Skip to main content

Τέμπη - Σύμβαση 717: Στο μικροσκόπιο της ευρωπαϊκής Εισαγγελίας το έργο που δεν έγινε ποτέ

Οι διώξεις και οι κλήσεις σε απολογία των υπευθύνων που κατηγορούνται και για κατασπατάληση ευρωπαϊκών κονδυλίων - Η επανεκκίνηση του έργου και ο φόβος όταν ολοκληρωθεί να έχει ξεπεραστεί η τεχνολογία του - Οι δολιοφθορές και οι νέες καθυστερήσεις λόγω Daniel

«Εγώ είμαι πάνω από 30 χρόνια στο μαγαζί και βλέπω ότι δεν έχει σωτηρία. Δουλεύουμε μόνον για εργολάβους και προμηθευτές». Υπάλληλος του ΟΣΕ, ο οποίος έχει περάσει από πολλές θέσεις ευθύνης στον Οργανισμό, τονίζει πως η υπόθεση των συστημάτων ασφαλείας της σιδηροδρομικής γραμμής, η γνωστή σύμβαση 717/2014, είναι ακόμη μία αμαρτωλή ιστορία. Είναι η σύμβαση που δεν υλοποιήθηκε ποτέ, κράτησε τυφλή τη γραμμή Λάρισας – Θεσσαλονίκης, οδηγώντας στην τραγωδία των Τεμπών. Όπου το ανθρώπινο λάθος θα είχε αποφευχθεί εάν οι δικλείδες ασφαλείας λειτουργούσαν.

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, πριν το δυστύχημα των Τεμπών, τον Νοέμβριο του 2022, είχε ανοίξει πάλι την έρευνα, που νωρίτερα είχε τεθεί στο αρχείο, για το έργο-φάντασμα της εγκατάστασης συστημάτων φωτοσήμανσης, τηλεδιοίκησης και αυτόματης προστασίας συρμών (ETCS). Έναν χρόνο μετά την τραγωδία, η ανακρίτρια που έχει αναλάβει την έρευνα κάλεσε σε απολογία 23 κατηγορούμενους, οι οποίοι ήδη έχουν διωχθεί. Εξ αυτών οι 15 είναι στελέχη του δημοσίου. Το κατηγορητήριο βαρύ. Απάτη, απιστία, ψευδή βεβαίωση, με σκοπό τον παράνομο προσπορισμό οφέλους, ηθική αυτουργία στην απάτη και ψευδείς βεβαιώσεις σε βαθμό κακουργήματος με τις κατηγορίες να βλάπτουν την περιουσία της ΕΕ καθώς το έργο, οι καθυστερήσεις του δηλαδή, χρηματοδοτήθηκε κατά 85% από ευρωπαϊκά κονδύλια. Τα ευρήματα διαδέχονται το ένα το άλλο και ολοένα αποκαλύπτεται τι είναι αυτό που οδήγησε στο δυστύχημα των Τεμπών.

«Αν υπήρχαν τα συστήματα ασφαλείας, και μόνον η φωτοσήμανση, θα έβλεπαν τα τρένα το κόκκινο και θα είχαν σταματήσει. Αν υπήρχε τηλεδιοίκηση θα έβλεπε ο σταθμάρχης πώς κινούνται και θα ειδοποιούσε». Ο πρόεδρος των μηχανοδηγών Δημήτρης Κουτσιαύτης απαριθμεί μιλώντας στη Voria.gr μια σειρά από «αν» καθώς γνωρίζει πολύ καλά την κατάσταση που επικρατεί με τα έργα στον σιδηρόδρομο. Όπως και ότι δεν θα συνέβαινε τίποτε αν λειτουργούσαν τα συστήματα. Η σύμβαση 717/2014 που διερευνούν οι ευρωπαϊκές αρχές είχε προκηρυχθεί από το 2013, με τον διαγωνισμό να αφορά την «ανάταξη σηματοδότησης και τηλεδιοίκηση». Το 2014 υπογράφηκε και τον διαγωνισμό πήρε η γαλλική εταιρεία Alstom και η ελληνική ΤΟΜΗ. Μέχρι το 2015-16 δεν προχωράει τίποτε. Ανατίθενται διάφορες εργολαβίες σε διαφορετικά κομμάτια του σιδηροδρόμου και οι προσφυγές συγκρούονται μεταξύ των μικροεργολάβων. Όλα εις βάρος του έργου και υπέρ των καθυστερήσεων. Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμη και αν σε ένα τμήμα δούλευε το σύστημα δεν θα μπορούσε να δουλέψει στο διπλανό. Οι συγκρούσεις ήταν διαρκείς και το 2017-18 η Κομισιόν ζητάει να γίνει έλεγχος, ενώ παράλληλα η Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου ξεκινάει να ελέγχει τις καθυστερήσεις. Το 2021 μένει η ελληνική ΤΟΜΗ και οι παρατάσεις συνεχίζονται.

«Η σύμβαση 717 έχει σχέση με τις ζωές των ανθρώπων, με την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. Είναι το οικονομικό έγκλημα που οδήγησε στο πραγματικό έγκλημα των Τεμπών. Αν λειτουργούσε το σύστημα θα σταματούσε ο σιδηρόδρομος και δεν θα είχαμε το ανθρώπινο λάθος», αναφέρει στη Voria.gr ο Χρίστος Κωνσταντινίδης, συγγενής θύματος και από τα ιδρυτικά μέλη του συλλόγου των συγγενών. Οι συγγενείς περιμένουν και γι’ αυτό να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι. Ο Ευρωπαίος εισαγγελέας έχει στείλει τον φάκελο στη Βουλή για να διερευνηθούν οι ευθύνες δύο υπουργών για τις πρωτοφανείς καθυστερήσεις στην υλοποίηση του έργου. «Έχω εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη αλλά θα το δείξει και ο ιστορικός του μέλλοντος, ελπίζουμε. Δεν είμαι αισιόδοξος, θα φανεί», απαντάει από την πλευρά του ο κ. Κουτσιαύτης.

Το γεγονός ότι το δυστύχημα συνδέεται άμεσα και ποινικά με τη μη υλοποίηση των έργων επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι ο εφέτης ειδικός ανακριτής Λάρισας για την υπόθεση των Τεμπών Σωτήρης Μπακαΐμης σε έγγραφό του κάνει λόγο για «αιτιώδη συνάφεια» και γι’ αυτό ζήτησε η δικογραφία του Ευρωπαίου εισαγγελέα να συμπεριληφθεί σε αυτή που έχει σχηματιστεί από τον ίδιο προκειμένου τα πρόσωπα αυτά που διώκονται για τις καθυστερήσεις να διερευνηθούν και για το αδίκημα της διατάραξης ασφάλειας συγκοινωνιών που είχε συνέπεια πολλούς θανάτους, όπως έγραψε πρόσφατα ο Κώστας Κουκουμάκας στο news247. «Οι πράξεις που διώχθηκαν από τον Ευρωπαίο εισαγγελέα συνδέονται άμεσα αιτιωδώς λόγω της μη ολοκλήρωσης όλων των συστημάτων ασφαλείας της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας, που προέβλεπε η σύμβαση 717/2014 με τη λειτουργία της σιδηροδρομικής χωρίς συστήματα ασφαλείας (φωτεινή σηματοδότηση – τηλεδιοίκηση – σύστημα ETCS) κατά τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου 2023 όταν έλαβε χώρα το σιδηροδρομικό δυστύχημα», αναφέρει ακριβώς το έγγραφο του εφέτη ανακριτή της υπόθεσης των Τεμπών.

Ακόμη γίνονται έργα

Μετά το δυστύχημα των Τεμπών αίφνης τα έργα ενεργοποιήθηκαν και, όπως λένε παράγοντες των σιδηροδρόμων, «μέσα σε δύο τρεις μήνες έγιναν όσα δεν είχαν γίνει από το 2014. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα το έργο της ασφάλειας των σιδηροδρόμων δεν έχει ολοκληρωθεί. «Ξεκίνησε η βελτίωση του δικτύου αλλά πέσαμε και στην κακοκαιρία Daniel που δημιούργησε προβλήματα. Θέλει ένα χρονικό διάστημα και λένε ότι τέλη του ’25 θα είναι έτοιμο», μετέφερε στη Voria.gr ο κ. Κουτσιαύτης.

Πάντως, μέχρι τώρα ούτε η φωτοσήμανση λειτουργεί ούτε η τηλεδιοίκηση, ούτε έχει εγκατασταθεί το σύστημα αυτόματης προστασίας συρμών (ETSC). «Μέχρι να εγκαταστήσουν το ETSC η τεχνολογία του θα είναι τόσο παρωχημένη που δεν θα χρειάζεται», παρατήρησε σιδηροδρομικός που ενημέρωσε πως σήμερα στους σύγχρονους σιδηρόδρομους λειτουργεί το σύστημα ETCS 3 ή και 4, όταν στο ελληνικό έργο που έπρεπε να ξεκινήσει το 2014 το σύστημα είναι του επιπέδου 1. «Έχουμε παραλάβει φορητές συσκευές GSMR που λειτουργούν μέσα στα τούνελ. Δεν είχαμε τέτοια πρώτα», λέει ο πρόεδρος των μηχανοδηγών. Κάτι είναι κι αυτό. Εάν τα είχαν τη νύχτα του δυστυχήματος ενδεχομένως να αποφεύγονταν η τραγωδία. «Αν τις είχαμε τότε θα είχαν πάρει τηλέφωνο, θα είχαν επικοινωνία μεταξύ τους και θα είχαν σωθεί. Εκείνη τη νύχτα προσπάθησαν οι μηχανοδηγοί να επικοινωνήσουν αλλά δεν έπιανε η κινητή συσκευή, ο ασύρματος», συμπλήρωσε ο κ. Κουτσιαύτης.

Και μέσα σε αυτά είναι και οι δολιοφθορές στο σύστημα των καλωδίων. Οι κλοπές καλωδίων από την αποκαλούμενη «μαφία του χαλκού» προβάλλεται ως ένας από τους βασικούς λόγους των καθυστερήσεων όλων αυτών των χρόνων. Κλοπές εξακολουθούν να καταγγέλλονται και τώρα στο έργο που συνεχίζεται. Οι σιδηροδρομικοί πάντως είναι δύσπιστοι. Όπως και όλοι όσοι εμπλέκονται με την υπόθεση. Ο έμπειρος υπάλληλος του ΟΣΕ εξακολουθεί να διερωτάται: «Οι δολιοφθορές είναι συνεχείς. Δεν ξέρω τι να υποθέσω. Είχαμε μάθει ότι οι συγκεκριμένες ομάδες κλεφτών είχαν στραφεί αλλού και άφησαν τα καλώδια. Μόνον εμάς συνεχίζουν να κλέβουν;».