Skip to main content

Η ακρίβεια δεν συνιστά πλέον κρίση, αλλά συνθήκη με την οποία καλούμαστε να ζήσουμε

Οι δυο βάρκες στις οποίες πρέπει να πατήσουν κυβέρνηση και κόμματα ενόψει των εκλογών της 21ης Μαΐου

Η κρίση ακρίβειας τείνει να γίνει πλέον συνήθεια, παρά το γεγονός ότι έχουν γίνει από την κυβέρνηση μια σειρά από παρεμβάσεις, ώστε να περιοριστεί το πλήγμα στα νοικοκυριά και τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Πρόκειται για ένα δεδομένο, το οποίο θα αποτελέσει όμως και από τα βασικά κριτήρια για τις επιλογές των πολιτών στην κάλπη της 21ης Μαΐου.

Η κυβέρνηση έχει δικαιολογίες και αιτίες για τις οποίες η κρίση δημιουργήθηκε και συνεχίζεται. Έχει στη φαρέτρα της επιχειρήματα για την αντίδρασή της στην αντιμετώπιση αυτής της κρίσης, που δεν δημιούργησε η ίδια ή οι πολιτικές της, όπως επιχειρηματολογεί. Έχει καλάθια και επιδόματα, έχει παρεμβάσεις στην αγορά (περιορισμένες ή μη συνιστούν μια αξιομνημόνευτη προσπάθεια περιορισμού του προβλήματος), έχει να επιδείξει ενισχύσεις και πρωτοβουλίες περιορισμού του κόστους (ειδικά στα βασικά κόστη) στην τσέπη του καταναλωτή.

Αυτά όλα όμως δεν στάθηκαν μέχρι σήμερα αρκετά για να δημιουργηθεί η αίσθηση στους πολίτες ότι βελτιώθηκαν τα πράγματα, ότι η τσέπη τους δεν αιμορραγεί, ότι μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τους λογαριασμούς και τα καθημερινά αναγκαία έξοδα.

Αποτέλεσμα είναι να φαντάζουν πενιχρές ακόμη και σημαντικές πρωτοβουλίες, όπως η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού ή η αύξηση στα εισοδήματα των συνταξιούχων ή ακόμη ακόμη και οι ελαφρύνσεις στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και γενικότερα της ενέργειας.

Βγαίνοντας από την περίοδο της θέρμανσης, τα έξοδα στα νοικοκυριά περιορίζονται. Πόσο μεγάλη τρύπα άνοιξε στην τσέπη κάθε πολίτη το έξοδο της θέρμανσης θα το αποτιμήσουμε αυτή την περίοδο, καθένας μας ξεχωριστά. Η παραίνεση του πρωθυπουργού πριν τη χειμερινή περίοδο για στροφή στο πετρέλαιο θέρμανσης ως πιο συμφέρουσα λύση για τον χειμώνα που έφυγε αποδείχτηκε ορθή. Όντως όσοι επέλεξαν αυτό το καύσιμο για τη θέρμανση των σπιτιών τους βγήκαν ωφελημένοι σε σχέση με τους υπόλοιπους.

Επίσης, με τις παρεμβάσεις στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο τα δεινά για τα οποία μας είχαν προετοιμάσει ως κοινωνία περιορίστηκαν σημαντικά και έτσι δεν μάτωσαν τα νοικοκυριά τόσο πολύ όσο φάνταζε στην αρχή του χειμώνα. Με τα καυσόξυλα δεν έγινε το ίδιο...

Η κυβέρνηση πρέπει να πατήσει στο εξής σε δυο βάρκες για να αντιμετωπίσει μια κρίση, η οποία όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά φαίνεται ότι ήρθε για να μείνει.

Η πρώτη βάρκα έχει να κάνει με τη συνέχιση των ενισχύσεων στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, προκειμένου αυτοί να μη μετατραπούν άμεσα σε εφιάλτη για τα οικονομικά των νοικοκυριών. Οι πολίτες φαίνεται να ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της κυβέρνησης για περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας. Δεν είμαι σε θέση να εκτιμήσω εάν αυτό έγινε κυρίως λόγω του όχι βαρύ χειμώνα που βιώσαμε φέτος ή επειδή ο κόσμος κατάλαβε πως πρέπει κι αυτός να περιορίσει την κατανάλωση, για να μην ξεφύγουν οι λογαριασμοί. Πάντως συνέβη. Καλοκαίρι έρχεται, έρχονται και τα κλιματιστικά...

Η δεύτερη βάρκα είναι ο ταυτόχρονος έλεγχος της αγοράς και ενίσχυσης των εισοδημάτων. Το πρώτο είναι υποχρέωση, το δεύτερο είναι προσδοκία, η οποία μπορεί να γίνει πράξη υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα διαταράξει τις δημοσιονομικές ισορροπίες. Μένω στον έλεγχο, που αποδείχτηκε ανεπαρκής, διότι οι αδικαιολόγητες αυξήσεις είναι πλέον ορατές σε όλη την αγορά προϊόντων και υπηρεσιών, από τα ενοίκια μέχρι τα βασικά είδη διαβίωσης. Ο έλεγχος είναι αυτός που μπορεί να συγκρατήσει τις τιμές και ο έλεγχος είναι βασική υποχρέωση κάθε κυβέρνησης. Όχι τα πλαφόν ή αντίστοιχου τύπου μέτρα, αλλά τουλάχιστον η διασφάλιση υγειούς ανταγωνισμού, που σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς λειτουργεί υπέρ του τελικού καταναλωτή.

Η κυβέρνηση, αλλά και τα υπόλοιπα κόμματα που διεκδικούν την ψήφο μας, οφείλουν να είναι απολύτως ξεκάθαρα για τις πολιτικές που προτίθενται να εφαρμόσουν προκειμένου να δώσουν ουσιαστικές απαντήσεις στο πρόβλημα της ακρίβειας. Πειστικές απαντήσεις, που τεκμηριώνονται με συγκεκριμένα επιχειρήματα και κοστολογημένες πρωτοβουλίες κι όχι εξαγγελίες κενές περιεχομένου. Οι πολίτες μπορούν να διακρίνουν ποιοι τάζουν λαγούς με πετραχήλια και ποιοι δίνουν προοπτική.

Η «άσκηση» αυτή είναι πολύ δύσκολη. Κι αυτό επειδή οι προεκλογικές εξαγγελίες γίνονται με την κοινωνία σε πλήρη λειτουργία. Εξηγώ ότι σήμερα οι πολίτες μπορούν να αποτιμήσουν πόσο τους κόστισε η πασχαλινή περίοδος, το πασχαλινό τραπέζι, η μετακίνηση κτλ. Επίσης, βλέπουν την τιμή της βενζίνης να ξεφεύγει πάλι και να πλησιάζει τα 2 ευρώ το λίτρο. Θα δουν σε λίγες μέρες στους λογαριασμούς ρεύματος τα αυξημένα πάγια. Το ράλι αυξήσεων στα σούπερ μάρκετ συνεχίζεται κι ας μην τρέχει με ρυθμούς Φερστάπεν κι ας λειτουργούν όσο λειτουργούν τα «καλάθια».

Η ακρίβεια τείνει να γίνει καθημερινή συνήθεια κι όχι έκτακτη κατάσταση. Όταν μια κρίση συνεχίζεται επί μεγάλο χρονικό διάστημα, παύει να είναι κρίση και μετατρέπεται σε συνθήκη με την οποία θα ζήσουμε στο εξής. Στην Ελλάδα ζούμε εξάλλου και δυστυχώς ή ευτυχώς οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών δεν έχουν διακυμάνσεις χρηματιστηρίου, αλλά πηγαίνουν μόνο προς τα πάνω ή σταθεροποιούνται στο ανώτερο δυνατό. Όσο πιο κοντά στο ταβάνι... Κάποιος να το αλλάξει αυτό; Να αποκαταστήσει τη λογική λειτουργίας μιας ανταγωνιστικής αγοράς;

Συνεπώς, τα κόμματα που ζητούν την εμπιστοσύνη μας για να κυβερνήσουν την επομένη των εκλογών, οφείλουν να μας πείσουν ότι αφενός θα συνεχίσουν ή ακόμη και θα ενισχύσουν τις παρεμβάσεις τους για τη συγκράτηση των λογαριασμών, ειδικά του ρεύματος και των καυσίμων, αφετέρου θα ενισχύσουν το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, προκειμένου αυτοί να ανταποκριθούν στα συνεχώς αυξανόμενα έξοδα διαβίωσης.

Μια πρώτη γεύση των προθέσεών τους έχουμε λάβει. Και όπως οποιοσδήποτε μπορεί να διαπιστώσει το μεγάλο βάρος προεκλογικά πέφτει στο ζήτημα της οικονομίας από όλους. Είναι δεδομένο ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι επιλέγουν με βάση την τσέπη τους και τη γενικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας, όπως και με τις προοπτικές που καλλιεργούν οι πολιτικοί.

Δεν αναφέρθηκα στην ανεργία, διότι εκεί σήμερα τα πράγματα είναι λιγότερο δυσάρεστα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, τουλάχιστον σε ό,τι έχει να κάνει με τους επίσημους δείκτες. Όταν κάτι πάει καλά, οφείλουμε να το επισημαίνουμε.

Έτσι όπως το βλέπω, βασικό κριτήριο επιλογής στην κάλπη θα είναι και οι τρέχουσες οικονομικές συνθήκες σε επίπεδο κοινωνικής βάσης και η προοπτική που δίνει κάθε κόμμα για το διαθέσιμο εισόδημα την επόμενη χρονικά περίοδο, βραχυπρόθεσμα, που είναι το 2024. Νωρίτερα δύσκολα μπορεί να γίνει κάτι βελτιωτικό σε μαζικό επίπεδο.

Ποιος θα πείσει ότι οι εξαγγελίες του είναι ρεαλιστικές κι όχι παραμύθια είναι το ζητούμενο. Ποιος θα δώσει στην κοινωνία πειστική προοπτική. Και επειδή στην Ελλάδα όλα έχουν εξαγγελθεί, από τα λεφτά που υπάρχουν μέχρι την ελπίδα και τη βροχή χρήματος, οι πολίτες είναι και δύσπιστοι και μπορούν πια να διακρίνουν τι μπορεί να γίνει και τι όχι. Διότι το δεδομένο είναι η ακρίβεια, δηλαδή το έξοδο. Εκείνο που «παίζεται» είναι το διαθέσιμο εισόδημα για να ανταποκριθεί κάποιος σε αυτό το έξοδο.