Skip to main content

Eκτός Έκθεσης Προόδου της Αλβανίας η καταπίεση των Ομογενών μας

Στην Έκθεση επισημαίνεται η θετική ενέργεια ελέγχου και αποκλεισμού από την δημόσια ζωή -πέραν του ποινικού κολασμού- όσων τέλεσαν ποινικά αδικήματα.

Η Έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου απογοήτευσε την Αλβανία, η οποία πρέπει να επιταχύνει το ρυθμό της μεταρρύθμισης του δικαστικού της συστήματος, κάτι που θα βοηθήσει σημαντικά στην προώθηση της διαδικασίας ένταξης της χώρας στην ΕΕ. Το βάρος δόθηκε στην εξυγίανση της αλβανικής δικαιοσύνης, επειδή δεν έχει σε τίποτε να ζηλέψει την αντίστοιχη της Τουρκίας, όπου οι δικαστές αναίσχυντα εκτελούν τις εντολές του σουλτάνου.

Στην Έκθεση επισημαίνεται η θετική ενέργεια ελέγχου και αποκλεισμού από την δημόσια ζωή -πέραν του ποινικού κολασμού- όσων τέλεσαν ποινικά αδικήματα. Αυτό σημαίνει, ότι μόνον κατόπιν πιέσεων της Δύσης αποφάσισε η Αλβανία να τιμωρήσει βουλευτές, κυβερνητικούς παράγοντες και αυτοδιοικητικούς (περιττό να τονιστεί ότι το κόμμα των Τσάμηδων έχει στις αγκάλες τους περισσότερους, αναλογικώς, αποβλητέους).

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πέτυχε η κάθαρση την αλβανική δικαιοσύνη. Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν την ανησυχία τους για την επιλεκτική στάση της δικαιοσύνης, την διαφθορά, την μακρά διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών και τις πολιτικές παρεμβάσεις στις έρευνες και τις δικαστικές υποθέσεις.

Ηχηρά παρέμβαση για τους Ομογενείς μας στην Αλβανία έκανε η Κύπρια Ευρωβουλευτής Ελένη Θεοχάρους, η οποία απαίτησε πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων της Ελληνικής μειονότητας. Στην ομιλία της η Ε. Θεοχάρους τόνισε επίσης και τα εξής:

«Η Αλβανία έχει κάνει πρόοδο όσον αφορά τον εκδημοκρατισμό της χώρας και την απαγκίστρωση των εγκληματικών στοιχείων από την διοίκηση. Πρέπει ωστόσο να κάνει ριζικές μεταρρυθμίσεις όσον αφορά την δικαιοσύνη και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει στις αλλαγές τις οποίες καταγράφει επακριβώς η έκθεση.  Ένα σημαντικό πρόβλημα είναι δυστυχώς η μετατροπή της Αλβανίας σε εκτροφείο ακραίων μουσουλμανικών στοιχείων με την διείσδυση φανατικών μουσουλμάνων από την Τουρκία και την Σαουδική Αραβία».

Αξίζει όμως να σημειωθεί, ότι η χθεσινή μέρα ήταν η επέτειος συμπλήρωσης 103 ετών της ανακήρυξης της Αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου από την προσωρινή κυβέρνηση του Γεωργίου Χρηστάκη Ζωγράφου στο Αργυρόκαστρο.

Ο επικός αγώνας που έγινε σε απάντηση της απόφασης των Μεγάλων Δυνάμεων να αποδώσουν το βόρειο τμήμα της ενιαίας Ηπείρου στο νεοσύστατο τότε αλβανικό κράτος, είχε ως αποτέλεσμα την αναγνώριση της Αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου εντός του αλβανικού κράτους, με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας στις 17 Μαΐου 1914 από τις Μεγάλες Δυνάμεις και την ίδια την Αλβανία.

Ο «Εθνικός Σύλλογος Βόρειος Ήπειρος 1914», υπενθυμίζει το γεγονός με την διακήρυξη που έγραφε μεταξύ άλλων: «Μας αποσπώσιν από τα αγκάλας της μητρός μας Ελλάδος. Μας αρνούνται την ανεξαρτησίαν. Μας αρνούνται την αυτοδιοίκησιν εν τω Κράτει τω Αλβανικώ. Μας αρνούνται και αυτάς ακόμη τας εγγυήσεις αίτινες ηδύναντο να περιφρουρήσωσι λυσιτελώς την ζωήν, την θρησκείαν, την περιουσίαν, την ύπαρξιν μας την εθνικήν. Μας φέρουσιν εις τελείαν απόγνωσιν».

Η κατάσταση όπως περιγράφεται τον Φεβρουάριο του 1914 δεν διαφέρει σε πολλά από την σημερινή πραγματικότητα, όπου ο Βορειοηπειρωτικός  Ελληνισμός υφίσταται μία γενοκτονία ήπιας έντασης. Τους τελευταίους μήνες βιώνουμε ένα νέο κύμα βίας και τρομοκρατίας από την αλβανική πλευρά. Στη Χιμάρα έχει δρομολογηθεί η κατεδάφιση οικιών και άλλων κτιρίων που ανήκουν σε Έλληνες με το πρόσχημα της «οικιστικής ανάπτυξης», ενώ σημειώνονται καταπατήσεις της εκκλησιαστικής περιουσίας στην Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων στους Δρυμάδες και στην Ιερά Μονή των Αγίων Σαράντα στο λόφο πάνω από την ομώνυμη πόλη.