικά γίνονται αρεστοί στους πολίτες χωρίς να είναι αναγκασμένοι να ικανοποιούν τις προσωπικές τους φιλοδοξίες και προσδοκίες. Αποδεικνύονται χρήσιμοι και αποτελεσματικοί, άρα ωφέλιμοι για τον τόπο και το κοινωνικό σύνολο και έτσι κερδίζουν την κοινή γνώμη και τα απαραίτητα... κουκιά στις κάλπες.

Στην Ελλάδα πηγαίνουμε αντίθετα. Προσπαθούμε να ικανοποιούμε την κοινή γνώμη, να μη γινόμαστε δυσάρεστοι και τελικά να μην είμαστε ωφέλιμοι, χρήσιμοι και αποτελεσματικοί. Στην Ελλάδα δεν έχουμε ηγέτες ακριβώς επειδή έχουμε πέσει σε αυτή την παγίδα, που τη λες και πολιτική κατάντια. Τα όποια κουκιά μπαίνουν στην κατσαρόλα καταναλώνονται πολύ γρήγορα και τελειώνουν. Αποθέματα δεν υπάρχουν κι έτσι η όποια κομματική πελατεία είναι πρόσκαιρη, τόσο όσο και η κάθε συγκυριακή παροχή σε ένα από τα target group εν όψει εκλογών. Ακόμη και η επικοινωνιακή διαχείριση είναι προβλέψιμη και αποτυχημένη. Το αποδεικνύει η πράξη των τελευταίων δεκαετιών.

Παρακολουθώντας τις εργασίες του συνεδρίου της ΚΕΔΕ, που έγινε στη Θεσσαλονίκη ήλπιζα ότι θα διέκρινα ηγέτες. Θα διέκρινα πολιτικούς που έχουν όραμα για τον τόπο τους και που δε διστάζουν να γίνουν δυσάρεστοι, αρκεί να λάβουν αποφάσεις, οι οποίες μπορεί πρόσκαιρα να μην είναι αρεστές στις μάζες, αλλά μακροπρόθεσμα θα ωφελήσουν το κοινωνικό σύνολο έστω σε τοπικό επίπεδο. Κάτι που θα μπορεί να αναγνωριστεί ακόμη και στην κάλπη. Είδα απλώς τοπικούς άρχοντες, οι οποίοι χωρίς δόση αυτοκριτικής έριξαν όλα τα βάρη για την άθλια κατάσταση των δήμων στην Πολιτεία. Όχι άδικα, αλλά μια κουβέντα για τις ευθύνες τους; Κάτι που θα δυσαρεστούσε τους ψηφοφόρους τους; Τίποτα;

Άλλωστε, η Τοπική Αυτοδιοίκηση ισχυρίζεται ότι είναι έτοιμη να απογαλακτιστεί και να απεξαρτηθεί από την κεντρική διοίκηση. Γι' αυτό και ζητά διοικητική, θεσμική και οικονομική αυτοτέλεια. Γι' αυτό και ζητά να εισπράττει τους φόρους και να περιοριστεί –αν όχι να σταματήσει- η χρηματοδότηση και εξάρτησή της από την εκάστοτε κυβέρνηση.

Αυτή είναι η σωστή λογική. Να πάμε δηλαδή σε τοπικές και περιφερειακές κυβερνήσεις, χωρίς αναγκαστικά να υιοθετήσουμε τα χαρακτηριστικά ομόσπονδου κράτους. Γίνεται; Γίνεται. Το διεθνές παράδειγμα είναι η απόδειξη.

Αν όμως πάρουμε το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης, τότε θα πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι. Η πόλη και η ευρύτερη περιοχή αποφεύγει να αναδείξει έναν τοπικό ηγέτη. Έναν πολιτικό, που ανεξαρτήτως κόμματος να μπορεί να δώσει ένα τέτοιο στίγμα, που θα πείσει τους πολίτες ότι έχει όραμα για το μέλλον του τόπου και σχέδιο για να το υλοποιήσει.

Οι Θεσσαλονικείς έχουν απομυθοποιήσει τους Θεσσαλονικείς. Είμαστε σαν ένα μεγάλο χωριό που ξέρουμε ο ένας τον άλλο και δεν επιτρέπουμε καν σε εκείνους που πιθανόν να έχουν τις δυνατότητες, να ξεχωρίσουν. Για την ακρίβεια δεν είμαστε διατεθειμένοι να τους το αναγνωρίσουμε. Η μίζερη αυτή λογική σε συνδυασμό με τη γενικότερη ένδεια σε πολιτικό προσωπικό, δηλαδή σε ανθρώπους που πραγματικά ξεχωρίζουν, γεννά ένα μείζον πρόβλημα προόδου του τόπου.

Η μια παράμετρος έχει συνεπώς να κάνει με τη νοοτροπία των πολιτών, που έμαθαν να τους χαϊδεύουν τα αυτιά. Η άλλη παράμετρος έχει να κάνει με τη νοοτροπία των πολιτικών. Ακόμη και των νεότερων. Έχουν μάθει να εξυπηρετούν και να υπηρετούν τους ψηφοφόρους τους. Λάθος. Έτσι δε γίνονται ηγέτες, αλλά υπηρέτες. Υπηρέτες συμφερόντων και πολιτικών που κάποιους ευνοούν και κάποιους πλήττουν. Το κοινωνικό σύνολο όμως, ο τόπος, δεν προοδεύει εάν μια, δυο ή περισσότερες «ομάδες» ωφεληθούν. Οι πολιτικές που ωφελούν το ειδικό δεν είναι αναγκαστικά ωφέλιμες για το γενικό. Συνήθως δε, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.

Στη Θεσσαλονίκη χρειαζόμαστε ηγέτες για να μπορέσει η πόλη και η ευρύτερη περιοχή να βγει από το τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει με διάφορους να διεκδικούν τον άτυπο τίτλο του «Θεσσαλονικάρχη», χωρίς να τον δικαιούνται. Αυτή η φιλοδοξία δεν είναι σημερινή και δεν είναι ενός ή δυο προσώπων. Συνοδεύει χρόνια τώρα όλο το πολιτικό προσωπικό της πόλης και του νομού. Σαν κατάρα...

Δεν αναφέρομαι στο δήμαρχο Θεσσαλονίκης, στον περιφερειάρχη, στους βουλευτές, αλλά σε όλο το πολιτικό προσωπικό. Αν κάποιος θέλει να γίνει πραγματικά «Θεσσαλονικάρχης» να μας παρουσιάσει ένα όραμα, ένα σχέδιο, ένα πρόγραμμα συγκεκριμένο και με χρονοδιαγράμματα. Να μας πείσει για τις προθέσεις του να βελτιώσει την πόλη και την περιοχή αλλά και για τον τρόπο και τα μέσα με τα οποία θα το κάνει. Ίσως να μην αρέσει σε ορισμένους (που θεωρούν ότι «ελέγχουν» την περιοχή και τους πολίτες), όμως πιστεύω πως και χρήσιμος θα είναι και ανοιχτά αυτιά θα βρει.

Οι πιο ρεαλιστές από εμένα θα προβάλουν το επιχείρημα των «κουκιών». Απαντώ ότι στις κάλπες δε δοκιμάστηκε ποτέ ένας τέτοιος επίδοξος ηγέτης. Οπότε ας μη γινόμαστε προπέτες...

Άλλωστε, πρέπει κι εμείς οι πολίτες να πειστούμε ότι το βολικό για καθέναν μπορεί να είναι άβολο για το κοινωνικό σύνολο και να εγκαταλείψουμε τις ματαιοδοξίες μας.