Skip to main content

Υποβαθμισμένη δυτική Θεσσαλονίκη VS αναπτυγμένης ανατολικής

Το νέο γενικό πολεοδομικό σχέδιο του δήμου Θεσσαλονίκης είναι ευκαιρία για να μπει ένα τέλος στον διαχωρισμό και στις ανισότητες της πόλης.

Η είσοδος του γενικού πολεοδομικού σχεδίου του δήμου Θεσσαλονίκης στη δεύτερη και τελική φάση και η ψήφιση του σχετικού προεδρικού διατάγματος μέχρι το τέλος του έτους, είναι μια από τις σημαντικότερες δουλειές που έπρεπε εδώ και πολλά χρόνια να έχουν γίνει και επιτέλους ολοκληρώνονται.

Πολύς κόσμος αδυνατεί να κατανοήσει τη σπουδαιότητα των γενικών πολεοδομικών σχεδίων, του ρυθμιστικού σχεδίου και τέτοιων κανόνων που όμως καθορίζουν την πορεία της πόλης και του νομού, με τρόπο αποφασιστικό.

Καθορίζουν δηλαδή το μέλλον και την πορεία μιας περιοχής, αντιμετωπίζουν με σωστό ή λανθασμένο τρόπο μείζονα ζητήματα της καθημερινότητας και έχουν άμεση συνάφεια με την τοπική οικονομία και το βιοτικό επίπεδο, την ποιότητα ζωής όλων μας.

Από τις πολλές μελέτες για όλα τα ζητήματα, ο κόσμος έχει χάσει το μέτρημα και κυρίως έχει χάσει τον μπούσουλα. Όμως αυτή δεν είναι μια απλή μελέτη. Αυτού του είδους οι μελέτες καθορίζουν τις χρήσεις γης σε ένα δήμο, που σημαίνει ότι δίνουν ή αφαιρούν αξία από τα ακίνητα.

Επίσης, καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο θα αναπτυχθεί μελλοντικά μια περιοχή, άρα εμπεριέχουν νομοτελειακά ένα όραμα μιας δημοτικής αρχής για την εξέλιξη στο μέλλον περιοχών ενός δήμου. Όπως και το σχεδιασμό για την αντιμετώπιση των σημαντικότερων προβλημάτων της καθημερινότητας των πολιτών.

Θυμίζω ότι στη Θεσσαλονίκη από την ανυπαρξία χρήσεων γης κι από την αδυναμία να αποκτήσουμε ένα συγκεκριμένο Ρυθμιστικό Σχέδιο, που θα έδινε απαντήσεις στα μητροπολιτικού χαρακτήρα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε, το μέλλον πολλών περιοχών υποθηκεύτηκε με τρόπο τραγικό. Δημιουργήθηκαν μάλιστα τετελεσμένα πέρα από κάθε λογική, που οδήγησαν μεγάλες περιοχές σε υποβάθμιση και δημιούργησαν τελικά και τους δυο πόλους:

-Τη δυτική υποβαθμισμένη Θεσσαλονίκη.

-Την ανατολική αναβαθμισμένη Θεσσαλονίκη.

Ακριβώς εκεί βρίσκεται η αιτία της ανισότητας στην ανάπτυξη και στο βιοτικό επίπεδο των δυο περιοχών. Επί πολλά χρόνια στην ανατολική Θεσσαλονίκη χωροθετούνταν αναπτυξιακά έργα, ενώ στη δυτική Θεσσαλονίκη οι αρμόδιοι... έστελναν όλες τις χρήσεις που επιβαρύνουν είτε το περιβάλλον, είτε την ποιότητα ζωής.

Ορισμένοι θεωρούν ότι με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται οι βιομηχανικές ζώνες και αυτού του τύπου η ανάπτυξη, που κάπου πρέπει να χωροθετείται. Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι. Αυτή είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή κρύβεται στα κατά καιρούς συμφέροντα, που ήθελαν έναν «οχετό» για να ρίχνουν τα λύματά τους και ένα χώρο για να στήνουν τα επιτεύγματά τους.

Τα στολίδια από τη μια, τα σκουπίδια από την άλλη. Η ανισόρροπη αυτή ανάπτυξη, η στρεβλή ανάπτυξη, οδήγησε σε κοινωνικές επιπτώσεις, σε ταξικές διακρίσεις με βάση τον τόπο προέλευσης ή κατοικίας, σε διατάραξη της κοινωνικής συνοχής, του κοινωνικού ιστού μέσα στην ίδια πόλη.

Όλα εξαιτίας της ανυπαρξίας κανόνων κι ενός σαφούς σχεδιασμού ανάπτυξης του συνόλου της ευρύτερης περιοχής Θεσσαλονίκης. Το Ρυθμιστικό Σχέδιο αν και έτοιμο, δεν έγινε ποτέ νόμος του κράτους, δεν βγήκε δηλαδή ποτέ το σχετικό προεδρικό διάταγμα. Μέχρι που ήρθε η οριστική κατάργηση του Οργανισμού Ρυθμιστικού, το σχέδιο ξεχάστηκε και η ανισότητα θα διατηρηθεί εσαεί έτσι όπως πάει η δουλειά. Άλλωστε, από τη δεκαετία του 1980 η Θεσσαλονίκη αναπτύσσεται και πορεύεται χωρίς σαφές πλαίσιο, χωρίς γενικό σχέδιο, χωρίς –σε πολλές περιπτώσεις- συγκεκριμένες χρήσεις γης...

Το γενικό πολεοδομικό σχέδιο του δήμου Θεσσαλονίκης όμως μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα. Όχι σε επίπεδο πολεοδομικού συγκροτήματος ή νομού, αλλά τουλάχιστον σε επίπεδο δήμου. Διότι και μέσα στον ίδιο το δήμο υπάρχουν οι «πατρίκιοι» και οι «πληβείοι».

Για να πάψει ο διαχωρισμός χρειάζεται επένδυση και υποδομές, μεγαλύτερη δηλαδή προσοχή στο δυτικό κομμάτι. Κι εκεί νομίζω ότι ρίχνει μεγάλο βάρος η δημοτική αρχή. Δεν μπαίνω σε λεπτομέρειες, όμως μου αρκεί που ως προτεραιότητες η διοίκηση του δήμου θέτει δυο περιοχές δυτικά, που έχουν περιθώρια ανάπτυξης και ανάπλασης – ριζικής αναμόρφωσης. Είναι μάλιστα οι μόνες με επαρκές απόθεμα γης για να μπορέσουν να γίνουν πράξη σοβαροί πολεοδομικοί και περιβαλλοντικοί σχεδιασμοί.

Οι Λαχανόκηποι και η παλιά (και νέα λέω εγώ) δυτική είσοδος της πόλης προσφέρουν πολύ σημαντικές δυνατότητες και επέκτασης της πόλης και αλλαγής των συνθηκών στο υποβαθμισμένο τμήμα της. Μπορούν να μετατραπούν στη νέα Θεσσαλονίκη, αρκεί πέρα από τα σχέδια και τις προοπτικές να υπάρξουν και πράξεις. Δηλαδή έργα υποδομής, σημαντικές δομές, χρήσεις με αναπτυξιακό πρόσημο και ενέργειες προώθησης του σχεδιασμού.

Ανάλογες αλλαγές προοιωνίζεται και η γειτονική περιοχή του παλαιού σιδηροδρομικού σταθμού (προέκταση της νέας δυτικής εισόδου), που απέχει κάποιες εκατοντάδες μέτρα από το κέντρο της Θεσσαλονίκης, αλλά σήμερα αποτελεί έναν «άλλο κόσμο», στον οποίο οι περισσότεροι γυρίζουν την πλάτη και πάντως δεν τον διαφημίζουν κι ως διακριτό γνώρισμα της πόλης.

Αυτά τα δυο πρότζεκτ συνοδευόμενα από μητροπολιτικού χαρακτήρα παρεμβάσεις, όπως για παράδειγμα η ανάπλαση του παραλιακού μετώπου, η ανάπτυξη του λιμανιού, ο εμπορευματικός σταθμός στο Γκόνου, αλλά και το μητροπολιτικό πάρκο Παύλου Μελά, μπορούν να άρουν τις ανισότητες ανάμεσα στη δυτική και την ανατολική Θεσσαλονίκη.

Μπορούν να δημιουργήσουν μια νέα Θεσσαλονίκη αξιοζήλευτη και να ζεις και να εργάζεσαι. Να δώσουν αξία και να την αισθανθούν αυτή την αξία και οι σημερινοί κάτοικοι και εργαζόμενοι στις συγκεκριμένες περιοχές. Και θεωρώ ότι αυτός πρέπει να είναι ο κεντρικός στόχος όσων ενδιαφέρονται για το μέλλον αυτής της πόλης και για την πορεία της στις επόμενες δεκαετίες.