Skip to main content

Να μη γίνει νέα Ειδομένη το κέντρο της Θεσσαλονίκης

Η εμπειρία που υπάρχει για την περίπτωση είναι σαφής: Η πρόληψη είναι προτιμότερη από τη θεραπεία και την εκ των υστέρων διαχείριση.

Η εικόνα των προσφύγων –μανάδες με παιδιά, πατεράδες, γέροντες- να κοιμούνται στο γρασίδι κάτω από το άγαλμα του Ελευθερίου Βενιζέλου στη διασταύρωση της Αριστοτέλους με την Εγνατία, με την οποία ξύπνησε το πρωί της Παρασκευής η Θεσσαλονίκη προκάλεσε σοκ: Για πολλούς λόγους:

Πρώτον, διότι οι εικόνες αυτές δεν ταιριάζουν στον ανεπτυγμένο -και γι’ αυτό κοινωνικά και ανθρωπιστικά ευαισθητοποιημένο κόσμο- που ζούμε. Ούτε με την παράδοση και τον πολιτισμό της Ελλάδας.

Δεύτερον, διότι υποτίθεται ότι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχουμε αποκτήσει τεχνογνωσία στοιχειώδους φιλοξενίας για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Η εικόνα κάτω από το άγαλμα του Εθνάρχη, απ’ όπου κάθε πρωί περνάει η μισή Θεσσαλονίκη, δηλώνει ότι οι μηχανισμοί του κράτους και της αυτοδιοίκησης που είναι επιφορτισμένοι με το πρόβλημα αιφνιδιάστηκαν. Κάτι ασυγχώρητο, διότι εδώ και καιρό τα σημάδια υπάρχουν.

Τρίτον, διότι η κατάσταση που αποκαλύφθηκε με το πρώτο φως της ημέρας ξύπνησε σε πολλούς «μνήμες Ειδομένης». Στα Ελληνοσκοπιανά σύνορα τους πρώτους μήνες του 2016 εξελίχθηκε μια από τις πλέον τραυματικές ιστορίες του προσφυγικού για την Ελλάδα. Με απελπισμένους ανθρώπους να προσπαθούν να φύγουν από την Ελλάδα με τα πόδια και στην πορεία τους προς τον «παράδεισο» της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης να βρίσκουν μπροστά τους φράχτες, άγρια σκυλιά και πάνοπλους στρατιώτες. Να κοιμούνται επί μήνες στις λάσπες, να αναστατώνουν τα φιλήσυχα χωριά του Κιλκίς και να διακόπτουν επί δίμηνο την σιδηροδρομική σύνδεση της χώρας προς Βορράν. Όπως επισημαίνουν –δημοσιογράφοι, ΜΚΟ κ.λπ.- όσοι παρακολούθησαν από κοντά την «Ειδομένη» τα πράγματα ξεκίνησαν από κάποιος λίγους που διανυκτέρευσαν το πρώτο βράδυ δίπλα στο συρματόπλεγμα και εξελίχθηκαν σε μαζικό φαινόμενο πολύ γρήγορα.

Τέταρτον, διότι οι εικόνες προσφύγων και μεταναστών να κοιμούνται στην Αριστοτέλους εμφανίστηκαν την ημέρα που η Ένωση Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης παρουσίασε την ετήσια έρευνα για την ικανοποίηση των τουριστών και της απόδοση των ξενοδοχείων το 2017. Την ώρα, δηλαδή, οι άνθρωποι της φιλοξενίας και του τουρισμού συζητούσαν τι πήγε καλά το 2017, ποια είναι τα προβλήματα και πως θα κινηθούν από εδώ και πέρα για να υπάρξουν στη Θεσσαλονίκη καλύτερες τουριστικές επιδόσεις το 2018.  Ήδη στο περιθώριο της εκδήλωσης, που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο «Νικόπολις», ξενοδόχοι και άλλοι παράγοντες του τουρισμού εξέφραζαν την αγωνία τους για τις εξελίξεις.

Όπως σημειώνουν, οι αυξημένες ροές από τον Έβρο και η απόφαση του ΣτΕ για ελεύθερη μετακίνηση εντός των συνόρων όσων αιτούνται πολιτικό άσυλο,  αναδεικνύουν τη Θεσσαλονίκη σε προορισμό προτεραιότητας για πρόσφυγες και μετανάστες. Ταυτόχρονα εκφράζουν το φόβο μη τυχόν εξελιχθούν στο κέντρο της Θεσσαλονίκης σκηνές ανάλογες με αυτές που στο παρελθόν έχουν αντιμετωπίσει –και μέχρι ένα σημείο εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν- η Αθήνα, αλλά και μικρότερες πόλεις όπως η Μυτιλήνη, με καταλήψεις στα πάρκα και τις πλατείες. Σε μια περίοδο κατά την οποία αυξάνεται η επισκεψιμότητα στη Θεσσαλονίκη –-λένε- η εικόνα που φτάνει στα πέρατα του κόσμου, με αυτούς τους απελπισμένους ανθρώπους να περιφέρονται άσκοπα στους δρόμους αποτελεί αντικίνητρο για να επισκεφθεί κάποιος την περιοχή.  

Όλη αυτή η ανησυχία, ακόμη κι αν χαρακτηριστεί βιαστική και πρόωρη, έχει κάποια βάση αφενός λόγω των εμπειριών των τελευταίων χρόνων και αφετέρου λόγω της πλήρους συνείδησης ότι στην Ελλάδα οι δημόσιοι μηχανισμοί, είτε πρόκειται για την κεντρική διοίκηση είτε πρόκειται για την αυτοδιοίκηση, συνήθως δεν αποδίδουν στις έκτακτες καταστάσεις. Πολύ περισσότερο δεν ασχολούνται προληπτικά, ούτε οργανώνονται εκ των προτέρων, αλλά συνήθως αφυπνίζονται αφού δημιουργηθεί το πρόβλημα. Με βάση την υφιστάμενη δομή της ελληνικής πολιτείας, το βάρος για την διαχείριση του προσφυγικού την έχει το ειδικό υπουργείο που συστάθηκε γι’ αυτή τη δουλειά. Έχει, μάλιστα, δημιουργηθεί από το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτική και θέση περιφερειακού συντονιστή Βορείου Ελλάδος και Ηπείρου που κατέχει ο κ. Νίκος Ράγκος, ο οποίος, τουλάχιστον σε αυτή την πρώτη φάση, δεν φαίνεται ότι επέδειξε την απαιτούμενη αποτελεσματικότητα.

Από εκεί και πέρα υπάρχουν οι δήμοι, από τους οποίους οι πολίτες έχουν απαιτήσεις. Με δεδομένο ότι το κέντρο της Θεσσαλονίκης είναι το πιο σημαντικό τουριστικό πλεονέκτημα –ένα πραγματικό asset- της πόλης, ο κεντρικός δήμος βρίσκεται εκ των πραγμάτων στο προσκήνιο. Οι αντιδήμαρχοι Τουρισμού Σπύρος Πέγκας και –κυρίως-  Κοινωνικής Πολιτικής Πέτρος Λεκάκης έπρεπε ήδη να έχουν κινηθεί. Ενδεχομένως να το έχουν κάνει… αθόρυβα. Ίσως να περιμένουν να δουν πως θα εξελιχθεί η υπόθεση. Επίσης μπορεί τα αντανακλαστικά τους να μη λειτούργησαν ακαριαία. Η εμπειρία που υπάρχει για την περίπτωση είναι σαφής: η πρόληψη είναι προτιμότερη από τη θεραπεία και την εκ των υστέρων διαχείριση. Και όταν δεν υπάρχει πρόληψη για αποτροπή ατυχήματος, τότε η ταχύτητα είναι προτιμότερη από την καθυστέρηση.

Ας έχουμε υπόψιν μας ότι μπροστά υπάρχουν οι ανοιξιάτικοι και οι καλοκαιρινοί μήνες, που πάντα ευνοούν τα περιπετειώδη ταξίδια –ανάμεσα τους και τις αποδράσεις των απελπισμένων αυτού του κόσμου. Οι άνθρωποι αυτοί δεν φταίνε σε τίποτα. Αναζητούν την επιβίωση και μια καλύτερη ζωή. Εύλογες και άγιες επιδιώξεις. Ούτε, όμως, τη Θεσσαλονίκη των χιλιάδων προβλημάτων την παίρνει να εξελιχθεί σε δεύτερη Ειδομένη, όταν σε αυτή τη φάση η οικονομία και η κοινωνία της προσπαθούν να αντλήσουν οφέλη από τον τουρισμό. Ας το έχουν αυτό υπόψιν τους οι αρμόδιοι της πολιτείας και της αυτοδιοίκησης. Ας φροντίσουν να διαχειριστούν ένα σοβαρό πρόβλημα, με τρόπο ώστε όλοι οι άμεσα και έμμεσα εμπλεκόμενοι να βγουν κερδισμένοι.