Ως ευκαιρία για να υλοποιηθούν σειρά μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία, προκειμένου να πάρει μπροστά η «μηχανή» του ΑΕΠ, βλέπει το τρίτο μνημόνιο ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Παναγιώτης Λιαργκόβας.
Μιλώντας σε ημερίδα με θέμα «3ο Μνημόνιο Ευκαιρίες, Προκλήσεις και Αδιέξοδα» που διοργάνωσε το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΟΕΕ), με αφορμή την παρουσία του στην 80η ΔΕΘ, ο κ. Λιαργκόβας κράτησε μικρό καλάθι για το κατά πόσο η νέα συμφωνία με τους εταίρους-δανειστές θα μπορέσει να υλοποιηθεί, σημειώνοντας πως τα δύο προηγούμενα μνημόνια απέτυχαν, για αυτό η χώρα οδηγήθηκε στο τρίτο πρόγραμμα.
Ο ίδιος εκτίμησε πως το νέο πρόγραμμα θα φέρει επιπλέον ύφεση της τάξης του 4%, γεγονός που θα οδηγήσει σε συνολική μείωση του ΑΕΠ από το 2010 και το πρώτο μνημόνιο κατά τουλάχιστον 30%, «που σημαίνει ότι έχουμε χάσει το 1/3 της ελληνικής οικονομίας».
Ο καθηγητής αναφέρθηκε στους τρεις πυλώνες των μνημονίων, οι οποίοι, όπως είπε, είναι η δημοσιονομική προσαρμογή, η εσωτερική υποτίμηση με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, και οι μεταρρυθμίσεις. Σε ό,τι αφορά τον πρώτο πυλώνα, ο κ. Λιαργκόβας τάχθηκε κατά της δημοσιονομικής προσαρμογής μέσω της αύξησης της φορολογίας, αλλά υποστήριξε αντίθετα τη μείωση των δημοσίων δαπανών, φέρνοντας ως παράδειγμα την κατάργηση «άχρηστων» δημοσίων οργανισμών. «Όπως παρατηρούμε από το 2010, τις χρονιές με τις μεγαλύτερες αυξήσεις φόρων καταγράφηκε και η μεγαλύτερη αύξηση της ύφεσης. Το νέο μνημόνιο περιλαμβάνει πάνω από 70 νέα φορολογικά μέτρα, τα οποία όπως είναι φυσικό θα λειτουργήσουν αρνητικά σε ό,τι αφορά την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας», ανέφερε.
Παράλληλα, επεσήμανε πως η πρόβλεψη για μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα (σσ η οποία επανέρχεται από το 2017, με στόχο για 3,5%), και κατ' επέκταση η λιτότητα, δεν αποτελούν μονόδρομο. «Θα μπορούσαμε να πετύχουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή που προβλέπεται στο πρόγραμμα, όχι με την αύξηση της φορολογίας, αλλά αν ρίχναμε βάρος στην αύξηση του ΑΕΠ. Στην Ελλάδα έχουν πρόβλημα παραγωγής, δεν υπάρχει παραγωγική βάση. Αν ρίξουμε βάρος την προσφορά, τότε θα μπορέσει να πάρει μπροστά η "μηχανή" της ελληνικής οικονομίας. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς, οι οποίες θα αυξήσουν τα κίνητρα για επενδύσεις και δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι θετικό το ότι στο νέο πρόγραμμα προβλέπονται σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως αυτή του Ασφαλιστικού, και είναι ευκαιρίαν να γίνουν όλα όσα θετικά δεν έγιναν στα προηγούμενα δύο μνημόνια, που είναι και ο λόγος της αποτυχίας τους», υπογράμμισε ο κ. Λιαργκόβας.
Καμπανάκι για την πορεία της οικονομίας, η οποία, όπως τόνισε, δεν έχει ξεφύγει ακόμη από τον κίνδυνο της κατάρρευσης, έκρουσε ο πρόεδρος του ΟΕΕ, Κωνσταντίνος Κόλλιας.
Όπως είπε, κατά την τοποθέτησή του στην ημερίδα, από το 2010 και το πρώτο μνημόνιο έως και σήμερα, υπάρχει μια «λαίλαπα φορολογικής αφαίμαξης, η οποία έχει ισοπεδώσει την υγιή επιχειρηματικότητα. Η μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, οι αποκρατικοποιήσεις και η πάταξη της γραφειοκρατίας παραπέμπονται στις καλένδες από τις κυβερνήσεις ως "σκληρά μέτρα". Πρέπει επιτέλους να δούμε να γίνονται πράξη οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία».
Ο κ. Κόλλιας υπογράμμισε πως με τη συμφωνία και τη ψήφισή της από τη Βουλή, το μόνο που κατάφερε η χώρα ήταν να εκταμιευθεί η δόση του Αυγούστου, ενώ εκτίμησε πως λόγω των εκλογών της 20ης Σεπτεμβρίου, θα πάνε πίσω θέματα όπως η πρώτη αξιολόγηση και κατ' επέκταση η εκταμίευση της επόμενης δόσης, καθώς και η συζήτηση για το χρέος.
Στα βήματα που πρέπει να γίνουν προκειμένου να «πάρει μπροστά» η οικονομία, ο κ. Κόλλιας κατέγραψε την άμεση και ριζική μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, την παροχή κινήτρων για επενδύσεις, την αποκομματικοποίηση του δημοσίου τομέα, και τη θέσπιση ενός σύγχρονου φορολογικού συστήματος που θα δίνει μπόνους για τη χρήση πλαστικού χρήματος.
Αντιαναπτυξιακό χαρακτήρισε το νέο μνημόνιο ο κ. Διονύσης Χιόνης, Καθηγητή Οικονομικών στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.
Χαρακτηριστικά ανέφερε πως από τις περίπου 100 δράσεις που περιλαμβάνει το νέο πρόγραμμα, οι μισές (περίπου 40) αφορούν το φυσικό αέριο, ενώ έκρινε ιδιαίτερα δύσκολο να επιτευχθούν οι προβλέψεις για μείωση το 2016 των συνταξιοδοτικών δαπανών (στο 15% από 16,4%) και του κόστους εξυπηρέτησης χρέους (στο 15% από 16%).