Skip to main content

Μυστικά και δυσκολίες στα σχέδια για clusters στη Βόρεια Ελλάδα

Οι Έλληνες προτιμούν ένα δικό τους μαγαζάκι, στο οποίο οι ίδιοι θα κάνουν απόλυτο κουμάντο, παρά κάτι μεγαλύτερο όπου θα μοιράζονται ευθύνες και οφέλη

του Γιώργου Δώρα

Οι προβλέψεις του καινούριου ΕΣΠΑ έχουν δώσει ώθηση στα clusters. Στα συνεργατικά σχήματα επιχειρήσεων με κοινό ή συμπληρωματικό αντικείμενο, για τα οποία ζητούμενο είναι οι συνέργειες και δι’ αυτών η μεγιστοποίηση της δυναμικής, της εμβέλειας, της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας των εμπλεκομένων. Με απλά λόγια: εάν μια επιχείρηση δεν μπορεί εξ’ αντικειμένου να φέρει εις πέρας είτε μια μεγάλη, είτε μια πολύπλοκη και πολυπαραγοντική δουλειά, ίσως να μπορούν τρεις, τέσσερις, πέντε ή περισσότερες από κοινού. Σε ένα συντονισμό με χαλαρά ή μονιμότερα χαρακτηριστικά.

Ήδη στη Θεσσαλονίκη μια τέτοια προσπάθεια έχουν ξεκινήσει περί τις 20 επιχειρήσεις και περίπου δέκα εκπαιδευτικοί και ερευνητικοί φορείς, υπό την σκέπη της Τεχνόπολης Θεσσαλονίκης. Αφορά τη συνεργασία στον κλάδο της παραγωγής λογισμικού, πεδίο στο οποίο διακρίνονται αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις. Επίσης, ανάλογη πρωτοβουλία στον τομέα της αγροδιατροφής βρίσκεται στα σκαριά από τον Σύνδεσμο Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος, ενώ όπως ανακοίνωσε η υφυπουργός Βιομηχανίας Θεοδώρα Τζάκρη, ένα cluster στον τομέα του βαμβακιού θα δημιουργηθεί λίαν προσεχώς στην περιοχή των Γιαννιτσών. Σε περιοχή με μεγάλη παράδοση στην βαμβακοπαραγωγή, που ταυτόχρονα είναι η ιδιαίτερη εκλογική της περιφέρεια της υφυπουργού.

Προφανώς και το σχήμα του cluster ταιριάζει στην Ελλάδα και ακόμη περισσότερο στην Βόρεια Ελλάδα. Το μικρό για τα διεθνή δεδομένα μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων συχνά αποτελεί εμπόδιο στη διεκδίκηση μιας μεγάλης δουλειάς, καθώς ο παγκόσμιος ανταγωνισμός τις περιθωριοποιεί. Επομένως εάν κάποιος ενδιαφέρεται να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα είναι υποχρεωμένος να αναζητήσει συνεργασίες. Κι επειδή αυτό είναι πολύ δύσκολο να γίνει άπαξ και at hoc, συμφέρει η ύπαρξη ενός μονιμότερου σχήματος, που έχει το πλεονέκτημα να μη καταργεί την αυτονομία των επιχειρηματικών μονάδων που το συναπαρτίζουν.

Μόνο που η θεωρία απέχει πολύ από την πράξη. Η απλή λογική και η κοινή αίσθηση επιβεβαιώνουν ότι και οι Συνεταιρισμοί συνιστούν δημιουργική διέξοδο για τους Έλληνες αγρότες, οι περισσότεροι εκ των οποίων έχουν μικρό κλήρο και άρα χρειάζονται ικανό μέγεθος παραγωγής για να «κτυπήσουν μεγάλες ξένες αγορές, να τροφοδοτήσουν αξιόπιστα την εγχώρια αγορά και να πραγματοποιήσουν επενδύσεις, που θα συμβάλλουν στην κατοχύρωση υψηλής προστιθέμενης αξίας για τα προϊόντα τους.

Τις τελευταίες δεκαετίες, όμως, μερικές δεκάδες μόνο κατάφεραν να αξιοποιήσουν αυτές τις δυνατότητες και να προκόψουν επ’ ωφελεία των μελών τους. Οι περισσότεροι βούλιαξαν –ορισμένοι εξακολουθούν να βουλιάζουν- στα χρέη και στην ανυποληψία.  

Κατά γενική ομολογία εκείνο που λείπει από την Ελλάδα –ιδιαίτερα στο κομμάτι της δουλειάς- είναι η διάθεση συνεργατικότητας. Οι Έλληνες επιχειρηματίες προτιμούν ένα δικό τους μικρό μαγαζάκι, στο οποίο οι ίδιοι θα κάνουν απόλυτο κουμάντο, παρά κάτι μεγαλύτερο, στο πλαίσιο του οποίου θα μοιράζονται την ευθύνη και –κυρίως- τα οφέλη και την εξουσία. Αυτός, άλλωστε είναι ο λόγος –η απροθυμία απόκτησης συνεταίρων- για τον οποίο πολλές επιχειρήσεις της Β. Ελλάδος στη δεκαετία του 1990 απέρριπταν την ιδέα του Χρηματιστηρίου. Οι επιχειρηματίες προτιμούσαν το ακριβό τραπεζικό χρήμα της εποχής, από το φτηνό της τότε Σοφοκλέους, που θα τους θωράκιζε κεφαλαιουχικά τις εταιρίες τους και θα στήριζε τις επενδύσεις τους. Διότι Χρηματιστήριο σημαίνει έλεγχος, ανοιχτές γενικές συνελεύσεις, διαφάνεια στη εταιρική διακυβέρνηση κ.λπ.

Ούτε η εμπειρία των clusters είναι θετική στη Βόρεια Ελλάδα. Κάποιοι ίσως θυμούνται το Ελληνικό Κελάρι στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Μια πολύ καλή ιδέα στον προνομιακό κλάδο των τροφίμων και της μεσογειακής διατροφής, στην οποία συμμετείχαν καθ’ όλα αξιόλογες επιχειρήσεις, αλλά τελικά βούλιαξε σε ρηχά νερά. Όπως αποδείχθηκε τότε –και από τότε συνεχώς- η νοοτροπία της συνεργατικότητας είναι ο παράγων κλειδί για να προχωρήσει ένα τέτοιο σχέδιο.

Όταν τα διάφορα μέρη που προσέρχονται σε μια τέτοια πρωτοβουλία καταλάβουν ότι –για παράδειγμα- το 10% μιας μεγάλης δουλειάς είναι καλύτερο από το 100% μιας μικρής, όχι μόνο για το σήμερα, αλλά κυρίως για την τεχνογνωσία και τις προοπτικές που σηματοδοτεί, τότε κάτι μπορεί να γίνει. Ο κλήρος, λοιπόν, για την επιτυχία ενός cluster πέφτει κατά βάσιν σε όσους έχουν την ιδέα και μπαίνουν μπροστά. Ας το θυμούνται!