Skip to main content

Η Ευρώπη πρέπει να επενδύσει 200 δισ ευρώ στην Ενέργεια

Οι χαμηλές τιμές στο φυσικό αέριο δημιουργούν ευκαιρίες για την ανάπτυξή του στη Ν.Α. Ευρώπη, όπως αναφέρθηκε στο συνέδριο του ΙΕΝΕ.

Η Ευρώπη, θα πρέπει να επενδύσει σε διάστημα 10ετίας περί τα 200 δισ ευρώ, για να αναβαθμίσει και να επεκτείνει τις υποδομές σε δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, αναζητώντας και εξασφαλίζοντας αυτά τα σημαντικά κεφάλαια από τον ιδιωτικό τομέα καθώς έχει περάσει η εποχή των μεγάλων δημόσιων επενδύσεων και των Κοινοτικών επιδοτήσεων, όπως στη δεύτερη περίπτωση συνέβη με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Τα παραπάνω τόνισε ο εκπρόσωπος της Γ.Δ. Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Alejandro Ulzurrun, από το βήμα του 9ου Ενεργειακού Διαλόγου για την Ν. Α. Ευρώπη, που πραγματοποιείται στη Θεσσαλονίκη με διοργάνωση του ΙΕΝΕ και θέμα «Αναζητώντας μία νέα ενεργειακή ισορροπία».

Τους προσκεκλημένους ομιλητές προσφώνησε ο εκτελεστικός διευθυντής του ΙΕΝΕ κ. Κωστής Σταμπολής ο οποίος αναφέρθηκε στις προκλήσεις για την εξεύρεση ενός νέου σημείου ισορροπίας για τον ενεργειακό τομέα, ενώ διάβασε και το μήνυμα του υπ. Ενέργειας και Περιβάλλοντος κ. Σκουρλέτη, για δημιουργία ενός νέου θεσμικού πλαισίου για τον ενεργειακό τομέα στην Ελλάδα, που με τον ΤΑΡ αναδεικνύεται σταδιακά σε ενεργειακό κόμβο.

Η DG Energy, ως το τέλος του 2016 θα έχει καταθέσει τις προτάσεις της για την αναθεώρηση των Οδηγιών που αφορούν το σχεδιασμό των αγορών ενέργειας με στοχο την ενοποίηση της αγοράς, την αποκέντρωσή της, τη δημιουργία ενός πιο ευέλικτου και ευπροσάρμοστου συστήματος στη ζήτηση και, πιο αποτελεσματικού στη προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρώπη και ειδικότερα η Ν.Α. Ευρώπη θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερο βάρος στο Φ.Α που θεωρείται, από περιβαλλοντικής πλευράς, «ο καλύτερος φίλος των ΑΠΕ».

Για την DG Energy, κάθε χώρα της ΝΑ Ευρώπης θα πρέπει να έχει πρόσβαση σε τουλάχιστον τρεις πηγές προμήθειας φυσικού αερίου, πρόσθεσε ο Ευρωπαίος αξιωματούχος.

Στην Ευρώπη σήμερα υλοποιούνται 77 έργα Φ.Α., 7 σε σταθμούς LNG (υγροποιημένου αερίου ) και 6 σε υπόγειους σταθμούς αποθήκευσης, ενώ, όπως πρόσθεσε ο κ. Ulzurrun, εξαιρετικής σημασίας στον σχεδιασμό αυτό είναι το έργο του ΤΑP, ο αγωγός αερίου που περνάει από την Ελλάδα και θα φέρει στην Ευρώπη Φ.Α από την Κασπία.

Ιδανική συγκυρία για επενδύσεις στο φυσικό αέριο

Όλη η έμφαση, δίνεται στη προσέλκυση κεφαλαίων επενδυτικών σε μία περίοδο που οι πολύ χαμηλές τιμές των υδρογονανθράκων στην αγορά, έχουν μειώσει το επενδυτικό ενδιαφέρον και έχουν παγώσει έργα 400 δισ δολαρίων στν Ενέργεια, όπως είπε η καθ. Tatiana Mitrova στο Columbia Global Centre της Γαλλίας και επικεφαλής του Τμήματος Πετρελαίου και Φ.Α του Ενεργειακού Ερευνητικού Ινστιτούτου της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.

Η κ. Μitrova μίλησε για μία αγορά που βρίσκεται σε αναταραχή λόγω της υπερπροσφοράς σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο ενώ είπε ότι στις επόμενες δύο δεκαετίες ο αριθμός των μεγάλων παραγωγών πετρελαίου θα διπλασιαστεί και, των μεγάλων παραγωγών αερίου θα τριπλασιαστεί.

Η παγκόσμια αγορά έχει «πλημμυρίσει» λόγω της υπερπροσφοράς υδρογονανθράκων και έτσι η Ρωσίδα ειδικός θεωρεί βέβαιο ότι οι τιμές στο αργό θα μείνουν χαμηλά τουλάχιστον για τα επόμενα 1- 2 χρόνια, κοντά στα 50-55 δολάρια/βαρέλι και, του Φ.Α για τα επόμενα 5-7 χρόνια, στα σημερινά επίπεδα (3 έως 4 δολάρια/mmBTU).

Σε αυτό το περιβάλλον των χαμηλών τιμών, η Ευρώπη και ειδικότερα η Ν.Α. Ευρώπη και η Ανατολική Μεσόγειος έχουν την εξαιρετική ευκαιρία να επενδύσουν στις υποδομές και τα συνδετήρια δίκτυα φυσικού αερίου, στο πλαίσια μιας περιβαλλοντικά φιλικότερης ενεργειακής πολιτικής αλλά και των Ευρωπαϊκών επιλογών για την ενέργεια, την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Με το τέλος της εποχής των επιδοτήσεων στις ΑΠΕ, ο ανταγωνισμός στη προσέλκυση επενδύσεων θα αφορά κυρίως του υδρογονάνθρακες  καθώς μάλιστα, στα επόμενα χρόνια μπορούν να γίνουν εξορύξεις σε νέα κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο και την Ανατολική Αφρική. Σε περιβάλλον όμως χαμηλών τιμών, θα πρέπει οι κυβερνήσεις να δημιουργήσουν ελκυστικό περιβάλλον για την προσέλκυση επενδυτών, κάτι που πρέπει να αξιοποιήσουν Ελλάδα και Ν.Α. Ευρώπη για να διαφοροποιήσουν το ενεργειακό τους μείγμα, πρόσθεσε η κ. Mitrova.

Tην αγορά της Μεσογείου και της Ν. Α. Ευρώπης θα επιδιώξει να προμηθεύσει το Ιράν, λειτουργώντας μάλιστα ως περιφερειακό hub φυσικού αερίου καθώς διαθέτει πολύ μεγάλα αποθέματα σε Φ.Α.( 34 τρισ κμ), πέραν των μεγάλων αποθεμάτων του σε πετρέλαιο (377 δισ βαρέλια), όπως είπε ο κ. Narsi Ghorban, εκπροσωπώντας την Ενεργειακή Επιτροπή του Διεθνούς Επιμελητηρίου του Ιράν.

Μετά την άρση των διεθνών κυρώσεων, το Ιράν στοχεύει, στην επόμενη δεκαετία, να διπλασιάσει την παραγωγή του σε φυσικό αέριο, στα 400 δισ κ.μ/ έτος, ώστε να διατηρήσει την 3η θέση ως παραγωγός στη διεθνή αγορά. Εκτός από το σχεδιασμό χρήσης του Φ.Α στην ιρανική βιομηχανία και οικονομία, στόχος είναι και η αύξηση των εξαγωγών, επιδιώξεις που απαιτούν την τεχνολογική αναβάθμιση της βιομηχανίας υδρογοναναθράκων.

Οι σύγχρονες τεχνολογίες όμως απαιτούν και κεφάλαια, οπότε και οι Ιρανοί επιδιώκουν συνεργασίες, joint ventures, με ευρωπαϊκές εταιρείες στο χώρο της έρευνας νέων τεχνολογιών, όχι αναγκαστικά μεγάλου αλλά και μεσαίου μεγέθους.

Ο κ. Nικόλαος Τσάφος, συνιδρυτής της αμερικανικής Enalytica επισήμανε ότι οι χώρες του ΟΟΣΑ έχουν «πιάσει ταβάνι» στη χρήση πετρελαίου, λιγνίτη και πυρηνικής ενέργειας οπότε θα πρέπει να κινηθούν προς το φυσικό αέριο και τις ΑΠΕ. Βεβαίως υπάρχουν και μεγάλες οικονομικές δυνάμεις εκτός ΟΟΣΑ ( π.χ. Ινδία) που επιδρούν καθοριστικά στην αγορά ενέργειας.

«Το φυσικό αέριο για να αναπτυχθεί και να κερδίσει μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς ενέργειας θα πρέπει μεσομακροπρόθεσμα να είναι φθηνότερο από το λιγνίτη αλλά και τις ΑΠΕ, οι οποίες πλέον αναπτύσσονται χωρίς να έχουν ανάγκη των επιδοτήσεων, όπως βλέπουμε να συμβαίνει με την ηλιακή ενέργεια και τα αιολικά πάρκα. Όσο μάλιστα θα ωριμάζουν οι τεχνολογίες των ΑΠΕ, θα καταλαμβάνουν και μεγαλύτερο κομμάτι της ενεργειακής αγοράς», κατέληξε ο κ. Τσάφος.