Skip to main content

Η κοσμοσυρροή στο κέντρο και η... νέα ψυχολογία των Θεσσαλονικέων

Το κέντρο της Θεσσαλονίκης βουλιάζει από κόσμο τα Παρασκευοσαββατοκύριακα. Τι σημαίνει και τι μπορεί να σημάνει. Θα γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης;

Τις τελευταίες εβδομάδες όποιος κυκλοφορεί στο κέντρο της Θεσσαλονίκης θα διαπιστώσει τρομερά αυξημένη κίνηση τις περισσότερες μέρες και ειδικά Παρασκευοσαββατοκύριακα. Οι θέσεις στάθμευσης σπανίζουν ακόμη και στα ακριβά ιδιωτικά πάρκινγκ, τα οποία καταγράφουν αξιοσημείωτες πληρότητες.

Δεν πέρασε η κρίση, αλλά γίνεται φανερό πως ο κόσμος έχει αναθεωρήσει την ίδια τη ζωή και την καθημερινότητά του. Συζητώντας με καταστηματάρχες, πέρα από την παγιωμένη γκρίνια, διαπιστώνει κάποιος ότι η κίνηση ακόμη και εντός των καταστημάτων είναι αξιοσημείωτα μεγάλη, όμως οι αγορές παραμένουν περιορισμένες. Η υπόσχεση είναι προφανής...

Εκείνοι που δεν έχουν παράπονο είναι οι ιδιοκτήτες καφέ και χώρων εστίασης. Αυτό βέβαια μόνο για το τριήμερο, αλλά ακόμη και τα καλά έσοδα ενός τριημέρου μπορούν κάλλιστα να καταστήσουν μια τέτοια επιχείρηση βιώσιμη σ' αυτή την περίοδο.

Έμποροι επισημαίνουν μια αλλαγή στο αγοραστικό κλίμα και την αποδίδουν κυρίως στην πολιτική σταθερότητα, όπως τη χαρακτηρίζουν. Λίγο ως πολύ έχουν δίκιο, καθώς είναι φανερό πως πλέον έχει παγιωθεί μια κατάσταση κι όταν αυτό συμβαίνει μοιάζει με σταθερότητα. Δεν είναι, αλλά μοιάζει.

Πιστεύω όλους εκείνους που λένε ότι με αυτό τον τρόπο θα κυλήσουν τα πράγματα μέχρι τον επόμενο Αύγουστο και την τυπική έστω έξοδο από τη μνημονιακή περίοδο. Το συγκεκριμένο ορόσημο έχει τεθεί ακόμη κι από την ίδια την αγορά. Μια κουβέντα να κάνει κάποιος με εμπόρους και καταστηματάρχες, αυτοί θα αναφερθούν στο ορόσημο του Αυγούστου του 2018.

Προσδοκίες και μάλιστα θεμιτές. Ύστερα από τόσα χρόνια κρίσης όλοι έχουμε την ανάγκη να πιστέψουμε σε καλύτερες μέρες. Είναι όμως έτσι; Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των νοικοκυριών αυξάνουν, οι υποχρεώσεις πολλαπλασιάζονται το επόμενο διάστημα (μην ξεχνάτε ότι έρχονται και τα τέλη κυκλοφορίας) και η ανεργία δεν περιορίζεται. Ακόμη κι όταν περιορίζεται αυτό θυμίζει κάτι πλασματικό, καθώς αφορά σε θέσεις που δεν διασφαλίζουν ούτε την ατομική –πόσω μάλλον οικογενειακή- βιωσιμότητα.

Γιατί ξοδεύουν όμως οι Θεσσαλονικείς το τελευταίο διάστημα; Η απάντηση έρχεται από τους ίδιους. Έχω μιλήσει με γνωστούς και άγνωστους κι αυτό που εισέπραξα είναι η πίεση της οικτρής οικονομικής κατάστασης, που οδηγεί σε (πιθανώς περιττά) μικροέξοδα, τα οποία πάντως είναι ικανά να δώσουν ψυχολογικές ανάσες. Ανάσες που είναι ικανές με τη σειρά τους να στηρίξουν τη μεγάλη προσπάθεια που καταβάλουν όλοι σιωπηλά για να τα βγάλουν πέρα και να ανταποκριθούν στα έξοδα της καθημερινότητας.

Ένας καφές, ένα ποτό, ένα φαγητό δε θα κάνει τη διαφορά. Κι από την άλλη υπάρχει και αρκετός κόσμος ακόμη, ο οποίος είχε μεγάλες απώλειες στα οικονομικά του, αλλά παραμένει σε καλή –για την εποχή- οικονομική κατάσταση. Τέτοια ώστε να μην προβληματίζει όσο τουλάχιστον προβληματίζονται εκείνοι που από μηνιαίο εισόδημα 1.500 – 2.000 ευρώ έπεσαν στα 700 – 1.000 ευρώ. Κάποιος που από 3.000 ευρώ το μήνα προ κρίσης έπεσε στα 2.000 έχει αγοραστική ικανότητα. Όχι αυτή που είχε, αλλά έχει υπολογίσιμο πορτοφόλι.

Οι πρώτοι αποτελούν την κατεστραμμένη μικρομεσαία τάξη, η οποία αφανίστηκε τα τελευταία χρόνια, ειδικά με την υπερφορολόγηση και τις ανομολόγητα υψηλές εισφορές. Αυτοί αδυνατούν να καταναλώσουν ακόμη και τον καφέ των 3 – 3,5 ευρώ και τα Παρασκευοσαββατοκύριακά τους περιορίζονται σε βόλτες στο κέντρο, συνήθως χωρίς αυτοκίνητο.

Η αξιοπρόσεχτη αυτή αντοχή της ελληνικής –κι όχι μόνο της Θεσσαλονικιώτικης- κοινωνίας στέλνει πολλά μηνύματα. Πολιτικά μπορεί να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης για τη στήριξη των πιο ανυπόστατων επιχειρημάτων. Αν μια πολιτική δύναμη όμως αναλύσει με ψυχραιμία όλη αυτή τη συμπεριφορά μπορεί να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα: πως η έξοδος από το μνημόνιο μπορεί να μην είναι τυπική μόνο τον επόμενο Αύγουστο. Μπορεί να είναι η αρχή της εξόδου από την κρίση. Αρκεί τα μηνύματα της κοινωνίας να λαμβάνονται όπως πρέπει και να στηρίζονται με πολιτικές.

Εξορθολογισμός της παράλογης φορολόγησης και των παρανοϊκών ασφαλιστικών εισφορών και βελτίωση της αγοράς εργασίας. Παροχή κινήτρων για επενδύσεις και νέες δουλειές, αλλά συνάμα αποκατάσταση των αμοιβών των εργαζομένων. Είναι αρκετά για να στηρίξουν την πραγματική έξοδο από τα μνημόνια. Πόσο αρκετοί είναι οι πολιτικοί μας για να τα κάνουν πράξη;