Skip to main content

Μ.Θεοδωράκης: Νιώθω ντροπή για τους γέροντες που λιώνουν στις ουρές

Ο μουσικοσυνθέτης σημείωσε πως αισθάνεται «πολύ άβολα που γίνονται αφιερώματα στη μουσική του σε μία εποχή που κυριαρχείται από πόνο των γερόντων»

Το δικό του μήνυμα για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα και κυρίως για την ταλαιπωρία που υφίστανται οι ηλικιωμένοι στις τράπεζες έστειλε χθες ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης, την ημέρα των γενεθλίων του.

Ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε προς τιμήν του στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, γιατί δεν του το επέτρεψε η εύθραυστη κατάσταση της υγείας του, αλλά σε μήνυμά του - που διαβάστηκε στην έναρξη της βραδιάς - μετέφερε τα αισθήματα χαράς και συγκίνησης για την πραγματοποίηση της τιμητικής αυτής εκδήλωσης.

Ο μουσικοσυνθέτης σημείωσε χαρακτηριστικά πως αισθάνεται «πολύ άβολα που γίνονται αφιερώματα στη μουσική μου και ακούγονται τα τραγούδια μου σε μία εποχή που κυριαρχείται από τον μεγάλο πόνο των γερόντων που λιώνουν στις ουρές για ένα πιάτο φαΐ. Είναι επόμενο να αισθάνομαι ντροπή, ειδικά εγώ που ενώ κουβαλάω στην πλάτη μου τα ίδια χρόνια, έχω το προνόμιο την ίδια στιγμή, να απολαμβάνω την μεγάλη χαρά ενός ανθρώπου της Τέχνης, που βλέπει το έργο του να παρουσιάζεται μπροστά στο κοινό».

«Το μόνο που με παρηγορεί», συνέχισε, «είναι ο συμβολισμός από την συνύπαρξη μέσα στον ίδιο λαό του πόνου και της ελπίδας αλλά και της βεβαιότητας ότι κάποτε ο πόνος θα εξαλειφθεί, ενώ η ελπίδα θα γιγαντωθεί και θα γίνει πραγματικότητα. Γιατί η ελπίδα είναι αυτή που θριαμβεύει πάντοτε όταν έχει κανείς μέσα του αληθινή πίστη στον άνθρωπο και στη ζωή» κατέληξε.

Οι υψηλές θερμοκρασίες δεν απέτρεψαν το κοινό, που είχε γεμίσει τον Κήπο του Μεγάρου ήδη από τις 8 το βράδυ, μία ώρα πριν δηλαδή την προγραμματισμένη έναρξη της συναυλίας. Καθισμένοι στο γκαζόν, σε ψάθες και καρέκλες, οι θεατές - ανάμεσά τους και άνθρωποι μεγάλης ηλικίας αλλά και πολλοί ξένοι τουρίστες - σιγοψιθύρισαν τραγούδια αγαπημένα, φορτισμένα με μνήμες και συναίσθημα από την απύθμενη δεξαμενή της πολύτιμης προσφοράς του συνθέτη.