Skip to main content

Έξοδο στις αγορές με «προληπτικό πρόγραμμα στήριξης» προτείνει η ΤτΕ

Η ύπαρξη ενός τέτοιου προληπτικού πλαισίου στήριξης εκτιμάται ότι μπορεί να δράσει υποστηρικτικά για την ελληνική οικονομία, αναφέρει σχετική έκθεση.

Υπέρ ενός «προληπτικού προγράμματος στήριξης» κατά την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, τάσσεται η Τράπεζα της Ελλάδος, με την Ενδιάμεση Έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική 2017, η οποία υποβλήθηκε σήμερα στον Πρόεδρο της Βουλής και το υπουργικό συμβούλιο.

Σύμφωνα με την έκθεση, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί κατά πόσον θα υπάρχει, και υπό ποιους όρους, ένα ενδεχόμενο «προληπτικό πρόγραμμα στήριξης».

«Η ύπαρξη ενός τέτοιου προληπτικού πλαισίου στήριξης εκτιμάται ότι μπορεί να δράσει υποστηρικτικά για την ελληνική οικονομία μειώνοντας το κόστος δανεισμού, καθώς θα παρέχει ασφάλεια σχετικά με την πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου σε χρηματοδότηση μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018. Κάτι τέτοιο θα τονώσει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, διότι αυτοί θα γνωρίζουν ότι η οικονομική πολιτική είναι και θα παραμείνει συνετή, αποκλείοντας την επανεμφάνιση των ανισορροπιών», αναφέρει η ΤτΕ.

Κατά τα άλλα, η Έκθεση αποτιμά θετικά την πορεία της οικονομίας, τονίζοντας ότι αναμένεται επιτάχυνση της ανάπτυξης.

Μεταξύ άλλων, αναφέρει:

Εξελίξεις και προοπτικές: ανακοπή της ύφεσης – θετικές προβλέψεις

Η παρούσα Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική υποβάλλεται σε μια περίοδο κατά την οποία επιτεύχθηκε τεχνική συμφωνία (Staff Level Agreement) με τους Θεσμούς για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης του προγράμματος. Η πρόοδος στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής έχει θετικές επιδράσεις στην εμπιστοσύνη, τη ρευστότητα και την οικονομική δραστηριότητα.

H θετική πορεία της οικονομίας αντικατοπτρίζεται όχι μόνο στα στοιχεία του ΑΕΠ, αλλά και σε μια σειρά από σημαντικούς δείκτες οικονομικής δραστηριότητας, όπως η βιομηχανική παραγωγή, οι λιανικές πωλήσεις, οι ροές εξαρτημένης απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών και οι ξένες άμεσες επενδύσεις, καθώς και σε δείκτες προσδοκιών, όπως ο δείκτης PMI στη βιομηχανία και ο δείκτης οικονομικού κλίματος. Παράλληλα, βελτιωμένες ήταν οι επιδόσεις και στο χρηματοπιστωτικό τομέα: οι τραπεζικές καταθέσεις του μη χρηματοπιστωτικού ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν, η μείωση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς το μη χρηματοπιστωτικό ιδιωτικό τομέα επιβραδύνθηκε, ενώ και η εξάρτηση των τραπεζών από την κεντρική τράπεζα περιορίστηκε σταδιακά.

Επίσης, οι αποδόσεις των κρατικών τίτλων κατέγραψαν υποχώρηση και η καμπύλη αποδόσεων εξομαλύνθηκε σε συνέπεια με τη σταδιακή βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος στη χώρα. Έτσι, κατέστη δυνατόν να εκδοθεί νέος πενταετής τίτλος από το Ελληνικό Δημόσιο για πρώτη φορά από το 2014, ενώ στα τέλη του έτους δόθηκε η δυνατότητα ομαδοποίησης των τίτλων που είχαν εκδοθεί στο πλαίσιο του PSI ώστε να αυξηθεί η ρευστότητά τους. Η συμμετοχή των επενδυτών στην εν λόγω ομαδοποίηση ανήλθε σε 86%.

Προβλέψεις για επιτάχυνση της ανάπτυξης τη διετία 2018-2019

Τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα δεδομένα συντείνουν στην εκτίμηση ότι η ανάκαμψη θα επιταχυνθεί τους ερχόμενους μήνες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, αναμένεται ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας μεσοπρόθεσμα. Προβλέπονται ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ 1,6%, 2,4% και 2,5% για τα έτη 2017, 2018 και 2019 αντίστοιχα. Η ανάκαμψη της οικονομίας το 2017 αποδίδεται κατά κύριο λόγο στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας, της ανάκαμψης του διεθνούς εμπορίου και της χαλάρωσης των κεφαλαιακών περιορισμών. Η άνοδος της εξωτερικής ζήτησης ενισχύει τη βιομηχανική παραγωγή και συμβάλλει στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.

Ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να επιταχυνθεί το 2018 και το 2019, με τη συμβολή των εξαγωγών, της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων να είναι σημαντική. Η κατανάλωση αναμένεται να ανακάμψει, ωθούμενη κυρίως από την αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών λόγω της ανόδου της απασχόλησης. Η συμβολή των επενδύσεων αναμένεται θετική, κυρίως λόγω της αύξησης των επιχειρηματικών επενδύσεων, η οποία αντανακλά τη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και της ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, ενώ οι εξαγωγές αναμένεται να διατηρήσουν τη δυναμική τους, αντανακλώντας την άνοδο της εξωτερικής ζήτησης και την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας. Οι προβλέψεις αυτές βασίζονται στην παραδοχή ότι το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αποκρατικοποιήσεων θα υλοποιηθεί ομαλά και σύμφωνα με το καθορισμένο χρονοδιάγραμμα.

Κίνδυνοι και προκλήσεις

Οι εξελίξεις τους επόμενους μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμες, γιατί θα επιδράσουν καθοριστικά στην πορεία της οικονομίας για πολλά χρόνια. Μετά από οκτώ χρόνια επώδυνης προσαρμογής, η οικονομία βρίσκεται σήμερα σε κατάσταση που επιτρέπει θετικές προσδοκίες για το μέλλον. Για να υλοποιηθούν όμως οι προσδοκίες αυτές, πρέπει μέσα στους προσεχείς μήνες να σχεδιαστεί η ομαλή κατάληξη της “περιόδου των προγραμμάτων” και η επαναφορά στην ομαλότητα. Οι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσα σ’ αυτό το σύντομο διάστημα είναι:

• η διεύρυνση και εμπέδωση της εμπιστοσύνης, που θα επιτρέψει την επάνοδο στις χρηματοπιστωτικές αγορές με διατηρήσιμους όρους μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018,

• η υλοποίηση των μέτρων του προγράμματος χωρίς καθυστερήσεις,

• η καλή προετοιμασία για την έγκαιρη ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης, που θα σηματοδοτήσει το τέλος του προγράμματος,

• οι διαπραγματεύσεις για τη ρύθμιση του χρέους και για τους όρους της εποπτείας μετά τη λήξη του προγράμματος,

• η πλήρης άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (σε συνάρτηση με τη βελτίωση της οικονομίας και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης), η οποία θα βελτιώσει το επενδυτικό κλίμα και θα βοηθήσει στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.

Καθυστερήσεις ή εμπλοκές στα παραπάνω ζητήματα θα δυσχεράνουν την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, θα θέσουν σε δοκιμασία την πορεία εξόδου από την κρίση και θα υπονομεύσουν τις αισιόδοξες προβλέψεις. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και εξωτερικοί κίνδυνοι, οι οποίοι συνδέονται με:

• την πιθανή αύξηση της αποστροφής των επενδυτών προς τον κίνδυνο λόγω αναταράξεων στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές,

• την εντεινόμενη πολιτική αβεβαιότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως λόγω της αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας στη Γερμανία, καθώς και λόγω των καθυστερήσεων στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους όρους του Brexit,

• ευρύτερους γεωπολιτικούς παράγοντες (προσφυγική κρίση, Βόρειος Κορέα κ.λπ.).

Τραπεζικό σύστημα – βελτίωση της ρευστότητας και αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων

Στη διάρκεια του 2017, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τραπεζικών πιστώσεων τόσο προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις όσο και προς τα νοικοκυριά ήταν κατά μέσο όρο λιγότερο αρνητικός το δεκάμηνο του 2017 από ό,τι την αντίστοιχη περίοδο του 2016. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην υποχώρηση των δανειακών επιτοκίων, ενώ σημαντική θετική επίδραση στην πιστοδοτική δραστηριότητα των τραπεζών άσκησε και η βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας.

Παράλληλα, συνεχίστηκε η επιστροφή καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, με επανακατάθεση τραπεζογραμματίων κυρίως από τις επιχειρήσεις και επαναπατρισμό κεφαλαίων που είχαν τοποθετηθεί στο εξωτερικό. Ειδικότερα, οι τραπεζικές καταθέσεις του μη χρηματοπιστωτικού ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν κατά 2,6 δισεκ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου του 2017 και διαμορφώθηκαν σε 121 δισεκ. ευρώ. Επιπλέον, συνεχίστηκε ο περιορισμός της εξάρτησης των τραπεζών από το μηχανισμό έκτακτης παροχής ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδος. Τον Οκτώβριο του 2017 τρεις τράπεζες επέστρεψαν στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, για πρώτη φορά μετά το 2014, με την έκδοση καλυμμένων ομολογιών.

Η αναμενόμενη ενδυνάμωση της οικονομικής ανάκαμψης και η περαιτέρω ενίσχυση της εμπιστοσύνης με την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, αλλά και η επίτευξη περαιτέρω προόδου στην αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο τραπεζικό σύστημα, η οποία επίσης θα τονώσει την εμπιστοσύνη προς τις τράπεζες, θα διευρύνουν τις δυνατότητες των πιστωτικών ιδρυμάτων να συγκεντρώσουν χρηματοδοτικούς πόρους με την προσέλκυση καταθέσεων λιανικής, την πρόσβαση στη διασυνοριακή διατραπεζική αγορά και την έκδοση χρεογράφων.

Οι εξελίξεις αυτές θα συντελέσουν, σε συνδυασμό με τα προγράμματα συγχρηματοδότησης με βάση κοινοτικούς πόρους τα οποία διαχειρίζονται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλοι οργανισμοί, στην ενίσχυση των δυνατοτήτων του τραπεζικού συστήματος να πιστοδοτήσει την ελληνική οικονομία, ενώ εύλογα αναμένεται αύξηση της ζήτησης πιστώσεων, μεταξύ άλλων εξαιτίας της προβλεπόμενης αποκλιμάκωσης του κόστους τραπεζικού δανεισμού σε μεγάλο βαθμό λόγω συρρίκνωσης του περιθωρίου διαμεσολάβησης.

Βελτίωση των αποτελεσμάτων των τραπεζών

Συνολικά, οι εξελίξεις όσον αφορά τα αποτελέσματα και την ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων των τραπεζών ήταν θετικές. Στο εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2017 οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν οριακά κέρδη προ φόρων. Ειδικότερα, τα κέρδη προ φόρων διαμορφώθηκαν σε 287 εκατ. ευρώ, βελτιωμένα σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2016. Ο σχηματισμός προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο αυξήθηκε το εννεάμηνο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2016, ενώ οι λοιπές ζημίες απομείωσης παρέμειναν αμετάβλητες. Όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια για το σύνολο του συστήματος, το Σεπτέμβριο του 2017 ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 – CET1), σε ενοποιημένη βάση, ανήλθε σε 17,1% (Δεκέμβριος 2016: 16,9%) και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε 17,2% (Δεκέμβριος 2016: 17%).

Υποχώρηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων

Το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) μειώθηκε κατά 7,6% (ή 8,2 δισεκ. ευρώ) το Σεπτέμβριο του 2017 συγκριτικά με το Μάρτιο του 2016 (όταν τα ΜΕΑ έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο) και διαμορφώθηκε σε 100,4 δισεκ. ευρώ ή 44,6% των συνολικών ανοιγμάτων. Η βελτίωση κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2017 ήταν αποτέλεσμα κυρίως διαγραφών δανείων, ενώ θετικά συνέβαλε στη μείωση και η πώληση δανείων εκ μέρους των τραπεζών. Οι πωλήσεις δανείων συνεχίστηκαν και το δ’ τρίμηνο του έτους. Με βάση τις εκθέσεις προόδου που έχει δημοσιεύσει η Τράπεζα της Ελλάδος, κρίνεται επαρκής η πρόοδος ως προς τους στόχους αποτελεσμάτων. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι ο στόχος μείωσης των ΜΕΑ για τα δύο επόμενα έτη αυξάνεται σημαντικά, γεγονός που συνεπάγεται την ανάγκη ενίσχυσης των προσπαθειών των τραπεζών και αξιοποίησης του συνόλου των διαθέσιμων εργαλείων για εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους.

Όσον αφορά την επιχειρηματική πίστη, υπενθυμίζεται ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ως ποσοστό των συνολικών ανοιγμάτων παραμένουν συγκριτικά σε υψηλότερο επίπεδο για τις επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους. Επίσης, υψηλότερα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρατηρούνται στους κλάδους του εμπορίου, των κατασκευών και της μεταποίησης, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη έκθεση σε δανεισμό. Πάντως, οι συσσωρευμένες προβλέψεις των τραπεζών επαρκούν για να καλύψουν το ήμισυ του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, ενώ το υπόλοιπο καλύπτεται πολύ ικανοποιητικά (σε ποσοστό που προσεγγίζει το 100%) από την αξία (βάσει συντηρητικών αποτιμήσεων) των εμπράγματων εξασφαλίσεων που έχουν λάβει οι τράπεζες έναντι των προβληματικών δανείων τους.

Ολόκληρη η Έκθεση της ΤτΕ εδώ