Skip to main content

Η «μαύρη» εργασία υπονομεύει τον τουρισμό στη Βόρεια Ελλάδα

Η σερβιτόρα που μεταμφιέζεται σε τουρίστρια όταν κάνει ντου η ΕΛΑΣ και πώς υπονομεύεται το τουριστικό προϊόν της Βόρειας Ελλάδας.

Σε μια όμορφη παραλία, που βρίσκεται σε νησί του Βορείου Αιγαίου και για να φτάσει κανείς θα πρέπει να οδηγήσει τέσσερα χιλιόμετρα χωματόδρομου μέσα στη σκόνη, όλα έμοιαζαν ειδυλλιακά ένα μεσημέρι στα μέσα της περασμένης εβδομάδας. Τουλάχιστον για όσους ήθελαν και μπορούσαν να διαθέσουν 10 – 15 ευρώ κατ’ άτομο για ομπρέλα – ξαπλώστρα - καφέ.

Οι ξένοι τουρίστες και οι λίγοι Έλληνες απολάμβαναν τον ζεστό ήλιο, την καταγάλανη θάλασσα με το διάφανο νερό και τον αμμώδη βυθό, αλλά και τα πεύκα που έριχναν το βαθυπράσινο των φύλων τους και τη βαριά, αρχοντική σκιά τους μέχρι τα βράχια της ακτής. Οι καφέδες, οι χυμοί, οι γρανίτες, τα ποτά, τα κοκτέιλς και τα κλαμπ σάντουιτς πηγαινοέρχονταν στα χέρια νεαρών σερβιτόρων. Οι εφημερίδες της προηγούμενης ημέρας πρόβαλαν τα θέματά τους με μεγάλα γράμματα παρατημένες στην άμμο και τα βιβλία ίδρωναν στα χέρια αναγνωστών, οι οποίοι ξαπλωμένοι σε κατάσταση χαύνωσης αγωνιούσαν για το δολοφόνο ή ακόμη και για το τι ήθελε να πει ο συγγραφέας! Όσο για τη μουσική ακούγονταν από τα ηχεία στους γνωστούς ρυθμούς των μπιτς μπαρ, μόνο που ανάμεσα στα γνωστά διεθνή τραγούδια υπήρχαν ποπ κομμάτια από την Ιταλία και την εξίσου γειτονική Τουρκία.

Σε αυτό το σταθερό κι εν πολλοίς νωχελικό σκηνικό κάθε διαφορά γίνεται άμεσα αντιληπτή. Έτσι όταν κάποια στιγμή οι άνθρωποι που εξυπηρετούσαν την παραλία άρχισαν να κινούνται απότομα με ταχύτητα και εμφανή εκνευρισμό, ενώ εντελώς ξαφνικά η σερβιτόρα που πέντε λεπτά νωρίτερα είχε ακουμπήσει ποτήρια και μπουκάλια στο τραπεζάκι, είχε εισπράξει και είχε δώσει ρέστα, κυκλοφορούσε δήθεν αμέριμνη με ένα μεγάλο καπέλο στο κεφάλι κι ένα χυμό βύσσινο στο χέρι παριστάνοντας την βαριεστημένη τουρίστρια ήταν σαφές ότι κάτι συνέβαινε. Ή θα συνέβαινε. Σε αυτές τις συνθήκες ποιος μπορεί να είναι σίγουρος αν κάτι ξεκίνησε ένα δύο λεπτά πριν ή ένα δύο λεπτά μετά;

Το βέβαιον είναι ότι την ίδια ώρα ένα τζιπ της ΕΛ.ΑΣ. βρισκόταν στην είσοδο της παραλίας και οι αστυνομικοί έψαχναν στα χαρτιά και τις καταστάσεις της επιχείρησης. Το πιθανότερο –αν κρίνουμε από τις… μεταμφιέσεις- είναι να αναζητούσαν εργαζομένους, που απασχολούνταν παράτυπα και ανασφάλιστα. Ο έλεγχος κράτησε γύρω στα 20 λεπτά και το αποτέλεσμα το γνωρίζουν αυτοί που τον έκαναν και αυτοί που τον υπέστησαν. Λίγο μετά, πάντως, η σερβιτόρα επέστρεψε στα καθήκοντά της μαζί με την υπόλοιπη κανονικότητα, που είχε διαταραχθεί.

Ένδειξη ότι μάλλον όλα βρέθηκαν εντάξει ή περίπου εντάξει.

Κάθε καλοκαίρι η συζήτηση για τη φοροδιαφυγή στα τουριστικά μέρη γίνεται με ένταση. Ίσως διότι τα φορολογικά αδικήματα –η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή και η φοροκλοπή- γίνονται μπροστά σε όλους, φόρα παρτίδα. Οι συναλλασσόμενοι αντιλαμβάνονται και βιώνουν την έλλειψη αποδείξεων από την τυρόπιτα των δύο ευρώ και το ποτάκι των έξι ευρώ, μέχρι τον καφέ των τριών ή τεσσάρων ευρώ, το τραπέζι των 30 ευρώ και το χαϊμαλί των οκτώ ευρώ. Αντίθετα, όμως, ελάχιστοι από αυτούς συνειδητοποιούν το μέγεθος της «μαύρης» εποχικής εργασίας από την οποία εξυπηρετούνται και εξαιτίας της οποίας χάνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία πολλά, πάρα πολλά λεφτά. Διότι –πολύ απλά- η ανασφάλιστη εργασία είναι αόρατη από το κοινό βλέμμα του καταναλωτή – τουρίστα, ο οποίος μπορεί να ζητήσει απόδειξη για το ποσό που πλήρωσε, αλλά δεν γίνεται να ελέγξει το ασφαλιστικό βιβλιάριο του ανθρώπου που τον εξυπηρέτησε. Ακόμη κι αν τον ενδιέφερε κάτι τέτοιο…

Ο ελληνικός τουρισμός –πολύ περισσότερο ο τουρισμός της Βορείου Ελλάδος που υστερεί ακόμη σε πολλά – βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης. Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται ο αριθμός των ξένων που επισκέπτονται τη χώρα μας. Μόνο που μέχρι στιγμής αυτό δείχνει να αφορά μόνο τους επιχειρηματίες και τους «επιχειρηματίες», οι οποίοι υποδεχόμενοι περισσότερους πελάτες κερδίζουν πιο πολλά. Αντίθετα, αυτή η ανάπτυξη δεν δείχνει να απασχολεί γενικότερα την κοινωνία και ειδικότερα την πολιτεία, που άσχετα από δηλώσεις δεν αντιμετωπίζει τον τουρισμό ως σταθερή πηγή πλούτου. Διότι εάν τον αντιμετώπιζε στα σοβαρά θα φρόντιζε για αυστηρές προδιαγραφές, κανόνες, επαγγελματισμό. Κακά τα ψέματα, όποιος φοιτητής ή άλλος εργάζεται στα κρυφά για το χαρτζιλίκι ή για κάποιο συμπληρωματικό εισόδημα βλέπει τα πράγματα ευκαιριακά. Του χρόνου ίσως δεν θα είναι στην ίδια θέση, οπότε γιατί να αναπτύξει δεξιότητες και… αντισώματα.

Στην ουσία άθελα του υπονομεύει μακροπρόθεσμα το τουριστικό προϊόν. Ομοίως, ο επιχειρηματίας ή ο «επιχειρηματίας» που δε νοιάζεται για το αύριο της δουλειάς του μάλλον δε νοιάζεται παρά μόνο για το πόσα θα πάρει φέτος. Για του χρόνου βλέπουμε… Μόνο που η Ελλάδα –και η Βόρεια Ελλάδα- δεν έχει την πολυτέλεια «για του χρόνου βλέπουμε». Η χώρα δεν έχει αποδείξει ότι μπορεί τις αναπτυξιακές εκπλήξεις. Ας αξιοποιήσει, τουλάχιστον, τα προφανή…