Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Το μέλλον της ΔΕΘ 50 χρόνια μετά το 1965!

Τα πλεονεκτήματα που υπήρχαν, έχουν περιοριστεί δραματικά και μαζί τους έχει μειωθεί η επιρροή της ΔΕΘ στην οικονομία της Θεσσαλονίκης.

Δυστυχώς στη Θεσσαλονίκη οι περισσότεροι απ’ όσους μιλούν για τη  συμβολή της Διεθνούς Εκθέσεως του Σεπτεμβρίου στην οικονομική ζωή και την ανάπτυξη της πόλης, χρησιμοποιούν όρους, στοιχεία και επιχειρήματα που είχαν αξία πριν από 50 χρόνια.

Τόσα έχουν περάσει από τη δεκαετία του 1960, όταν στη διοργάνωση συνέρρεαν εκατομμύρια άνθρωποι κάθε χρόνο –το ρεκόρ είναι 1,6 εκατ. το 1966. Τόσα χρόνια έχουν περάσει από τότε που το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο της Β. Ελλάδος ήταν σε τόσο κακή και προβληματική κατάσταση, που το αυθημερόν αλε ρε τουρ ταξίδι στη Θεσσαλονίκη ήταν από τις περισσότερες πόλεις της Μακεδονίας και από όλες της Ηπείρου, της Θράκης και της Θεσσαλίας πρακτικά αδύνατον. Τόσα χρόνια έχουν περάσει από την εποχή που οι περιφερειακές πόλεις του Βορρά είχαν υποτυπώδη αγορά και σχεδόν μηδενικό εμπόριο. Τόσα χρόνια έχουν περάσει από τότε που η ΔΕΘ ήταν ένα πραγματικό «παράθυρο στον υπόλοιπο πλανήτη και το μέλλον». Με παρουσίες απ’ όλο τον κόσμο και εκθέματα από το… μέλλον της επιστήμης, των εφευρέσεων και της κατανάλωσης.

Τις τελευταίες δεκαετίες όλα αυτά άλλαξαν. Τα πλεονεκτήματα που υπήρχαν, εξ’ αντικειμένου έχουν περιοριστεί δραματικά και μαζί τους έχει μειωθεί η επιρροή της ΔΕΘ στην οικονομία της Θεσσαλονίκης. Αν υπολογίσει κανείς τη συνολική δραστηριότητα της ΔΕΘ – Helexpo τότε το μέγεθος είναι σημαντικό για την πόλη, αφού στις κλαδικές συγκεντρώνονται αναβαθμισμένοι εκθέτες και επισκέπτες. Αλλά η ίδια η Γενική Έκθεση του Σεπτεμβρίου συνιστά περισσότερο «βιτρίνα» για τη ΔΕΘ, αφού τα περισσότερα έσοδα της προέρχονται από τα εισιτήρια και τις παράλληλες δράσεις (συναυλίες, παιχνίδια κ.λπ.).

Σε κάθε περίπτωση η Έκθεση αποτελεί τον μακροβιότερο θεσμό της Θεσσαλονίκης -90 χρόνια, 80 διοργανώσεις- και φυσικά τίποτε δεν μπορεί να την αντικαταστήσει. Εκείνο που χρειάζεται είναι μια δημιουργική και τολμηρή προσέγγισή της, ώστε αν γίνεται να περάσει σε μια επόμενη φάση. Με δεδομένο ότι επί δεκαετίες υπήρξε φορέας διάδοσης καινοτομιών οφείλει να κρατήσει αυτό το πνεύμα της νεοτερικότητας, προσαρμοσμένο στα σύγχρονα δεδομένα.

Το καλύτερο για την Έκθεση θα ήταν να εξελιχθεί ολόκληρη η Θεσσαλονίκη σε μια «πόλη της καινοτομίας», αλλά κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο και αβέβαιο με τα σημερινά δεδομένα. Έτσι η ΔΕΘ είναι καταδικασμένη να προχωρήσει μόνη και να ανοίξει δρόμους εκεί που δεν υπάρχουν. Πιθανόν με κάποια βοήθεια και στήριξη από το εξωτερικό, κάτι που ούτως ή άλλως αναζητά στο εμπορικό πεδίο. Ίσως θα πρέπει να το ψάξει και σε επίπεδο ιδεών, αφού η πολυπλοκότητα του παγκοσμιοποιημένου και χωρίς σύνορα πλανήτη δε χωράει σε ένα ή δύο κεφάλια, όσο προχωρημένα μυαλά κι αν έχουν. Δεν θα ήταν κακή ιδέα να αναζητούσε ιδέες μέσω της χρηματοδότησης ενός ή δύο διδακτορικών. Στο εξωτερικό, όχι στην Ελλάδα.   

Το κακό για τη ΔΕΘ – Helexpo είναι ότι διανύουμε –η ελληνική οικονομία, η πόλη και η ίδια η εταιρία- εποχή ισχνών αγελάδων. Πλέον, τα απαραίτητα προηγούνται των πρωτοποριακών και η έννοια της πολυτέλειας διευρύνεται. Σχεδόν όλα, εκτός από τα βασικά, θεωρούνται πολυτέλεια. Στις επιχειρήσεις αυτό μεταφράζεται σε άμυνα. Σε επιμονή στα αναχώματα. Σε διαδρομή επί της πεπατημένης.

Σε περιορισμό των επενδύσεων και του ρίσκου. Μόνο που στην περίπτωση της Έκθεσης, μιας κατάστασης που φθίνει σταθερά λίγο λίγο εδώ και δεκαετίες, αυτή η μέθοδος σημαίνει πλήρη απαξίωση. Η εταιρία χρειάζεται πολλές και τολμηρές αποφάσεις, που αρχίζουν από τα προϊόντα της –δηλαδή τις εκθέσεις και τα συνέδρια- και φτάνουν μέχρι το προσωπικό της. Εκείνο που κυρίως πρέπει να συμβεί είναι το ξεκαθάρισμα ανάμεσα στο δημόσιο και τον ιδιωτικό της χαρακτήρα. Το μπέρδεμα που ισχύει μέχρι σήμερα προς όφελος μόνο ορισμένων, έχει ως αποτέλεσμα το γνωστό υβριδικό σχήμα των ΔΕΚΟ, που υπάρχει μόνο στην Ελλάδα κι έχει αποδειχθεί από αναποτελεσματικό έως καταστροφικό.