Skip to main content

Η διαδρομή Στουρνάρα από την Αριστοτέλους μέχρι το Porto Palace

Ο Γιάννης Στουρνάρας εξακολουθεί τα τελευταία χρόνια να ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη, αλλά η χαλαρότητα έχει σε σημαντικό ποσοστό εξαφανιστεί.

Ένα ανοιξιάτικο βράδυ πριν από μερικά -ίσως 15 ή 17- χρόνια ο σημερινός διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος περπατούσε στην πλατεία Αριστοτέλους της Θεσσαλονίκης, αγκαζέ με τη σύζυγό του, αναζητώντας χνάρια από τα στέκια των φοιτητικών και νεανικών χρόνων. Ήταν επικεφαλής της τότε Εμπορικής Τράπεζας, σε μια αναπτυξιακή περίοδο, κατά την οποία η αισιοδοξία για την εξέλιξη των οικονομικών θεμάτων ήταν διάχυτη παντού στην ατμόσφαιρα. Εκείνα τα λίγα χρόνια η Ελλάδα ένιωθε ένα ανεπτυγμένο κράτος, ισότιμο με τα μεγαλύτερα της Ευρώπης.

Από τότε άλλαξαν πολλά. Ο Γ. Στουρνάρας εξακολουθεί τα τελευταία χρόνια να ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη είτε ως υπουργός, είτε ως κεντρικός τραπεζίτης, αλλά η χαλαρότητα έχει σε σημαντικό ποσοστό εξαφανιστεί. Όλοι ρωτούν δύσκολα πράγματα, που εμπεριέχουν πολύπλοκες απαντήσεις. Κανείς, πάντως, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι το ενδιαφέρον κτυπάει… κόκκινο.

Το βράδυ της περασμένης Πέμπτης ο Γ. Στουρνάρας βρέθηκε για μία ακόμη φορά στη Θεσσαλονίκη για να μιλήσει στο δείπνο του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος. Στην εντυπωσιακή αίθουσα του Porto Palace το ακροατήριο αποτελούσαν πάνω από 300 άνθρωποι. Στα 45 περίπου λεπτά που ήταν επάνω στο βήμα ο κ. Στουρνάρας ήταν εξαιρετικά προσεκτικός. Σχεδόν δεν ξέφυγε από το κείμενό του ούτε κατά ένα και ή κατά ένα κόμμα. Οι μέρες είναι πονηρές. Οι ισορροπίες λεπτές και οι καταστάσεις πολύπλοκες και πολυπαραγοντικές.

Ο κ. Διοικητής είπε στην αρχή λίγα και απολύτως αναμενόμενα για τη συγκυρία πράγματα. Για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Για προοπτικές μετά τη συμφωνία για τη β΄ αξιολόγηση. Για το τι πρέπει να προσέξουμε ως χώρα από εδώ και πέρα. Μετά επέλεξε να παραθέσει πλήθος αριθμητικών και οικονομικών στοιχείων για να καταδείξει τις μεγάλες προοπτικές της μεταποίησης στην Βόρεια Ελλάδα. Άλλωστε πρόκειται για καθηγητή των Οικονομικών και τεχνοκράτη, που φυσιολογικά «τρέφεται» από τα νούμερα. Όπως, όμως, φάνηκε από τις περίπου δέκα ερωτήσεις που δέχθηκε στο τέλος από τους επιχειρηματίες οι προσδοκίες των ανθρώπων της παραγωγής και των επιχειρήσεων από την ομιλία του ήταν περισσότερες. Οι 300 διψούσαν για κάτι παραπάνω. Ποιο ήταν το κόστος για την οικονομία από την καθυστέρηση της αξιολόγησης; Πώς θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων σε καθεστώς βαριάς υπερφορολόγησης; Τι θα γίνει με τα κόκκινα δάνεια; Πότε θα βελτιωθεί η ρευστότητα στην αγορά; Πώς θα φτάσουμε στην ανάπτυξη όταν τα καλύτερα μυαλά της χώρας, οι νέοι πτυχιούχοι μεταναστεύουν στο εξωτερικό;

Όλα αυτά είναι ερωτήματα που δεν «γεννήθηκαν» από την παρουσία και την ομιλία του Γ. Στουρνάρα. Απασχολούν τα τελευταία χρόνια σε καθημερινή βάση τους επιχειρηματίες, ιδιαίτερα στο βορειοελλαδικό τόξο, μια περιοχή με παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις. Σε αυτά θέλουν απαντήσεις, όσο γίνεται πιο συγκεκριμένες. Διότι –για παράδειγμα- όλοι λίγο πολύ έχουν συνειδητοποιήσει ότι τα 100 και περισσότερα δισ. ευρώ των κόκκινων δανείων συνιστούν «το μεγαλύτερο πρόβλημα στην ελληνική οικονομία». Μια «βόμβα» στα θεμέλια του χρηματοπιστωτικού συστήματος, άρα και του συνόλου της οικονομίας. Αλλά όταν μια υγιής επιχείρηση αναζητά ένα εξειδικευμένο στέλεχος και δεν βρίσκει, τότε το πρόβλημα ανάγεται σε διαφορετικό –και πολύ πιο ουσιαστικό- επίπεδο. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι οι διαπιστώσεις, αλλά οι λύσεις. Εν προκειμένω στο ίδιο παράδειγμα: Τι θα γίνει; Πώς θα διασφαλιστεί ώστε μαζί με τα ξερά να μη καούν και τα χλωρά; Θα ληφθεί σοβαρά υπόψιν ο ηθικός κίνδυνος που ελλοχεύει και σχετίζεται με τον αθέμιτο ανταγωνισμό των ασυνεπών εταιριών έναντι των συνεπών, κάτι που έχει κατ’ επανάληψη επισημάνει ο ΣΒΒΕ;

Σε συγκεκριμένα θέματα δεν θέλησε να απαντήσει ο κ. Στουρνάρας. Δεν μπορούσε, παρά το ότι -αν και δεν είναι ακριβώς ο καθ’ ύλην αρμόδιος παράγοντας- σίγουρα έχει άποψη. Αλίμονο αν δεν είχε!

Η ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης ανοίγει το επόμενο, εξαιρετικά δύσκολο, πολύπλοκο και καθοριστικό κεφάλαιο για την οικονομία της χώρας. Όσοι πιστεύουν ότι τα δύσκολα πέρασαν πλανώνται. Η ανάπτυξη πρέπει να είναι έντονη και να βασίζεται στη δυναμική του ιδιωτικού τομέα, ώστε να καταστεί διατηρήσιμη. Για να συμβεί αυτό πρέπει να ληφθούν μέτρα άμεσης απόδοσης και ξεκάθαρης στόχευσης. Επενδύσεις δεν γίνονται εν μέσω θολότητας που δημιουργούν είτε οι εκκρεμότητες και οι καθυστερήσεις που διαιωνίζονται, είτε οι «δημιουργικές» ασάφειες, που καλλιεργεί συστηματικά ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Και η Ελλάδα χρειάζεται επενδύσεις 100 δισ. ευρώ σε πέντε – έξι χρόνια για να επανακάμψει. Η συζήτηση για την πραγματική οικονομία γίνεται με όρους διαφορετικούς από τα δημοσιονομικά. Χρειάζονται συγκεκριμένα, πρακτικά πράγματα. Το είπαν με τον τρόπο τους στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος το βράδυ της Πέμπτης -στην εντυπωσιακή αίθουσα του Porto Palace- οι επιχειρηματίες του Βορρά και προφανώς ο κ. Στουρνάρας το κατάλαβε. Όπως είναι βέβαιο ότι αντιλαμβάνεται την αγωνία ενός κόσμου, που αντιπροσωπεύει ένα οικονομικό σύστημα το οποίο επί δεκαετίες λειτουργεί για λόγους γεωφυσικούς, διοικητικούς και πολιτικούς πολύ περισσότερο με τη λογική της παραγωγής και των εξαγωγών, και πολύ λιγότερο ως προμηθευτής του ελληνικού δημοσίου.