Skip to main content

Η επιχειρηματικότητα στη Θεσσαλονίκη θα αναπτυχθεί εάν γυρίσει σελίδα!

Αυτό που βιώνει σήμερα η ελληνική οικονομία δεν είναι κρίση, αλλά μια νέα πραγματικότητα με την οποία πρέπει να συμβιβαστούμε δημιουργικά.

Τα στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης Παναγιώτης Παπαδόπουλος επιβεβαιώνουν ότι αυτό που βιώνει σήμερα η ελληνική οικονομία δεν είναι κρίση –κρίση ήταν τα πρώτα δυο, τρία χρόνια. Πρόκειται για νέα πραγματικότητα, την οποία οφείλουμε να αναγνωρίσουμε και με την οποία πρέπει να συμβιβαστούμε δημιουργικά, προκειμένου η χώρα, η κοινωνία δηλαδή, να προχωρήσει στην επόμενη ημέρα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διαβάσουμε τους αριθμούς, οι οποίοι πάντα αποτελούν τη βάση στην οικονομική συζήτηση, αλλά να δούμε και πίσω από τους αριθμούς, το βάθος της σημασίας τους.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία από το 2010 μέχρι σήμερα περισσότερες από 15.000 επιχειρήσεις - μέλη του ΒΕΘ έκλεισαν. Το ίδιο διάστημα στα μητρώα του Επιμελητηρίου καταχωρήθηκαν για πρώτη φορά λιγότερες από 7.500 επιχειρήσεις. Από τα μέλη του ΒΕΘ χάθηκαν σε οκτώ χρόνια πάνω από 50.000 θέσεις εργασίας, είτε διότι είχαμε «λουκέτα», είτε διότι κάποιες επιχειρήσεις μείωσαν το προσωπικό τους.    

Αυτά τα στοιχεία από μόνα τους –δηλαδή χωρίς μεγαλύτερη ανάλυση- δείχνουν τη νέα κατάσταση. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι στο μητρώο του ΒΕΘ δεν περιλαμβάνονται μόνο κλασικοί βιοτέχνες - μεταποιητές, αλλά το σύνολο των επαγγελμάτων που χρησιμοποιούν εργαλεία –από συνεργεία αυτοκινήτων και ηλεκτρολόγους, μέχρι κομμωτήρια και υδραυλικούς- το βάθος του προβλήματος παίρνει συγκεκριμένο σχήμα. Ούτε προκαλεί ιδιαίτερη αισιοδοξία το γεγονός ότι το 2017 οι διαγραφές από τα μητρώα του ΒΕΘ είναι μειωμένες κατά 24% έναντι του 2016 (554), ενώ οι εγγραφές αυξημένες κατά 16% (382). Πέραν του ότι το ισοζύγιο εγγραφών – διαγραφών παραμένει αρνητικό για μία ακόμη χρονιά, είναι γνωστό πως όταν μια ώριμη επιχείρηση που λειτουργεί επί δεκαετίες σταματάει το κενό που αφήνει στην οικονομική αλυσίδα είναι δυσαναπλήρωτο και φαίνεται άμεσα. Αντίθετα, μια νεοϊδρυθείσα επιχείρηση ή δραστηριότητα για να ωριμάσει και να αποδώσει στην οικονομία σχεδόν πάντα χρειάζεται χρόνο. Επομένως τα μεγέθη εγγραφών – διαγραφών είναι συγκρίσιμα και χρήσιμα μόνο για τη στατιστική, καθώς η ουσία τους είναι ακόμη δυσμενέστερη.

Η νέα αυτή πραγματικότητα αποτελεί τη βάση για τις εξελίξεις το επόμενο διάστημα, τα επόμενα χρόνια, στην επιχειρηματικότητα της Θεσσαλονίκης. Είναι σαφές ότι η οικονομική μεγέθυνση, που είναι απαραίτητη για να δημιουργηθεί κοινωνικός πλούτος και να προκύψουν νέες θέσεις εργασίας, δεν θα έρθει τόσο μέσω παραδοσιακών δραστηριοτήτων, ούτε μέσω των κλασικών τρόπων με τους οποίους ασκούνται παραδοσιακές δραστηριότητες. Η περίφημη βιώσιμη ανάπτυξη θα προκύψει μόνο από την προσαρμογή της επιχειρηματικότητας στη νέα εποχή της χώρας -και του πλανήτη ολόκληρου, εδώ που τα λέμε-, καθώς και από τη σωστή ανάγνωση του νέου περιβάλλοντος της Θεσσαλονίκης. Οι έξυπνες ιδέες είναι πάντα χρήσιμες και συχνά «κλειδί» για την επιτυχία, αλλά από μόνες τους δεν αρκούν παρά μόνο για μια αρχή.

Η χρήση των νέων τεχνολογιών –και κυρίως του διαδικτύου- όχι μόνο για προσωπική ευχαρίστηση, αλλά για λειτουργική, εμπορική και κοστολογική βελτίωση αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση, ώστε να υπάρχουν πιθανότητες επιτυχίας. Τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι, επίσης, απαραίτητα. Η εποχή του εύκολου τραπεζικού δανεισμού έχει περάσει ανεπιστρεπτί, κάτι που σημαίνει ότι όποιος οραματίζεται να κάνει μια δουλειά θα πρέπει να αναζητήσει εναλλακτικούς τρόπους απόκτησης κεφαλαίων.
Ειδικότερα για τη μεταποίηση, που άνθιζε και μέχρι ενός σημείου εξακολουθεί να παραμένει ακμαία στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, οι αλλαγές σε διεθνές επίπεδο είναι συγκλονιστικές.

Οι επιχειρήσεις στις μεγάλες βιομηχανικές χώρες του πλανήτη, στις… πεντάστερες οικονομίες –ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία κ.λπ.- αμφισβητούν εδώ και δύο δεκαετίες την αποτελεσματικότητα της καθετοποίησης στην παραγωγή. Η μοντέρνα προσέγγιση, την οποία πλέον ενστερνίζονται χώρες με μικρότερο μέγεθος και μικρότερες οικονομίες, όπως είναι η Φινλανδία και η Νορβηγία, προβλέπει εξειδικευμένη επί μέρους παραγωγή σε διάφορα σημεία, ενίοτε της χώρας, συχνότατα του κόσμου. Με δοσολογία και διασπορά που να διασφαλίζει χαμηλότερο κόστος χωρίς ποιοτική έκπτωση, αλλά ταυτόχρονα να προστατεύει τα πνευματικά δικαιώματα της επιχείρησης που βρίσκεται στο επίκεντρο και παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Το ερώτημα είναι αν στην Ελλάδα –και στη Β. Ελλάδα- η επιχειρηματική νοοτροπία ευνοεί τη συμμετοχή σε εγχώρια ή διεθνή συνεργατικά σχήματα, με στόχο όλοι να κερδίζουν. Κάτι τέτοιο μπορεί να φαίνεται λογικό –ακόμη και απλό-, αλλά δεν είναι. Χρειάζεται να διαθέτει κανείς παιδεία και καλλιέργεια για να το υιοθετήσει, καθώς η πράξη αποδεικνύει ότι η συνεργασία μεταξύ εταιριών και επιχειρηματιών –πολύ περισσότερο στη διεθνή της διάσταση- απαιτεί συντονισμό και υψηλό επίπεδο κατανόησης. Όσο για το γεωγραφικό εύρος των δραστηριοτήτων μιας μεταποιητικής επιχείρησης στην Ελλάδα δεν μπορεί να είναι μόνο η εγχώρια αγορά. Ούτε μόνο τα Βαλκάνια και η υπόλοιπη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο στόχος για να έχει νόημα η προσπάθεια πρέπει να καλύπτει όλο τον κόσμο, τουλάχιστον τις ελεύθερες οικονομίες. Τα μέσα και η διεθνής ατμόσφαιρα της εποχής το επιτρέπουν –αν δεν το επιβάλλουν.