Skip to main content

Προσχεδιασμένες αποφάσεις που σπέρνουν διχασμό στους Έλληνες

Είναι προφανές πως πλέον το θέμα της Ευρωζώνης για την κυβέρνηση έχει τελειώσει. Άρα ποια είναι η χρησιμότητα του δημοψηφίσματος;

Σε ανύποπτο χρόνο, επιχειρώντας να διερευνήσω τα κίνητρα των κυβερνητικών που λαμβάνουν τις αποφάσεις, είχα αναφέρει -ως υπόθεση εργασίας, αλλά ως την ασθενέστερη εκδοχή- ότι είναι ενδεχόμενο να έχει σχεδιάσει από καιρό η κυβέρνηση την έξοδο από τη ευρωζώνη, αλλά προκειμένου να φορτωθεί το βάρος της απόφασης, οδηγεί τις διαπραγματεύσεις σε αδιέξοδο, ώστε να υποστηρίξει πως την ευθύνη φέρουν οι δανειστές μας.

Αυτό άλλωστε υπονοούσε και το προεκλογικό σύνθημα για «σύγκρουση», η οποία δεν είναι απαραίτητο να οφείλεται σε υπερβολικές απαιτήσεις της Τρόικα, αλλά οι αφορμές να επέρχονται από την δική μας συμπεριφορά έναντί τους. Και εννοώ, την έπαρση, αλλά και την «δημιουργική ασάφεια» -όπως ο ίδιος είπε- των επιχειρημάτων του κ. Βαρουφάκη, τα οποία συντέλεσαν σε απαξίωση του κλίματος εμπιστοσύνης που πρέπει να διέπει τους συνομιλητές, και δημιούργησαν αρνητική εικόνα για τους Έλληνες, ακόμη και από τον Κύπριο υπουργό Οικονομικών.

Άλλωστε, η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους Έλληνες πολιτικούς υπήρχε ήδη από το 2010, όταν υπογράψαμε συμφωνούντες με την Τρόικα περί τα 600 προαπαιτούμενα για να συνεχιστεί το Πρόγραμμα, εκ των οποίων τα σημαντικότερα ούτε καν μας απασχόλησαν. Όπως φερ’ ειπείν η εξυγίανση της λειτουργίας του Δημοσίου, η απελευθέρωση των επαγγελμάτων, ή η μείωση της επιβάρυνσης των ασφαλιστικών Ταμείων με παράλογες και ανεξήγητες συνταξιοδοτήσεις.

Είχα αναφερθεί επίσης στην σύγχυση της προεκλογικής εξαγγελίας, την οποία κάθε μερίδα του εκλογικού σώματος εξέλαβε κατά το δοκούν. Δηλαδή, παραμονή στην Ευρωζώνη, αλλά και σύγκρουση με τους δανειστές. Το εκλογικό σώμα θέλησε να πιστέψει ότι θα ισχύσει το πρώτο. Η κυβέρνηση όμως είχε φίνεται κατά νου το δεύτερο. Θα ισχυριστούν ότι δεν είπαν ψέμματα. Απλώς έκρυψαν την αλήθεια.

Δυστυχώς, ενισχύεται η υπόνοια ότι υπήρχε προειλημμένη απόφαση για έξοδο από την Ευρωζώνη. Και τούτο επειδή, προβάλλεται από την κυβέρνηση ένα αφελές επιχείρημα. Ότι δηλαδή, αν ο λαός πει «όχι» στις προτάσεις των δανειστών -που, παραδόξως, δεν είχαν οριστικοποιηθεί, άρα ήσαν θεωρητικώς τροποποιήσιμες- τότε η κυβέρνηση θα προσέλθει στις διαπραγματεύσεις επιζητώντας καλύτερη συμφωνία.

Ποιες διαπραγματεύσεις; Αυτές απαιτούν δύο μέρη. Το ένα είμαστε εμείς. Το άλλο ποιο είναι; Οι δανειστές; Μα η ιστορία του Προγράμματος τελείωσε. Πρέπει να ζητήσουμε νέο, δηλαδή εξ αρχής κάποιο Μνημόνιο. Ακόμη όμως και στην περίπτωση που θεωρηθεί ότι συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις, αν οι δανειστές μας επιμένουν στις τελευταίες προτάσεις τους, τι σημασία θα έχει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Η απόφαση του ελληνικού λαού, από πού τεκμαίρεται ότι δεσμεύει τους δανειστές;

Τι θα συμβεί λοιπόν; Θα δεχθεί η κυβέρνηση τις προτάσεις που απέρριψε και για τις οποίες διεξάγεται το δημοψήφισμα; Δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Άρα, το θέμα της Ευρωζώνης για την κυβέρνηση τελείωσε. Το δημοψήφισμα σε τι χρειάζεται;

Ας υποθέσουμε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα είναι «ναι» στις προτάσεις. Τότε η κυβέρνηση θα παραιτηθεί βεβαίως, όχι μόνο για λόγους αξιοπρέπειας και ηθικής τάξεως, αφού ο λαός αποδοκίμασε την πρότασή της που είναι «όχι», αλλά και διότι τα ίδια πρόσωπα που αρνούνται τις προτάσεις θα κληθούν να τις εφαρμόσουν. Ακόμη και αν δεν θελήσουν να παραιτηθούν, αρεσκόμενοι στους υπουργικούς θώκους, είναι δυνατόν να δεχθούν οι δανειστές να συζητήσουν με τους αρνητές των προτάσεών τους; Κι αν ακόμη δεχθούν, τι εμπιστοσύνη θα έχουν στους Έλληνες πολιτικούς συνομιλητές τους;

Αλλά και στην περίπτωση που θα προκηρυχθούν εκλογές, και συμβεί να επανεκλεγεί στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει ήδη αποβάλει το ενδεχόμενο επανεκκίνησης κάποιων συνομιλιών με τους δανειστές.

Επομένως, ανεξαρτήτως έκβασης του δημοψηφίσματος, η κυβέρνηση ενέπλεξε τον λαό σε μια τραγική περιπέτεια, που θα κάνει χρόνια να συνέλθει. Άλλωστε, ήδη τόσο ο πρωθυπουργός όσο και κυβερνητικά στελέχη, έσπειραν τον καρπό του διχασμού. Διότι όταν υποστηρίζεται πως η υπερψήφιση του «όχι» είναι θέμα αξιοπρέπειας του ελληνικού λαού, υπονοείται ότι οι επιλέγοντες το «ναι» είναι αναξιοπρεπείς.

Και βεβαίως, αντιλαμβάνεται κάποιος τι θα συμβεί στον τόπο, όταν άλλη κυβέρνηση αναλάβει την υλοποίηση των όποιων νέων προτάσεων των δανειστών, με αντιπολίτευση τον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου τα στελέχη ευρίσκονται σε επαναστατικό παροξυσμό, υψώσαντα το λάβαρο του αγώνα κατά του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο τρέμει ακόμη και στην θέα των κ.κ. Μπαλάφα και Λαπαβίτσα.

Ο Μακεδών