Skip to main content

Ανήσυχοι οι Θεσσαλονικείς επιχειρηματίες για το πρόβλημα της Ειδομένης

Επιστολή προς τον Χρήστο Σπίρτζη απέστειλε ο ΣΕΘ-«Νέοι Ορίζοντες», με αφορμή τον νέο αποκλεισμό της σιδηροδρομικής γραμμής στην περιοχή

«Καμπανάκι» για τη δραματική, όπως τη χαρακτηρίζει, κατάσταση την οποία βιώνουν εκατοντάδες επιχειρήσεις εξαιτίας του πολυήμερου -για δεύτερη φορά- αποκλεισμού της σιδηροδρομικής γραμμής στην Ειδομένη από πρόσφυγες, «χτυπά» ο Σύνδεσμος Επιχειρηματιών Θεσσαλονίκης (ΣΕΘ)-«Νέοι Ορίζοντες».

Σύμφωνα με τη σχετική ενημέρωση, την έντονη ανησυχία και τον προβληματισμό του ΣΕΘ για τα όσα διαδραματίζονται στην μεθόριο, εξέφρασε ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Γιώργος Ιωαννίδης με επιστολή του προς τον υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Χρήστο Σπίρτζη υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι «το κόστος του αποκλεισμού είναι πολλαπλό τόσο για τις επιχειρήσεις (εξαγωγικές και εισαγωγικές) όσο και για την ελληνική οικονομία, καθώς και για την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Μιας εικόνας που για πολλοστή φορά τους τελευταίους μήνες πλήττεται, καθώς ακόμη και το αυτονόητο, αυτό της ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων από και προς το εξωτερικό, δεν διασφαλίζεται». Σύμφωνα με τον κ. Ιωαννίδη, «το συγκεκριμένο πρόβλημα έρχεται να προστεθεί στα ήδη υφιστάμενα προβλήματα που πνίγουν τις ελληνικές επιχειρήσεις, και δη τις βορειοελλαδικές οι οποίες –ως γνωστόν- έχουν εξωστρεφή προσανατολισμό».

 

«Χάνονται… ευρώ και πελάτες»

 

Όπως εξηγεί ο κ. Ιωαννίδης στην επιστολή του προς τον υπουργό ΥΠΟΜΕΔΙ, «οι επιπτώσεις είναι τεράστιες για τις εξαγωγικές εταιρίες οι οποίες σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ανταποκριθούν στις προθεσμίες των πελατών τους στην Κεντρική και τη Δυτική Ευρώπη είναι αναγκασμένες να προωθούν τα φορτία μέσω Βουλγαρίας, επιλέγοντας, δηλαδή, μια διαδρομή που επιφέρει επιπλέον κόστος 30%, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί και καθυστερήσεις στους χρόνους παράδοσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα –σε πολλές περιπτώσεις- τη μη τήρηση των προθεσμιών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την καταβολή αποζημιώσεων ή ακόμη και τη διακοπή μακροχρόνιων συνεργασιών και την απώλεια πελατών από το εξωτερικό».

Σύμφωνα με επιχειρήσεις –μέλη του ΣΕΘ- συνεχίζει η επιστολή-, η διαδρομή μέσω Βουλγαρίας διαρκεί έως και δύο μέρες παραπάνω, ενώ εκτιμάται πως κοστίζει 5.000 με 10.000 ευρώ περισσότερα ανά συρμό.

Προβλήματα, όμως, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΘ- Νέοι Ορίζοντες, «αντιμετωπίζουν και επιχειρήσεις οι οποίες περιμένουν εμπορεύματα και πρώτες ύλες από την Κεντρική Ευρώπη με αποτέλεσμα την επιβράδυνση της παραγωγικής δραστηριότητάς τους ή ακόμη και την αδυναμία λειτουργίας τους». Μάλιστα ο κ. Γιώργος Ιωαννίδης, επικαλούμενος δηλώσεις αρμοδίων παραγόντων και δημοσιεύματα που στηρίζονται σε πρώτες εκτιμήσεις εξαγωγέων και διαμεταφορέων, οι επιβαρύνσεις στις μεταφορές από τον πρόσφατο αποκλεισμό της σιδηροδρομικής γραμμής στην Ειδομένη, προσεγγίζουν τα 4 εκατ. ευρώ.

 

«Να γίνουμε… "κανονική" χώρα»

 

«Θεωρούμε, λοιπόν, πως είναι αδιανόητο σε μια περίοδο όπου οι –ελάχιστες- ελληνικές παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις δίνουν μάχη για να κρατηθούν ζωντανές στις διεθνείς αγορές, αλλά και οι συνεργάτες τους διαμεταφορείς, να καλούνται να επωμισθούν ένα επιπλέον κόστος, το μεταφορικό, το οποίο προστίθεται στα απανωτά πλήγματα που έχουν υποστεί τον τελευταίο χρόνο από τα capital controls και την παρατεταμένη περίοδο αστάθειας», υπογραμμίζει ο πρόεδρος του ΣΕΘ και απευθυνόμενος προς τον υπουργό ζητεί «το προφανές: να εφαρμοστεί ο νόμος και να απελευθερωθεί μόνιμα το σιδηροδρομικό δίκτυο ώστε να συνεχιστεί η απρόσκοπτη μεταφορά, παράδοση και παραλαβή προϊόντων προς και από το εξωτερικό.

»Μόνο έτσι θα στείλετε στο εξωτερικό το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι μια «κανονική» χώρα, στην οποία λειτουργούν οι νόμοι και ότι δεν πρόκειται για μια αποδιοργανωμένη χώρα, που κάνει… ό,τι μπορεί για να αποτρέψει τις επενδύσεις και  τις εξαγωγές των προϊόντων της».

 

«Εξαντλήθηκαν οι αντοχές»

 

Η επιστολή προς τον κ. Σπίρτζη καταλήγει: «Σας καλούμε να λάβετε τα απαραίτητα μέτρα άμεσα, καθώς τα περιθώρια ανοχής και αντοχής του επιχειρηματικού κόσμου έχουν εξαντληθεί. Ηδη οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις που εξάγουν προς τις άλλες χώρες της ΕΕ, αλλά και όσες ελληνικές παραγωγικές επιχειρήσεις εισάγουν από εκεί πρώτες ύλες βρίσκονται ήδη μπροστά σε αδιέξοδο, ενώ την ίδια στιγμή είναι υποχρεωμένες να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους απέναντι στην Πολιτεία, καταβάλλοντας τις υπέρογκες φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις και επιβιώνοντας σε ένα ασφυκτικό οικονομικό και επενδυτικό περιβάλλον».