Skip to main content

Η αγορά της Θεσσαλονίκης πληρώνει ακριβά την εξάρτηση από την Αθήνα

Η αποστολή ενός υπουργείου είναι να δουλεύει το σύστημα το οποίο εποπτεύει και του οποίου ο εκάστοτε υπουργός έχει την πολιτική ευθύνη.

Η εικόνα των οικονομικών καταστάσεων της ΟΛΘ ΑΕ για το Α΄ εξάμηνο του 2016 είναι δυσάρεστη. Η οικονομική αιμορραγία είναι πολύ μεγάλη, ενώ εξαιρετικά ανησυχητική είναι και η μείωση των φορτίων που στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου «πέρασαν» από τα κρηπιδώματα του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.  

Εξίσου μελαγχολική είναι τις τελευταίες δέκα ημέρες η εικόνα του εμπορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης. Τα μαγαζιά είναι άδεια, ενώ στα πεζοδρόμια περπατούν κυρίως οι εργαζόμενοι στο κέντρο της πόλης, οι οποίοι πηγαινοέρχονται στα σπίτια τους με τα πόδια, αφού για 12 ολόκληρες μέρες δεν κυκλοφορούσε η αστική συγκοινωνία. Είναι προφανές ότι τα καταστήματα ζημιώνουν και μάλιστα πολύ.

Οι δύο καταστάσεις έχουν απελπιστικά πολλά κοινά.

Στην περίπτωση του λιμανιού ως βασικές αιτίες των απωλειών καταγράφονται δύο: Πρώτον, οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων, κατά της επικείμενης ιδιωτικοποίησης της ΟΛΘ ΑΕ. Η επί 32 συνεχείς ημέρες απεργίας μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου συν η αποχή από τις υπερωρίες και την εργασία του Σαββατοκύριακου σε όλη σχεδόν τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου της χρονιάς. Δεύτερον, ο επί 67 ημέρες αποκλεισμός της σιδηροδρομικής γραμμής στην Ειδομένη από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, οι οποίοι προσπάθησαν με αυτό τον τρόπο να πιέσουν την Ελλάδα και τις άλλες ευρωπαϊκές και βαλκανικές χώρες να τους επιτρέψουν να προχωρήσουν προς την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη.  

Στην περίπτωση της αγοράς η βασική αιτία του πλήρους μαρασμού ήταν αυτές τις μέρες η επίσχεση των εργαζομένων του ΟΑΣΘ. Η έλλειψη αστικής συγκοινωνίας στη Θεσσαλονίκη δεν δυσχεραίνει απλώς την προσέγγιση στο κέντρο. Στην ουσία αποκλείει την πρόσβαση για τους περισσότερους κατοίκους της πόλης.

Και στις δύο περιπτώσεις επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες διεκδικούν τα αιτήματά τους με κινητοποιήσεις, οι οποίες εμφανώς ζημιώνουν την οικονομία και έχουν έντονα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά. Ενώ κατ’ όνομα έχουν ως στόχο την πολιτική και εκτελεστική εξουσία, τελικά στρέφονται κατά του κοινωνικού συνόλου, με αποτέλεσμα να ενεργοποιείται ο περίφημος κοινωνικός αυτοματισμός και να στρέφεται η μία επαγγελματική ομάδα κατά της άλλης. Η ζημία στην οικονομία –εκτός από τις απώλειες στις επιχειρήσεις για τις οποίες οι… λαϊκοί αγωνιστές του συνδικαλισμού δεν δίνουν δεκάρα- αυτομάτως σημαίνει χαμένες θέσεις εργασίας και λιγότερα δημόσια έσοδα. Δύο πεδία που δεν αφορούν τους έχοντες και κατέχοντες, αλλά όσους εργάζονται για το μεροκάματο, για την επιβίωση. Εκείνοι είναι που θα χάσουν τη δουλειά τους. Είναι οι ίδιοι που θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερους φόρους για να καλύψουν τις μαύρες τρύπες των εσόδων.    

Ενδεχομένως οι υποθέσεις των ναυαγίων του λιμανιού και του εμπορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης έχουν και ορισμένα πρόσθετα κοινά χαρακτηριστικά. Αναδεικνύουν την ανικανότητα και αποδεικνύουν την ανευθυνότητα ενός μεγάλου μέρους της εκτελεστικής εξουσίας. Διότι η αποστολή ενός υπουργείου είναι να δουλεύει το σύστημα το οποίο εποπτεύει και του οποίου (υποτίθεται ότι) ο εκάστοτε υπουργός έχει την πολιτική ευθύνη. Εν προκειμένω, να φορτοεκφορτώνονται τα πλοία, να ταξιδεύουν τα τρένα, να κυκλοφορούν τα αστικά λεωφορεία.

Προς χάριν των πελατών που τα χρησιμοποιούν και τα πληρώνουν. Εάν αυτό δεν είναι διασφαλισμένο, όποια δικαιολογία και αν επικαλεστεί κανείς δύσκολα θα βρει το δίκιο του. Επίσης, δεν είναι τυχαίο ότι αφορούν καταστάσεις σε δημόσιες ή ημι-δημόσιες επιχειρήσεις μονοπωλιακού χαρακτήρα, οι διοικήσεις των οποίων –όπως αποδεικνύεται- δεν λειτουργούν σε καθεστώς αυτονομίας. Ούτε η διοίκηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ούτε η διοίκηση της ΟΛΘ, ούτε η διοίκηση του ΟΑΣΘ εμφάνισαν κάποια πρόθεση να κινηθούν δημιουργικά, ίσως και δυναμικά, για να λύσουν προβλήματα που έχουν επιπτώσεις σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, της οικονομίας και των παραγωγικών τάξεων.

Το μόνο που κατάφεραν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ήταν να κλείσουν το μάτι στους αρμόδιους υπουργούς. Να απαλλαγούν από την καυτή πατάτα. Να πετάξουν το μπαλάκι στα ανώτερα κλιμάκια, που συμπτωματικά βρίσκονται στην Αθήνα.