Skip to main content

Η εύρυθμη λειτουργία του ΟΑΣΘ «κλειδί» για την αγορά της Θεσσαλονίκης

Την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ο ΟΑΣΘ έδειξε το χειρότερο πρόσωπό του. Όσοι χρησιμοποίησαν λεωφορεία το μετάνιωσαν.

Η κρατικοποίηση του ΟΑΣΘ υπήρξε ένα από τα παράδοξα του 2017 και αποτελεί ένα από τα στοιχήματα του 2018. Σε μια εποχή ιδιωτικοποιήσεων η κυβέρνηση αποφάσισε για τις αστικές συγκοινωνίες της Θεσσαλονίκης να κινηθεί στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση και να τις εντάξει στο δημόσιο. Τώρα πρέπει να πείσει ότι η επιλογή της ήταν ορθή, κάτι που μπορεί να συμβεί μόνο εάν η εξυπηρέτηση των επιβατών βελτιωθεί. Διότι μπορεί η κυβέρνηση να είχε πολλούς λόγους να κρατικοποιήσει έναν σπάταλο και εν πολλοίς αναποτελεσματικό οργανισμό, αλλά τους τέσσερις τελευταίους μήνες η κατάσταση πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο.

Με δεδομένο, μάλιστα, ότι στο σύγχρονο κόσμο η αξιοπιστία των μέσων μαζικής μεταφοράς είναι βασική συνιστώσα του δείκτη πολιτισμού μιας κοινωνίας η Θεσσαλονίκη διολισθαίνει σε τριτοκοσμικές καταστάσεις. Η κατηφόρα που είχε ξεκινήσει επί των ημερών του προέδρου Στεφανίδη συνεχίζεται και επί των ημερών του προέδρου Παππά, με τη διαφορά ότι ο πρώτος έχασε το τρένο οριστικά, ενώ ο σημερινός επικεφαλής του ΟΑΣΘ έχει –θεωρητικά τουλάχιστον- την ευκαιρία να διορθώσει τα πράγματα. Ο χρόνος της υπομονής των Θεσσαλονικέων εξαντλείται, κάτι που είχε τη δυνατότητα να αντιληφθεί και ο τελευταίος επιβάτης του ΟΑΣΘ, που αυτές τις εορταστικές ημέρες βρέθηκε σε στάση λεωφορείου περιμένοντας τα δρομολόγια να περάσουν.   

Ο μέχρι τον Αύγουστο ΟΑΣΘ ήταν μόνο τυπικά ιδιωτική επιχείρηση, αφού είχε όλα τα ελαττώματα ενός οργανισμού του δημοσίου. Ήταν σπάταλος, ανελαστικός και αναποτελεσματικός. Παρείχε μετριότατες υπηρεσίες, στους πελάτες του, τους οποίους ως πελάτες δεν αντιμετώπιζε. Φυσικά δεν υπήρχε κανενός είδους αξιολόγηση, ούτε για τον οργανισμό και τις δομές του, ούτε για τους εργαζομένους του. Ήταν απλά ένα μονοπώλιο και μάλιστα εξαιρετικά γαλαντόμο για τους δικούς του -μετόχους και εργαζομένους.

Αυτή η κατάσταση –σε συνδυασμό με κάτι οικονομικές παρατυπίες και ενδεχόμενη κακοδιαχείριση- έδωσε την ευκαιρία στην κυβέρνηση να κρατικοποιήσει τον ΟΑΣΘ. Μόνο που ο στόχος της επιστροφής στη χρηστή διαχείριση ενδιαφέρει τους Θεσσαλονικείς δευτερευόντως. Εκείνο που προέχει διότι αποτελεί κρίσιμη καθημερινότητα είναι η καλή λειτουργία της αστικής συγκοινωνίας επ’ ωφελεία της κοινωνίας και της οικονομίας της πόλης. Άλλωστε οι υπηρεσίες δεν παρέχονται δωρεάν, οι ίδιοι οι πολίτες πληρώνουν, είτε μέσω του εισιτηρίου, είτε μέσω του κρατικού προϋπολογισμού.  
 
Την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ο ΟΑΣΘ έδειξε το χειρότερο πρόσωπό του. Όχι μόνο δε στήριξε τη λειτουργία της πόλης –κυρίως της αγοράς του κέντρου και της μετακίνησης των ανθρώπων-, αλλά αντίθετα έκανε όσους χρησιμοποίησαν τα λεωφορεία του να το… μετανιώσουν. Δεν είναι τυχαίο –για παράδειγμα- ότι χθες, παραμονή Πρωτοχρονιάς, πολλοί Θεσσαλονικείς για να κατέβουν στο κέντρο χρησιμοποίησαν τα αυτοκίνητα τους, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ατέλειωτο μποτιλιάρισμα στην Τσιμισκή, στην Εγνατία και στους άλλους κεντρικούς δρόμους. Όσοι βολεύονταν λόγω απόστασης μετακινήθηκαν με τα πόδια, αφού βοηθούσε η καλοκαιρία. Και πολλοί από όσους κατάφεραν να μπουν σε λεωφορείο από τα ανατολικά κατέβαιναν μαζικά στη ΧΑΝΘ και συνέχιζαν με τα πόδια. Αντίστοιχα το σημείο οικειοθελούς αποβίβασης από τα δυτικά ήταν η πλατεία Βαρδαρίου και η αρχή της Εγνατίας. Από και προς τις δύο κατευθύνσεις η ταλαιπωρία ήταν ίδια κι απαράλλαχτη. Αρχικά μεγάλη αναμονή στις στάσεις κι εν συνεχεία ένα στρίμωγμα άνευ προηγουμένου, με αποτέλεσμα εκνευρισμό και παρεξηγήσεις. «Κάντε μισό βηματάκι να μπούμε κι εμείς», «Δεν υπάρχει χώρος, έλα να δεις» και άλλα σχετικά και πιο… γαλλικά. Φυσικά πολλοί γνωρίζοντας τι συμβαίνει κινήθηκαν προς άλλες κατευθύνσεις περιφερειακά του πολεοδομικού συγκροτήματος, όπου η πρόσβαση είναι ευκολότερη.

Το θέμα των μέσων μαζικής μεταφοράς θα απασχολήσει τη Θεσσαλονίκη έντονα τα επόμενα χρόνια. Η εξέλιξη του μετρό, το οποίο καλώς εχόντων των πραγμάτων θα αρχίσει δειλά δειλά να κυκλοφορεί σε δύο χρόνια και θα συνεχίσει να επεκτείνεται από εκεί και πέρα, θα θέσει το ζήτημα των μαζικών μετακινήσεων στην πόλη επί νέας βάσεως. Ο ρόλος του ΟΑΣΘ θα αλλάξει εκ των πραγμάτων. Από πρωταγωνιστικός θα γίνει συμπληρωματικός, καθώς όσο επεκτείνεται το μετρό η σημασία των λεωφορείων θα περιορίζεται. Φυσικά δεν θα πάψει ποτέ να είναι χρήσιμος –σε πολλές περιπτώσεις και καθοριστικός-, αλλά αυτό θα δικαιωθεί μόνο με σχεδιασμό. Ποιος θα τον κάνει; Ποια δεδομένα θα λάβει υπόψιν του; Ποιες προτεραιότητες θα τεθούν; Ποιες προϋποθέσεις θα απαιτηθούν; Οι ερωτήσεις αυτές δεν έχουν μέχρι στιγμής απάντηση. Το κακό είναι ότι αν λάβουμε τα μέχρι σήμερα δείγματα γραφής οι υφιστάμενες δομές (υπουργείο Μεταφορών, Συμβούλιο Αστικών Συγκοινωνιών και ότι ανάλογο υπάρχει) δεν διαθέτουν ούτε επάρκεια, ούτε σύγχρονο πνεύμα. Εάν σε όλο αυτό προσθέσει κανείς την δεδομένη απροθυμία συνεργασίας και ως εκ τούτου την αδυναμία συνεννοήσεως των τοπικών φορέων, το τελικό αποτέλεσμα μόνο εγγυημένο δεν είναι.

Όλα αυτά θα τα δούμε –γεροί να είμαστε- από το 2020 και μετά. Προς το παρόν –το 2018- πρέπει κάτι να γίνει με τον δημόσιο ΟΑΣΘ. Επ’ ωφελεία των Θεσσαλονικέων και των επισκεπτών της πόλης. Για την εξυπηρέτηση των μετακινήσεων. Για το καλό της αγοράς, του τουρισμού και της οικονομίας γενικότερα. Χωρίς επαρκή αστική συγκοινωνία η πόλη δεν καθίσταται απλώς χαοτική, με κατοίκους που νιώθουν πολίτες τρίτης κατηγορίας. Χάνει στην πορεία ένα μεγάλο ποσοστό από την οποιαδήποτε υπεραξία και το δυναμισμό που μπορούν να προσδώσουν στην κοινωνία η εύρυθμη λειτουργία ενός συνόλου με πληθυσμό πάνω από ένα εκατομμύριο και χιλιάδες επισκέπτες. Σαν τον αφρό στα δάχτυλα του ναύτη…  

Καλή χρονιά!
Με υγεία και δύναμη!