Skip to main content

Κοντονής: Η καλή νομοθέτηση, σημείο ανάδειξης του κράτους δικαίου

Ο υπουργός Δικαιοσύνης αναφορικά με το θέμα της νομοθέτησης έκανε λόγο για «κανονιστικό βραχυκύκλωμα που έχει επιπτώσεις στη δημοκρατία»

Συνέχεια στη διαμάχη ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση έδωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής από το βήμα του συνεδρίου με θέμα «Η καλή νομοθέτηση ως αναγκαία προϋπόθεση μιας δίκαιης και αποτελεσματικής λειτουργίας της Πολιτείας» που φιλοξενήθηκε στην αίθουσα Γερουσίας της Βουλής.

«Προκαλεί αλγεινή εντύπωση το γεγονός ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή προέβαλε λόγο αντισυνταγματικότητας, δια του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επειδή μια βουλευτική τροπολογία δεν συνοδευόταν από την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Το τονίζω αυτό διότι εάν ψάξετε στα μεταπολιτευτικά χρόνια να συνοδεύεται έστω και μία βουλευτική τροπολογία από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους να την δω κι εγώ για να πω ότι αυτή η ένσταση δεν είναι υποκριτική», ανέφερε ο υπουργός Δικαιοσύνης τονίζοντας ότι «περισσεύει η υποκρισία στον κοινοβουλευτικό λόγο».

Ως προς το θέμα της νομοθέτησης, ο Σταύρος Κοντονής έκανε λόγο για «κανονιστικό βραχυκύκλωμα που έχει επιπτώσεις και στη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό», σημειώνοντας ωστόσο ότι το πρόβλημα της καλής νομοθέτησης είναι διεθνές και όχι αποκλειστικά ελληνικό. «Η καλή νομοθέτηση -προσέθεσε- αποτελεί κεντρικό σημείο ανάδειξης του κράτους δικαίου και περιορίζει τον κίνδυνο προσβολής δικαιωμάτων από την κρατική εξουσία». Αναφερόμενος δε στις παθογένειες του συστήματος νομοθετικής παραγωγής εντόπισε τις πελατειακές διευθετήσεις, τις αντικρουόμενες διατάξεις που ισχύουν παράλληλα, το ασαφές καθεστώς των μεταβατικών διατάξεων, την έλλειψη ικανοποιητικών ορισμών των αντικειμένων και την κατάθεση τροπολογιών με άμεσα νομοσχέδια. 

Για τη θεραπεία του προβλήματος ο υπουργός Δικαιοσύνης πρότεινε μεταξύ άλλων την άσκηση νομοθετικού έργου μακράς πνοής και τη συστηματική παρακολούθηση της νομολογίας, ενώ τόνισε ιδιαίτερα τη σημασία του θεσμού της διαβούλευσης.