Skip to main content

Ένα μήνυμα οπαδικής συνύπαρξης και η ανάγκη για αλλαγή κουλτούρας

Το λιθαράκι που μπήκε στη Θεσσαλονίκη για να μην είναι πια αδιανόητο το αυτονόητο...

«Eπίθεση χούλιγκαν σε ταβέρνα στις 40 Εκκλησιές», «Δολοφονική επίθεση σε οπαδούς τού ΠΑΣ Γιάννινα», «Φωτοβολίδες σε οπαδούς της Χάποελ Ιερουσαλήμ στην Αθήνα», «Μπάχαλο με τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος - Ούτε σε Βόλο ούτε σε Κύπρο».

Αυτοί είναι μερικοί από τους τίτλους ειδήσεων που αφορούν το ελληνικό ποδόσφαιρο και τον οπαδισμό στην Ελλάδα τον τελευταίο μήνα. Επιθέσεις, τραυματισμοί, χουλιγκανισμοί, πράξεις μη ανεκτές, ασύμβατες με τον σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και στο αθλητικό ιδεώδες. Όλα αυτά 14 μήνες από τον θάνατο του Άλκη Καμπανού, 39 από αυτόν του Τόσκο Μποζατζίσκι και 84 από εκείνον του Νάσου Κωνσταντίνου. Και οι τρεις από τυφλή οπαδική βία, και οι τρεις στη Θεσσαλονίκη.

Μετά τη σοκαριστική επίθεση στον Άλκη και στην παρέα του και την άγρια δολοφονία του 19χρονου ακούστηκαν πολλά «ευχολόγια», γράφτηκαν πολλά «συγγνώμη» και προαναγγέλθηκαν/ανακοινώθηκαν πολλές «τομές» για την καταπολέμηση του χουλιγκανισμού στη χώρα μας και, εν τέλει, την πάταξή του, τόσο μέσα στα γήπεδα όσο κι έξω από αυτά.

Τίποτα από αυτά, εκ του αποτελέσματος, δεν βοήθησε στη λύση τού βαθιά ριζωμένου στον οπαδισμό προβλήματος -η εισαγωγή αυτού του κειμένου, εξάλλου, είναι η κυνική και αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Και αυτή η βαθιά ρίζα δεν είναι άλλη από τους ίδιους τους οπαδούς. Μόνον αν αυτοί επιλέξουν να βάλουν ένα οριστικό τέλος θα βγούμε από τον τελματωμένο κύκλο της βίας και του αίματος.

Μετά τη δολοφονία του Άλκη, οργανωμένοι οπαδοί έστησαν έναν δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ τους και, κατόπιν συνεννόησης, εξέδραμαν στις έδρες των αντιπάλων τους, αν και όχι μαζικά, και πάντα με ισχυρή αστυνομική παρουσία. Μία κίνηση που, όσο κράτησε, έδειξε ότι για να αλλάξει κάτι δομικά πρέπει να το θέλουν οι ίδιοι οι οπαδοί, να το πάρουν οι ίδιοι απόφαση. Παρ' όλα αυτά, οι συγκεκριμένες συνεννοήσεις, που έγιναν κατά κόρον πέρυσι σε πολλά «καυτά» γήπεδα ποδοσφαίρου σε όλη τη χώρα, δεν συνεχίστηκαν. Από το ξεκίνημα της τρέχουσας αγωνιστικής σεζόν διακόπηκαν, η κουλτούρα δεν άλλαξε. Και επιστρέψαμε στην προτέρα κατάσταση: απειλητικά και εκφοβιστικά πανό, επιθέσεις, ξυλοδαρμοί, ενέδρες, μαχαιρώματα -ακόμα και μέρα μεσημέρι, μπροστά στο Εφετείο Αθηνών, στην καρδιά της πρωτεύουσας!

Χθες, όμως, φαίνεται ότι μπήκε ένα σημαντικό λιθαράκι στην προσπάθεια των οπαδών να ξορκίσουν τον χουλιγκανισμό, τουλάχιστον στη Θεσσαλονίκη, χαρίζοντας μία εικόνα από τα παλιά (που σήμερα δεν έχει ζήσει κανείς από κοντά γεννημένος μετά το 2000!), μία εικόνα που δίνει ελπίδα για το μέλλον: περίπου 500 οπαδοί του Άρη και του Ηρακλή βρέθηκαν στο ίδιο γήπεδο, σε διαφορετικά πέταλα, στον τελικό της Α2 του γυναικείου μπάσκετ, ο οποίος θα έκρινε την άνοδο στην Α1 κατηγορία.

Εκατέρωθεν συνθήματα, έξυπνα πικαρίσματα, αγωνία, ένταση, χαρά ή λύπη, ατμόσφαιρα από τα παλιά και μία ανώδυνη βία: η ηχητική. 

Οι οπαδοί των δύο ομάδων, νικητές και ηττημένοι, αποχώρησαν ταυτόχρονα, πλάι-πλάι, χωρίς να συμβεί το παραμικρό.

Ναι, είναι αδιανόητο το αυτονόητο στην Ελλάδα. Στη χώρα μας σπανίζει αυτό που διεθνώς είναι σύνηθες. Αλλά μόνο έτσι, επιδιώκοντας το σύνηθες και εκθειάζοντας το αυτονόητο, θα καταφέρει επιτέλους να εγκαθιδρυθεί η κανονικότητα έναντι του παραλογισμού, η διασκέδαση έναντι του φόβου, η ανόθευτη αγάπη για την ομάδα έναντι του νοθευμένου φανατισμού.