Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Οι μοιραίες για την αγορά Κυριακές της Διεθνούς Έκθεσης

Η μελαγχολική αυτή εικόνα της περασμένης Κυριακής έχει τις εξηγήσεις της, που αν αξιοποιηθούν δημιουργικά μπορεί να οδηγήσουν σε σωστά συμπεράσματα.

Αύριο Κυριακή, λόγω της λειτουργίας της Διεθνούς Εκθέσεως, δίνεται η δυνατότητα στα εμπορικά καταστήματα του δήμου Θεσσαλονίκης να ανοίξουν από τις 11 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα.

Αρκεί να είναι μικρότερα των 250 τετρ. μέτρων, να μη βρίσκονται σε εμπορικό κέντρο και να μην ανήκουν σε αλυσίδα. Ανάλογη δυνατότητα είχε δοθεί και την προηγούμενη Κυριακή, πρώτη της φετινής ΔΕΘ, με θλιβερά αποτελέσματα. Όσοι έμποροι του κέντρου της πόλης άνοιξαν τα μαγαζιά τους στις 11 τα έκλεισαν μετά από δύο ή τρεις ώρες χωρίς να κάνουν σεφτέ, βρίζοντας για τα έξοδα που έκαναν και τον κόπο που κατέβαλαν. Με αυτό το δεδομένο δεν αποκλείεται να ανοίξουν αύριο λιγότεροι και όσοι το κάνουν να έχουν τα ίδια αποτελέσματα.

Η μελαγχολική αυτή εικόνα της περασμένης Κυριακής έχει τις εξηγήσεις της, που αν αξιοποιηθούν δημιουργικά μπορεί να οδηγήσουν σε σωστά συμπεράσματα:

Πρώτον, οι καταναλωτές δεν έχουν αγοραστική δύναμη. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι οι θερινές εκπτώσεις έληξαν τυπικά μόλις στις 31 Αυγούστου, αλλά στην ουσία συνεχίζονται επ’ αόριστον, όσοι ήθελαν να προμηθευτούν κάτι οπωσδήποτε το έχουν ήδη κάνει.

Δεύτερον, η διάρθρωση του εμπορίου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης είναι τέτοια που ο αποκλεισμός των μεγάλων επιχειρήσεων και των γνωστών ονομάτων –δικαίωμα λειτουργίας τις δύο Κυριακές της Έκθεσης έχουν τα καταστήματα κάτω των 250 τετρ. μέτρων, που δεν ανήκουν σε αλυσίδες- στην ουσία το μηδενίζει. Όταν η Τσιμισκή και η Μητροπόλεως είναι σκοτεινές ποιος καταναλωτής θα αναζητήσει τις ευκαιρίες στην Ερμού, στη Βενιζέλου και στους παράδρομους; Η αγορά, όπως ξέρουν όλοι οι εμπλεκόμενοι με το σπορ, είναι πιάτσα, που υπάρχει ή δεν υπάρχει.

Τρίτον, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι οι συγκεκριμένες προβλέψεις του νομοθέτη –στην ουσία αντιγραφή ή προσαρμογή της Βρετανικής εμπειρίας- έγιναν για να αποκτήσουν ένα μικρό πλεονέκτημα οι πιο αδύναμοι του εμπορίου, που συμπιέζονται από τους μεγάλους και οικονομικά ισχυρούς, είναι αποτυχημένες. Διότι έχουν μείνει μισές. Όπου εφαρμόζονται ανάλογες ρυθμίσεις εφαρμόζονται 52 Κυριακές το χρόνο, ώστε μια μικρή επιχείρηση που λειτουργεί κάθε Κυριακή να γίνει γνωστή και να προσελκύσει πελατεία. Όπως συμβαίνει με τα γνωστά μίνι μάρκετ της 24ωρης λειτουργίας, επτά ημέρες την εβδομάδα, τα οποία η γειτονιά γνωρίζει καλά. Μπορεί να μην ψωνίζει κάθε μέρα από αυτά, αλλά ξέρει πως αν χρειαστεί κάτι δεν θα κοιτάξει ούτε το ημερολόγιο, ούτε το ρολόι. Κάπως έτσι ένα μαγαζί, έστω και σχετικά απομονωμένο, που δουλεύει κάθε Κυριακή γίνεται γνωστό. Φυσικά πρόκειται για κάτι κουραστικό, πιθανώς και απάνθρωπο, αλλά δεν μπορεί να γίνει αλλιώς.

Επειδή όλα αυτά ισχύουν, αφού ανταποκρίνονται στην κοινή αίσθηση, οι λύσεις είναι τρεις:

Ή να ανοίγει τις επιλεγμένες Κυριακές όλη η αγορά. 

Ή να μην ανοίγει η αγορά καμία Κυριακή.

Ή να ανοίγουν οι μικρές επιχειρήσεις κάθε Κυριακή, ώστε οι καταναλωτές να τις εγγράψουν στην καταναλωτική τους συνείδηση.

Προφανώς το πρώτο σενάριο είναι το, πλέον, εφικτό και το πιο αποδοτικό, αφού ήδη εφαρμόζεται επί επτά Κυριακές το χρόνο σε όλη την Ελλάδα. Το δεύτερο είναι πολύ συντηρητικό και το τρίτο, μάλλον, ανέφικτο. Εκείνο, όμως, για το οποίο δεν χωράει καμία αμφιβολία είναι ότι η διαδικασία της κατανάλωσης στις μέρες μας που δεν υπάρχουν πολλά λεφτά για ξόδεμα χρειάζεται παράλληλη υποστήριξη. Η βόλτα στην αγορά δεν αρκεί ως κίνητρο. Χρειάζονται χάπενινγκς και εκπλήξεις. Λευκές νύχτες και… κατάμαυρα μεσημέρια. Κάτι δοκιμασμένο ή κάτι πρωτοποριακό. Κάτι τέλος πάντων, διότι μέχρι στιγμής στην αγορά της Θεσσαλονίκης δεν έχει γίνει τίποτα.