Skip to main content

Γερμανία: 20 χρόνια κλείνουν από την Πτώση του Τείχους

Τι σημαίνει όμως η Πτώση του Τείχους; Ποια γεγονότα οδήγησαν αρχικά στην ανέγερσή του και ποια στο μετέπειτα γκρέμισμά του;

Τη Δευτέρα 9 Νοεμβρίου κλείνουν 20 χρόνια από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και στην Γερμανία έχει προγραμματιστεί πλήθος εκδηλώσεων για να γιορτάσουν την επέτειο. Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ (η οποία δήλωσε πρόσφατα ότι όταν έπεσε το Τείχος έκανε σάουνα) και παγκόσμιοι ηγέτες, όπως ο πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ, θα συμμετάσχουν στους εορτασμούς.

Οι μάρτυρες των γεγονότων του 1989 θα είναι επίσης παρόντες. Ανάμεσα τους, ο τελευταίος πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο πρώην πρόεδρος της Πολωνίας Λεχ Βαλέσα και η Μαριάν Μπίρτλερ, που ερευνά τα αρχεία της Στάζι, της πρώην μυστικής αστυνομίας της Ανατολικής Γερμανίας.

Μάλιστα, ο Λεχ Βαλέσα, ιστορικός ηγέτης του πολωνικού συνδικάτου της Αλληλεγγύης, θα ρίξει το πρώτο από τα γιγαντιαία κομμάτια ντόμινο που θα ακολουθήσουν τη διαδρομή του Τείχους του Βερολίνο για να πέσουν θεαματικά στις 9 Νοεμβρίου.

Χιλιάδες κομμάτια ντόμινο από πολυστυρένιο ύψους 2,5 μέτρων που θα καλύπτουν μία απόσταση δύο χιλιομέτρων θα πέσουν στο κέντρο του Βερολίνου, συμβολίζοντας την πτώση του Τείχους πριν από 20 χρόνια.

Τι σημαίνει όμως η πτώση του Τείχους; Ποια γεγονότα οδήγησαν αρχικά στην ανέγερσή του και ποια στο μετέπειτα γκρέμισμά του; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…

Το 1945, μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, η Γερμανία χωρίστηκε σε τέσσερις Ζώνες Κατοχής, οι οποίες ελέγχονταν και διοικούνταν από τους Συμμάχους (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία) σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνόδου της Γιάλτας. Με ανάλογο τρόπο μοιράστηκε και το Βερολίνο, η πρώην πρωτεύουσα της ναζιστικής Γερμανίας, σε τέσσερις τομείς. Ταυτόχρονα άρχιζε ο Ψυχρός Πόλεμος σε όλα τα επίπεδα. Το Βερολίνο έγινε το κεντρικό θέατρο επιχειρήσεων στην μάχη των μυστικών υπηρεσιών από Ανατολή και Δύση.

Το 1949 ιδρύθηκε πρώτα η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ) στις τρεις δυτικές Ζώνες Κατοχής και αμέσως μετά η Ανατολική Γερμανία (ΛΔΓ) στη Σοβιετική Ζώνη Κατοχής, σφραγίζοντας και πολιτικά τη διαίρεση της χώρας. Τότε άρχισε να εντείνεται η φύλαξη και να επεκτείνονται οι συνοριακές εγκαταστάσεις και από τις δύο πλευρές. Το Βερολίνο ήταν τυπικά ανεξάρτητο από τα δύο γερμανικά κράτη, χωρίς Γερμανούς στρατιωτικούς και χωρισμένο σε τέσσερις τομείς. Στην πράξη οι τρεις τομείς των Δυτικών Συμμάχων συναποτελούσαν το Δυτικό Βερολίνο, το οποίο προσέγγιζε εν πολλοίς το καθεστώς των άλλων ομόσπονδων κρατιδίων της Δυτικής Γερμανίας. Αντίστοιχα το Ανατολικό Βερολίνο κηρύχθηκε πρωτεύουσα της ΛΔΓ, κατά παράβαση των συνθηκών.

Καθώς οξυνόταν ο Ψυχρός Πόλεμος με την επιβολή εμπάργκο υψηλής τεχνολογίας στις χώρες του Ανατολικού Συνασπισμού, τη συνεχή διπλωματική πίεση και τις εκατέρωθεν απειλές, εντάθηκε η στεγανοποίηση των συνόρων, κυρίως από την ανατολική πλευρά. Η μεθοριακή γραμμή δεν χώριζε πια μόνο τα δύο κομμάτια της Γερμανίας. Χώριζε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα από το Συμβούλιο για την Αμοιβαία Οικονομική Βοήθεια και το NATO από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Ήταν το σύνορο ανάμεσα σε δύο εχθρικούς κόσμους με διαφορετικά πολιτικοϊδεολογικά, οικονομικά και πολιτισμικά συστήματα, που βρίσκονταν αντιμέτωποι στον Ψυχρό Πόλεμο.
 


Η ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου

Η ανέγερση του Τείχους, η επιχείρηση «κινέζικο τείχος», όπως ονομάστηκε, ήταν απόφαση του Βάλτερ Ούλμπριχτ, γενικού γραμματέα του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ενότητας της Ανατολικής Γερμανίας (το οποίο αποκαλούνταν το Κόμμα ), ο οποίος δύο μήνες πριν διαβεβαίωνε ότι «κανείς δε σκοπεύει να αναγείρει κανένα τείχος». Τους τελευταίους μήνες, ενώ οι κάτοικοι φεύγουν κατά χιλιάδες από τη χώρα, το κράτος προσπαθεί να σωθεί γεμίζοντας τις πόλεις με αστυνομικούς. Στις 13 Αυγούστου 1961, ημέρα Κυριακή, στη 01:11 τα ξημερώματα οι δυνάμεις ασφαλείας άρχισαν να περικλείουν εντός τειχών το ανατολικό τμήμα του Βερολίνου. Ο πρόεδρος της Ανατολικής Γερμανίας, Έριχ Χόνεκερ, δηλώνει ότι «το αντιφασιστικό προστατευτικό τείχος έχει ως σκοπό την προστασία της ειρήνης». Η επικοινωνία οποιασδήποτε μορφής μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού Βερολίνου διακόπηκε και 16 εκατομμύρια Γερμανοί εγκλωβίστηκαν. Αρχικά πρόκειται για έναν φράχτη από συρματόπλεγμα ο οποίος σταδιακά εξελίσσεται σε ένα σύμπλεγμα από σειρές τείχους, ενισχυμένους φράχτες, θέσεις βολής και πύργους ελέγχου. Το τείχος μήκους 150 χιλιομέτρων χωρίζει οικογένειες και σπίτια στη μέση.

Η πορεία προς την πτώση

Το Τείχος του Βερολίνου έπεσε τη νύχτα της Πέμπτης 9 προς Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 1989, μετά από 28 χρόνια. Στην πτώση του συνέβαλλαν πολλοί παράγοντες. Ο σημαντικότερος ήταν η πολιτική του Γενικού Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσώφ.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ο Γκορμπατσώφ κατάργησε το Δόγμα Μπρέζνιεφ και επέτρεψε στις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας να επιλέξουν ελεύθερα το δρόμο που θα ακολουθούσε κάθε μία στην εσωτερική και διεθνή πολιτική. Εκμεταλλευόμενες τη νέα γραμμή, οι χώρες του Ανατολικού Συνασπισμού, η μία μετά την άλλη, άρχισαν να ανοίγουν τα σύνορά τους προς τη Δύση, να καταλύουν τα κομμουνιστικά τους καθεστώτα και να εκλέγουν δημοκρατικές κυβερνήσεις.

Λόγω της αντίδρασης του γηραιού και υπερσυντηρητικού ηγέτη της ΛΔΓ Έριχ Χόνεκερ, η Ανατολική Γερμανία δεν συμμετείχε σ’ αυτές τις εξελίξεις. Οι διαδηλώσεις με αιτήματα τον εκδημοκρατισμό και την ελευθερία διακίνησης προς το εξωτερικό εντείνονταν. Με το άνοιγμα των συνόρων άλλων σοσιαλιστικών χωρών προς τη Δύση, το νέο κύμα εγκατάλειψης της χώρας προς τη Δυτική Γερμανία διοχετεύτηκε μέσα από τρίτες χώρες προκαλώντας διπλωματικούς τριγμούς μεταξύ των κυβερνήσεων των χωρών αυτών και της Ανατολικής Γερμανίας. Χιλιάδες Ανατολικογερμανοί πολίτες κατέφυγαν στις δυτικογερμανικές πρεσβείες της Πράγας και της Βαρσοβίας και πέτυχαν τελικά να τους επιτραπεί η είσοδος στη Δυτική Γερμανία.

Άλλοι διέφευγαν μέσω Ουγγαρίας προς την Αυστρία, μετά το άνοιγμα των ουγγροαυστριακών συνόρων στις 2 Μαΐου 1989, και από ’κει στη Δυτική Γερμανία. Ως «αντάλλαγμα» για το άνοιγμα των συνόρων της με την Αυστρία, η Ουγγαρία έλαβε δάνειο ύψους 500 εκατομμυρίων μάρκων από τη δυτικογερμανική κυβέρνηση Κολ.

Σύντομα επικράτησε σύγχυση, καθώς οι διαδηλώσεις γίνονταν ολοένα και πιο μαζικές και δυναμικές, ενώ οι ανατολικές χώρες, τις οποίες κατέκλυζαν οι πρόσφυγες για να περάσουν στη Δυτική Γερμανία, καλούσαν με τελεσίγραφα τη ΛΔΓ να δώσει λύση και απειλούσαν να κλείσουν τα σύνορά τους με αυτή.

Στις 6 Νοεμβρίου 1989 η κυβέρνηση δημοσιοποίησε  ένα σχέδιο ταξιδιωτικού νόμου, το οποίο ήταν πολύ κατώτερο των προσδοκιών του κόσμου και τελικά φούντωσε ακόμα περισσότερο τις αντιδράσεις αντί να τις κατευνάσει. Την ίδια μέρα κατέβηκαν μόνο στη Λειψία 500.000 άνθρωποι σε διαδήλωση.

Τα γεγονότα της 9ης Νοεμβρίου

Το πρωί της 9ης Νοεμβρίου 1989 συνεδρίασε με εντολή του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος μια επιτροπή αξιωματικών των Υπουργείων Εσωτερικών και Κρατικής Ασφάλειας για να προτείνει λύσεις και να σχεδιάσει μια έκτακτη ρύθμιση, που θα έθετε αμέσως σε εφαρμογή τα ουσιαστικότερα μέτρα του σχεδίου ταξιδιωτικού νόμου.

Η πρόταση που υπέβαλαν στο Πολιτικό Γραφείο ήταν να επιτραπούν τόσο η μόνιμη μετεγκατάσταση, που δημιουργούσε το πρόβλημα με τους πρόσφυγες στις τρίτες χώρες, όσο και τα σύντομα ιδιωτικά ταξίδια. Διαφορετικά θα εξωθούνταν στη μετανάστευση πολλοί που ήθελαν μόνο να επισκέπτονται συγγενείς τους στη Δυτική Γερμανία. Η επιτροπή των αξιωματικών πρότεινε να δίνονται οι άδειες και για τα δύο από τις αρμόδιες υπηρεσίες μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, χωρίς διατυπώσεις.

Με αυτές τις προτάσεις ήταν αναμενόμενο ότι θα ξεσηκωνόταν ένα πρωτόγνωρο κύμα μόνιμης και προσωρινής εξόδου από τη χώρα, η πίεση όμως θα διοχετευόταν στις αρμόδιες υπηρεσίες, όχι στα σύνορα, και θα μπορούσε να ελεγχθεί. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας ενέκρινε το Πολιτικό Γραφείο το σχέδιο ταξιδιωτικών ρυθμίσεων της επιτροπής και το έθεσε σε κυκλοφορία στα συναρμόδια υπουργεία μέσω της υπηρεσιακής οδού για να γίνουν έλεγχοι και προτάσεις εντός της ημέρας. Η ώρα 04:00 το πρωί της 10ης Νοεμβρίου ορίστηκε για να δοθεί η απόφαση στον τύπο.

Μια συγκεχυμένη αναφορά του αμήχανου Γκύντερ  Σαμπόφσκι, μέλους του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος, γίνεται το τηλεοπτικό γεγονός του αιώνα. Τα δυτικά πρακτορεία ειδήσεων μέσα σε λίγα λεπτά και η ανατολικογερμανική τηλεόραση αργότερα αναμεταδίδουν τη συνέντευξη και τα νέα αγνοώντας ή ξεκαθαρίζοντας με δική τους πρωτοβουλία τις ασάφειες και συνοψίζοντας την είδηση στο γεγονός ότι το τείχος άνοιξε.

Οι Ανατολικοβερολινέζοι που ακούν τις ειδήσεις από το Δυτικό Βερολίνο, βγαίνουν ο ένας μετά τον άλλο στους δρόμους και κατευθύνονται προς το τείχος. Εκεί συναντούν τους έκπληκτους συνοριοφύλακες και το προσωπικό ελέγχου διαβατηρίων, που δεν είχαν ιδέα για τη νέα ρύθμιση και είχαν τόσα χρόνια εκπαιδευτεί να θεωρούν το τείχος ιερό και απαραβίαστο. Αρχικά καλούν τον κόσμο να φύγει και να απευθυνθεί την επόμενη μέρα στις υπηρεσίες έκδοσης διαβατηρίων.

Το πλήθος όμως αυξάνεται συνεχώς και αρχίζει να χάνει την υπομονή του. Μπροστά στον κίνδυνο να λιντσαριστούν από τις μάζες το προσωπικό του μεθοριακού φυλακίου Μπόρνχόλμερ Στράσε (Bornholmer Straße) ανοίγει τις πύλες στις 23:00. Σύντομα ακολουθούν και άλλα φυλάκια. Οι εικόνες που μεταδίδονται από την τηλεόραση ενθαρρύνουν και άλλους Ανατολικοβερολινέζους να κατέβουν στο τείχος πεζοί ή με αυτοκίνητα και να δοκιμάσουν μια βόλτα στο Δυτικό Βερολίνο. Μέχρι το πρωί της 10ης Νοεμβρίου όλες οι πύλες του τείχους έχουν ανοίξει διάπλατα και οι πολίτες τις περνούν χωρίς κανένα έλεγχο.

Οι κάτοικοι του Δυτικού Βερολίνου δέχτηκαν τους πολίτες της ΛΔΓ με ενθουσιασμό. Οι πιο πολλές μπυραρίες στην περιοχή του τείχους πρόσφεραν δωρεάν μπύρα, τα αυτοκίνητα άρχισαν να κορνάρουν και άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι αγκαλιάζονταν. Μέσα στην ευφορία της βραδιάς σκαρφάλωναν στο τείχος και Δυτικοβερολινέζοι, ενώ άλλοι περνούσαν από την απροσπέλαστη ως τότε Πύλη του Βραδεμβούργου.

Μόλις έγινε γνωστό ότι άνοιξε το τείχος, η δυτικογερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή στη Βόννη διέκοψε τη συνεδρίαση, που αφορούσε στη συζήτηση του προϋπολογισμού. Μερικοί βουλευτές τραγούδησαν αυθόρμητα τον Εθνικό Ύμνο.

Το Τείχος σήμερα

 


Σήμερα, λίγα κομμάτια του Τείχους έχουν απομείνει αφού το μεγαλύτερο μέρος του έχει κατεδαφιστεί. Τρία τμήματα μένουν ακόμα όρθια: ένα μήκους 80 μέτρων τμήμα του «πρώτου Τείχους» στο σημείο που βρισκόταν τα αρχηγεία της Γκεστάπο (ανάμεσα στο σημείο ελέγχου Τσάρλι και την πλατεία Ποτσντάμερ), ένα μακρύτερο τμήμα του δεύτερου τείχους, κατά μήκος του ποταμού Σπρέε, κοντά στη γέφυρα Oberbaumbrücke, γνωστό σήμερα ως East Side Gallery, και ένα τρίτο τμήμα στην Bernauer Straße το οποίο μετατράπηκε σε μνημείο το 1999. Ακόμη, κάποια άλλα μικρότερα τμήματα και λίγα φυλάκια βρίσκονται διασκορπισμένα στην πόλη του Βερολίνου.

Όλα τα κομμάτια του τείχους έχουν υποστεί αλλοιώσεις κυρίως από τουρίστες οι οποίοι αφαιρούσαν υλικό από το τείχος για να το κρατήσουν ως σουβενίρ ή να το πουλήσουν. Μέχρι και σήμερα υπάρχουν καταστήματα σουβενίρ στο Βερολίνο τα οποία πουλάνε μικρά κομμάτια από το τείχος με ή χωρίς πιστοποιητικό αυθεντικότητας.

Το ανατολικό μέρος του τείχους είναι σήμερα καλυμμένο από γκράφιτι τα οποία δεν υπήρχαν όταν το Τείχος φρουρούταν από οπλισμένους στρατιώτες της Ανατολικής Γερμανίας. Το 1990, 118 καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο κλήθηκαν να διακοσμήσουν τα τμήματα του Τείχους που δεν είχαν καταστραφεί. Το 2008, και ενόψει της επετείου των 20 ετών από την πτώση του Τείχους ένα χρόνο αργότερα, ξεκίνησε ένα πολυδάπανο σχέδιο για την αποκατάσταση των τοιχογραφιών αυτών, με τη συμμετοχή μάλιστα και πολλών από τους 118 καλλιτέχνες που δημιούργησαν τα έργα.

Σε πολλά τουριστικά σημεία της πόλης, ο Δήμος έχει τοποθετήσει πέτρινες πλάκες κατά μήκος της διαδρομής του Τείχους και μεταλλικές επιγραφές που αναγράφουν: «Berliner Mauer 1961-1989».

Μελέτη IWH

Ενώ αύριο κορυφώνονται οι εκδηλώσεις για την συμπλήρωση της 20ής επετείου της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, μελέτη αποκάλυψε ότι από την Δυτική Γερμανία μεταφέρθηκαν στην Ανατολική για την ανοικοδόμησή της περίπου 1,3 τρισ. ευρώ.

Η μελέτη του ινστιτούτου έρευνας IWH, που εδρεύει στο Χάλε, αποσπάσματα της οποίας δημοσίευσε η εφημερίδα Welt am Sonntag, ανέφερε ότι η μεταφορά κεφαλαίων από την δυτική Γερμανία στην ανατολική, που ξεπέρασε το 50% του Γερμανικού ΑΕΠ για το 2008, "μεγεθύνθηκε σημαντικά" την τελευταία δεκαετία.

Στην ανατολική Γερμανία η ανεργία παραμένει διπλάσια από ό,τι στην υπόλοιπη χώρα παρά την μεταφορά κεφαλαίων και οικονομολόγοι λένε ότι θα χρειαστούν αρκετά χρόνια ακόμα προκειμένου η κατάσταση να ισορροπήσει.

Η αδημοσίευτη μελέτη του ινστιτούτου είχε αρχίσει με εντολή της κυβέρνησης το 2006, αλλά το υπουργείο Οικονομικών απέσυρε τη συμμετοχή του λόγω διαφωνιών για τον τρόπο υπολογισμού των δαπανών, ανέφερε η Βελτ.

Το ινστιτούτο οικονομικής έρευνας IW, που εδρεύει στην Κολονία, εκτίμησε ότι η κατά κεφαλήν απόδοση στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας θα φθάσει το 80% του δυτικού -από 70% σήμερα- μέσα στην επόμενη δεκαετία. Υπολογιζόταν στο 33% το 1991.

 

 

 

 

 

 

 

 

Business Story
Off