Skip to main content

Αν δεν ήταν τραγικό, θα ήταν ανέκδοτο να μιλάμε για ανάπτυξη

Πρόκειται περί αστειότητας να θεωρεί κάποιος ότι αν εξαγγελθεί η λήξη του Μνημονίου, θα τρέξουν οι επενδυτές στην Ελλάδα...

Εκεί που κατά τα πρώτα μνημονιακά χρόνια ο όρος ανάπτυξη δεν ακουγόταν, κατ’ αυτάς βρίσκεται συνεχώς στα χείλη του πρωθυπουργού και των κυβερνητικών. Για ποια ανάπτυξη όμως μιλάμε;

Δεν χρειάζεται να αναφερθώ στην από-επένδυση, με τις χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις να πτωχεύουν ή να μεταναστεύουν. Είναι γεγονός που δεν κρύβεται, ούτε από τους επαγγελματίες διαστρεβλωτές της κοινής γνώμης. Μιλώ για τις δήθεν συνθήκες που δημιουργούνται και θα φέρουν τις επενδύσεις. Προφανώς, ζούμε σε διαφορετικές χώρες -ο λαός με την κυβέρνηση- και δεν μπορώ να αντιληφθώ ποιες είναι οι ευνοϊκές συνθήκες.

Προφανώς, πρόκειται περί αστειότητας να θεωρεί κάποιος ότι αν εξαγγελθεί η λήξη του Μνημονίου, θα τρέξουν οι επενδυτές στην Ελλάδα, γνωρίζοντες αφενός ότι ουδεμία ουσιαστική μεταρρύθμιση δεν συνέβη, αφετέρου ότι οι κυβερνητικοί διάκεινται δυσμενώς προς την ιδιωτική πρωτοβουλία, αφού επί δεκαετίες αγωνίζονται για να εγκαθιδρύσουν κολλεκτίβες, και δεν το κρύβουν.

Τα επενδυτικά κεφάλαια που εισρέουν αφορούν εξαγορά επιχειρήσεων, είτε ίδρυση ξενοδοχειακών μονάδων, με τους τουρίστες να φορούν βραχιολάκι και με τις προμήθειες να έρχονται από το εξωτερικό [ούτε μαρουλάκια δεν αγοράζουν τέτοιες μονάδες από την εγχώρια αγορά].

Αλλά, πόσο μπορεί να βασιστεί μια χώρα μόνον στον τουρισμό, όταν αυτός ευνοείται τα δυο-τρία τελευταία χρόνια, τόσο από το γεγονός ότι όλες οι ανατολικομεσογειακές χώρες έχουν προβλήματα ασφάλειας, όσο και από το ότι οι επιχειρηματίες έχουν μειώσει τις τιμές, ώστε είμαστε η τελευταία χώρα στην Ευρώπη στην κατά κεφαλή δαπάνη κάθε τουρίστα, κι αυτή μειώνεται συνεχώς.

Υπάρχει όμως κι ένα άλλο σοβαρό ερώτημα. Οι Έλληνες γνωρίζουν ότι χωρίς ανάπτυξη δεν βγαίνουμε από την κρίση, πώς και δεν το αντιλαμβάνονται αυτό οι Τροϊκανοί ώστε να απαιτήσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και κλείνουν τα μάτια στις απορρυθμίσεις που συμβαίνουν, και όχι μόνον με τις προσλήψεις ημετέρων;

Είναι συνεχές το ερώτημα «μα δεν καταλαβαίνουν»; Καταλαβαίνουν και καλά μάλιστα, τουλάχιστον οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ, οι οποίοι δεν είναι τυχαίοι. Επιλέγονται με αυστηρά κριτήρια. Επομένως, αν δεν δίνεται βάση στην ανάπτυξη, η μόνη απάντηση στο «γιατί», είναι ότι δεν θέλουν, αφού με την φτωχοποίηση του λαού μπορούν να αγοράσουν τα πάντα σε γελοίες τιμές.

Ας στρέψουμε το βλέμμα στους ημεδαπούς επί των οικονομικών αρμοδίους. Υπάρχει άραγε πολιτικός που να μη θέλει να πάρει μέτρα υπέρ του λαού; Ο λαός είναι και εκλογικό σώμα, το οποίο αν δεν το ικανοποιήσει, δεν θα ξαναδεί την ψήφο του.

Με δεδομένο, επομένως, ότι θέλει ο πολιτικός να πάρει μέτρα που θα ωφελήσουν τον λαό, αφού δεν τα παίρνει, σημαίνει ότι δεν μπορεί. Και ερχόμαστε τώρα σε άλλο δίλημμα. Δεν μπορεί, διότι δεν είναι ικανός, είτε διότι υποχρεώνεται να βαδίσει σε μονόδρομο.

Μάλλον συμβαίνουν και τα δύο, με τα μέλη της παρούσας κυβέρνησης να έχουν επιδείξει ότι διαθέτουν ικανότητες σε καταλήψεις, διαδηλώσεις, κινήσεις κατά επιχειρήσεων μη αρεστών, και σε ατέρμονες συζητήσεις αν ήταν πιο συνεπής μαρξιστής ο Λένιν ή ο Τρότσκι. Με τις όποιες εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, πού αλλού έχουν διαπρέψει στον ιδιωτικό παραγωγικό τομέα, μη εξαρτώμενο από το Δημόσιο;

Οι ιδεολογικές αγκυλώσεις δεν τους επιτρέπουν άλλο τι να πράξουν, παρά μόνο ενίσχυση του κρατισμού. Πού θα βρεθούν τα χρήματα; Μα, το είπε ο πρωθυπουργός. Θα βγαίνουμε στις αγορές, με επιτόκια πολλαπλάσια από τα σημερινά της Τρόικας, αλλά θα μπορεί η Αριστερά να τα διαχειρίζεται κατά βούληση. Τα ίδια έλεγαν και στην Βενεζουέλα, όπου το άφθονο χρήμα σε μη παραγωγικούς κλάδους και τώρα λιμοκτονούν.

Το δυστύχημα για τον λαό είναι ότι ευρισκόμενοι στην αντιπολίτευση θα θέτουν φραγμούς σε κάθε σωστή απόφαση, προκειμένου να εμποδίσουν το όποιο θετικό έργο της εκάστοτε κυβέρνησης, όπως πράττουν εδώ και δεκαετίες, αδιαφορούντες για τους Έλληνες, οι οποίοι θα περιμένουν το κοινωνικό επίδομα ή θα στέκονται στην ουρά για τα συσσίτια.