Skip to main content

DW: Τώρα έρχονται τα δύσκολα για Ροχανί στο Ιράν

Ο πρόεδρος του Ιράν εξασφάλισε την επανεκλογή του αλλά ο κόσμος θέλει επιτέλους να δει την οικονομική ανάκαμψη που του υποσχέθηκαν

Επιστροφή στις ρίζες του Ισλάμ ή μία νέα πνοή στην πολιτική της ανανέωσης με άνοιγμα στον έξω κόσμο; Μάλλον το δεύτερο προμηνύει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στο Ιράν με την άνετη επανεκλογή του σημερινού προέδρου Χασάν Ροχανί και την ήττα του υπερσυντηρητικού ιερωμένου Ιμπραχήμ Ραισί. Βέβαια οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι πολύ εύκολες σε μία χώρα, όπου πολλά εξαρτώνται από την έγκριση του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη Αλί Χαμενεί. Αλλά οι ψηφοφόροι φαίνεται ότι έκαναν μία συνειδητή επιλογή. Όπως λέει στη γερμανική ραδιοφωνία ο Γιόχεν Χίπλερ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο του Έσεν-Ντούισμπουργκ και ερευνητής για τη Μέση και Εγγύς Ανατολή, οι Ιρανοί «επέλεξαν το ʻμη χείρονʼ. Ο αρχικός ενθουσιασμός με τον Ροχανί έχει καταλαγιάσει ούτως ή άλλως τον τελευταίο καιρό, καθώς οι ψηφοφόροι έβλεπαν ότι η αντιδραστική ηγεσία του κ.Χαμενεί έχει μπλοκάρει πολλές μεταρρυθμίσεις με αποτέλεσμα να διαψεύδονται οι ελπίδες τους για μία αισθητή οικονομική ανάκαμψη. Αλλά από την άλλη πλευρά, τρομάζουν στη σκέψη ότι θα μπορούσε να αναλάβει την προεδρία ο υπερσυντηρητικός και αντιδραστικός κ.Ραισί».

Πολλοί πίστευαν ότι ο Ραισί θα είχε πράγματι σοβαρές πιθανότητες να «εκθρονίσει» τον Ροχανί, καθώς φαινόταν να έχει εξασφαλίσει τη στήριξη των συντηρητικών ιερωμένων, αλλά, σε μεγάλο βαθμό, και των κρατικών μέσων ενημέρωσης. Από την άλλη πλευρά, όπως εξηγεί ο Γιόχεν Χίπλερ, «το συμβούλιο εθνικής ασφαλείας, ο στρατός, η αστυνομία, η δικαιοσύνη και τα μέσα ενημέρωσης δεν υπάγονται στην κυβέρνηση, ούτε στον πρόεδρο, αλλά στον ανώτατο ηγέτη και συχνά χρησιμοποιούνται για να προκαλέσουν δυσκολίες στην κυβέρνηση. Έχουν αντιληφθεί πλέον στο Ιράν ότι, στην πραγματικότητα, για τις ʻαδυναμίεςʼ  του προέδρου Ροχανί σε μεγάλο βαθμό δεν ευθύνεται ο ίδιος, αλλά οι αντίπαλοί του».

«Κλειδί» η υλοποίηση τηςσυμφωνίας με τη Δύση

Ο Χασάν Ροχανί είχε πρωτοστατήσει στη σύναψη της συμφωνίας για το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ιράν, την οποία επιθυμούσε και η προηγούμενη αμερικανική διοίκηση υπό τον Μπαράκ Ομπάμα. Θεωρητικά η συμφωνία αυτή αναστέλλει τις εμπορικές κυρώσεις εναντίον της Τεχεράνης και δρομολογεί την ανάκαμψη της οικονομίας. Η μεγάλη πρόκληση για τον Ροχανί στη διάρκεια της επόμενης θητείας του θα είναι να μεταφράσει τη μετριοπαθή αυτή πολιτική σε απτά αποτελέσματα στον οικονομικό τομέα, λέει ο Γιόχεν Χίπλερ. Όπως επισημαίνει, «υποτίθεται ότι οι κυρώσεις θα εξέλειπαν μετά τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αλλά τελικά μόνο ένα μέρος τους έχει καταργηθεί. Οι Αμερικανοί έχουν διατηρήσει πολλούς περιορισμούς, για παράδειγμα στη δημοσιονομική πολιτική και τις τραπεζικές συναλλαγές, ενώ πολλές κυβερνήσεις και επιχειρήσεις στην Ευρώπη θέλουν μεν να κάνουν μεγαλύτερο άνοιγμα προς το Ιράν- και για λόγους ιδίου συμφέροντος αν θέλετε- αλλά την ίδια στιγμή διστάζουν, για να μη δυσαρεστήσουν τους αμερικανούς εταίρους. Σε αυτό το ζήτημα, η πολιτική Ροχανί θα εξακολουθεί να προσκρούει σε δυσκολίες…»

Λίγο πριν αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο ο Μπαράκ Ομπάμα είχε υπερασπιστεί τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, προειδοποιώντας εμμέσως πλην σαφώς τον διάδοχό του, Ντόναλντ Τραμπ, να μην αλλάξει πορεία. Εκείνος είχε δηλώσει προεκλογικά ότι απλώς θα ακυρώσει τη συμφωνία. Τους τελευταίους μήνες πάντως, ο νέος πρόεδρος στέλνει αντιφατικά μηνύματα στην Τεχεράνη. Η εκτίμηση του Γιόχεν Χίπλερ: «Από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ατονήσει η επιθετική ρητορική. Αλλά τώρα τελευταία ακούστηκαν πάλι κάποιες δηλώσεις εναντίον του Ιράν. Το δικό της μήνυμα στέλνει προφανώς και η επίσκεψη Τραμπ στη Σαουδική Αραβία, η οποία αποτελεί το ʻαντίπαλον δέοςʼ της Τεχεράνης στην περιοχή. Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε ποιός είναι ο στόχος του Τραμπ. Η ανάκληση της συμφωνίας- η οποία θα είχε τεράστιες επιπτώσεις στην εσωτερική πολιτική του Ιράν- μάλλον δεν αποτελεί προτεραιότητα, αλλά δεν αποκλείεται κιόλας…»

Γιάσπερ Μπάρενμπεργκ (DLF)/Γιάννης Παπαδημητρίου

Πηγή: Deutsche Welle